Ηράκλειο 15η Ιουνίου 1937. Ο Δήμος Ηρακλείου βάζει θέμα προκειμένου να μεταφερθούν τα φυλάκια, αφού η τοποθέτησή τους δεν εξυπηρετούσε την κατάσταση. Στα φυλάκια αυτά γινόταν η είσπραξη φόρου των μεταφερομένων εγχωρίων προϊόντων και οι τότε ενοικιαστές τους είχαν υποδείξει με αίτημά τους προς το Δημοτικό Συμβούλιο τη μεταφορά τους.
Τα μεταφερόμενα εγχώρια προϊόντα προορίζονταν για το καταναλωτικό κοινό και σύμφωνα με τις τότε υπάρχουσες καταστάσεις εισπράξεων αποτυπώνονται τα παρακάτω στοιχεία. Η ημερομηνία, ο σταθμός ελέγχου, π.χ. “πύλη του Λαζαρέτου”, το ονοματεπώνυμο του κατόχου του προϊόντος, το είδος του εμπορεύματος και το μερικό, καθώς και το ολικό ποσό, όπως επίσης και το ονοματεπώνυμο του εισπράκτορα.
Όλα αυτά εξυπηρετούσαν προκειμένου να εισπραχθεί ο δημοτικός φόρος Ηρακλείου. Τα προϊόντα για τα οποία γίνεται λόγος είναι: καρπούζια, πεπόνια, βρώμη, κοτόπουλα, κρέατα, δέρματα, ξύλα, κριθάρι, χαρούπια, σταφύλια, άχερα, φασόλια, αυγά, ρόβη, ντομάτες. Τα συγκεκριμένα προϊόντα αναφέρονται σε καταστάσεις που φυλάσσονται στο Τμήμα Αρχείων της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης.
Τα φυλάκια του Δήμου βρίσκονταν έξω από τα τείχη της πόλης σε τρία σημεία. Στην πύλη του Αγίου Γεωργίου, γνωστή και ως πύλη του Λαζαρέτου (δηλαδή η πύλη που οδηγούσε στο Λοιμοκαθαρτήριο) ή πύλη του Μαρουλά (αφού εκεί ήταν το ομώνυμο προάστιο). Το προάστιο Μαρουλάς ήταν η περιοχή βόρεια από το Καπετανάκειο κοντά στο εργοστάσιο “Αθηνά” και “Καστρινογιάννη”. Στον χώρο αυτό υπήρχε και το νεκροταφείο των Καθολικών. Σύμφωνα με τον αείμνηστο ιστοριοδίφη μας, Στέργιο Σπανάκη, ο Μαρουλάς είχε τρεις εκκλησίες και κατοικούσαν πέντε χιλιάδες ψυχές.
Η καλλιτεχνικότερη απ’ όλες τις άλλες πύλες, αυτή του Λαζαρέτου, γκρεμισθείσα με κασμάδες και δυναμίτες το 1917 για να γίνει η διάνοιξη της λεωφόρου Δημοκρατίας. Ογδόντα τρία χρόνια μετά, επί δημαρχίας Κώστα Ασλάνη και επί αντιδημαρχίας Τεχνικών Έργων του Γεωργίου Βασιλειάδη, η ιστορική αυτή πύλη άνοιξε για τους πολίτες, αφού ολοκληρώθηκαν οι εργασίες για καθαρισμό, για αναστήλωση και γενικά για την ανάπλασή της.
Ηταν και η πύλη που οδηγούσε όπως προαναφέραμε, στο Λοιμοκαθαρτήριο. Τα λοιμοκαθαρτήρια ήταν τόποι απομόνωσης, καραντίνας θα λέγαμε σήμερα, όπου φιλοξενούνταν απομονωμένοι οι ασθενείς. Η πόλη του Ηρακλείου είχε πληγεί πολλές φορές από λοιμώδη νοσήματα και ειδικά το 1591-1593 με την βαριά ασθένεια της πανούκλας.
Πιο μπροστά, το 1517, ο Μεχμέτ πασάς αποφάσισε ν’ απομακρύνει τους λεπρούς από την Πολιτεία του Μεγάλου Κάστρου. Τόπος εγκατάστασής τους ήταν οι σπηλιές της Μεσκινιάς, του σημερινού προαστίου της Χρυσοπηγής.
Οι πύλες – φυλάκια της πόλης μας ήταν τρεις συνολικά. Η πύλη του Λαζαρέτου, η πύλη Ιησού (Καινούργια Πόρτα) και η πύλη του Παντοκράτορα (Χανιώπορτα). Δύο ενοικιαστές των φυλακίων – δημοτικών φόρων, κατοίκων Ηρακλείου, ο Μιχαήλ Τζωρακολευθεράκης και ο Γεώργιος Γαλενιανός με έγγραφό τους αναφέρονται στην τότε Δημαρχιακή Επιτροπή του Δήμου Ηρακλείου:
“Εμείς όπως άλλως τε και ο αιτών ενοικίασε μεν επί τη βάσει της διακηρύξεως η οποία ορίζει, ότι η είσπραξις ή η βεβαίωσις θα γίνεται στα φυλάκια του Δήμου, τα γνωστά από μακροτάτου χρόνου, αμέσως έξω της πόλεως. Ο προσδιορισμός της θέσεως εχει άμεσο σχέση με την απόδοση της εργασίας όπως με ευχέρεια και εσείς κατανοείτε, αλλά και ευνοεί τους συνδυασμούς εργασίας τους οποίους καθένας από τους ενοικιαστές έχει υπόψη δια την οικονομίαν των γενικών εξόδων του και τον δυνατόν παρ’ αυτού προσωπικό έλεγχον. Εάν συνεπώς εσείς αποφασίσετε την μεταφοράν ανατρέποντες εις το σημείον τούτο την διακήρυξιν θα ενεργήσουμε διά όλων των νομίμων μέσων ίνα αποτρέψουμε τας ζημίας που θα υποστώμεν.
Η μεταφορά του φυλακίου καινούργιας πόρτας δημιουργεί αναγκαστικά την ίδρυση νέου φυλακίου στο μετόχι “Θέρισσο” η οποία ίδρυση συνεπάγεται σοβαρότατα έσοδα χωρίς το φυλάκιο αυτό να εξυπηρετεί την εργασία απολύτως, αφού ολόκληρος τομέας που εκτείνεται από Θέρισσο μέχρι το Νεκροταφείο, ήτοι δύο χιλιόμετρα με καρρόδρομους και δημόσιους δρόμους μένει αφρούρητος.
Τέλος η κατάργηση του φυλακίου τριών καμαρών και η μεταφορά του φυλακίου Λαζαρέττου εις Γέφυραν Κατσαμπά, επιτρέπουν τους ονηλάτας των Επαρχιών Τεμένους, Βιάννου και άνω Μονοφατσίου, να εισέρχονται”.
Αυτή ήταν η τότε υπάρχουσα κατάσταση και στόχος αλλά και σκοπός ήταν να μη διαφεύγουν οι φορογολούμενοι και φυσικά ο Δήμος Ηρακλείου να έχει σημαντικά έσοδα. Φυσικά η πόλη μεγάλωνε και υπήρχε και πρόταση για το μέλλον με σημεία όπως το Γάζι, η Αγία Ειρήνη, οι Αθανάτοι, τα γεφυράκια στη σημερινή περιοχή του ΠΕΠΑΓΝΗ, λίγο πιο πάνω, καθώς και η περιοχή του Δρακουλιάρη, που βρισκόταν στο δωδέκατο χιλιόμετρο της οδού Ηρακλείου - Κανλί Καστέλλι, το σημερινό χωριό Προφήτης Ηλία.
Αλλες εποχές, άλλα ήθη, άλλες συνήθειες. Τότε που η Καστρινή Πολιτεία είχε τις πύλες της, τα φυλάκιά της για να δέχεται τους επισκέπτες από τα χωριά, από την ύπαιθρο γενικότερα με τα κάθε λογής προϊόντα που μαζί τους κουβαλούσαν για να πουλήσουν ή και να ανταλλάξουν. Τότε δεν υπήρχαν αγαθά εισαγόμενα, αλλά τα παρήγαγαν οι ίδιοι με κόπο και μεράκι, με κούραση και ιδρώτα, αλλά και με μεγάλη ικανοποίηση και φυσικά ευχαρίστηση.