Αφορμή για αυτή μου τη γραφή πήρα από την αναφορά της έγκριτης εφημερίδας «ΠΑΤΡΙΣ» σχετική με τον πάλαι ποτέ Γαλλοαργεντίνο ΑΒΕΛ ΣΕΣΤΑΚ… Μια αναφορά της έγκριτης και ενημερωτικής τοπικής εφημερίδας «ΠΑΤΡΙΣ» με την οποία αναφέρθηκε στον ΑΒΕΛ ΣΕΣΤΑΚ, τον Γαλλοαργεντικό υπερφυσικό σε δύναμη ΑΝΘΡΩΠΟ με παρακίνησε να αναπολήσω μερικές σκηνές, που έζησα με τον αείζωο φίλο μου ΑΒΕΛ ΣΕΣΤΑΚ.
Πράγματι υπήρξεν αδελφικός φίλος της οικογένειάς μας από το έτος 1960 μέχρι την Κυριακή 15 Ιανουαρίου 1995, που η καρδιά του σταμάτησε να χτυπάει και το γεγονός του θανάτου του σκόρπισε θλίψη σε ολόκληρο το νησί της Κρήτης και παράλληλα στην πατρίδα του την Αργεντινή ως και στην πατρίδα των γονιών τη Γαλλία!
Ο αείζωος σεβάσμιος πενθερός μου, ΚΩΣΤΑΣ ΣΜΑΡΓΙΑΝΝΑΚΗΣ διατηρούσε καφενείο επί της οδού Ιωαννίνων (κάθετος Αγίου Μηνά) κάτω από το ιδιωτικό εκπαιδευτήριο της αείμνηστης Χρυσούλας Μπουρλώτου, ιδιοκτησίας του δικηγόρου αείμνηστου Στυλιανού Ορφανού και του ναυτικού αξιωματικού αείμνηστου Ανδρέα Μαλτεζάκη.
Στο καφενείο λοιπόν αυτό, πέραν των υπαλλήλων της Διεύθυνσης Ευρέσεως Εργασίας, το οποίο στεγαζόταν στο σημερινό ετοιμόρροπο κτήριο ιδιοκτησίας Ζαχαρία Μηλιαρά, συμβολαιογράφου, επί της οδού Αγίου Μηνά, κάθε μεσημέρι τακτικός θαμώνας ήταν ο ΑΒΕΛ ΣΕΣΤΑΚ, πάντα με καλοσύνη και με το γέλιο ζωγραφισμένο και επιμένον στο λαμπερό του πρόσωπο, να προκαλεί όποιον επιθυμεί να τον συναγωνιστεί στο τάβλι ή χαρτοπαίγνια!
Μεταξύ των θαμώνων πολλοί γνωστοί τότε Ηρακλειώτες, όπως ο κορνιζοποιός ΗΛΙΑΣ ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ, οι ιατροί του απέναντι οικήματος στο οποίο στεγάζονταν τα ιατρεία του πάλαι ποτέ ΙΚΑ και οι περισσότεροι των υπαλλήλων ερχόντουσαν, είτε για ένα καφέ, είτε για ένα απολαυστικό διαλειμματικό δεκάλεπτο.
Βέβαια οι περισσότεροι απολάμβαναν τη χαρτοπαιχτική τέχνη του ΑΒΕΛ με τα διάφορα συνοδά ευτράπελά του, σε μια γλώσσα μεταξύ ελληνικής, αργεντίνικης και γαλλικής, αφού πολλές φορές ο Έλληνας αντίπαλος παίχτης ιδιαίτερα ο θείος Ηλίας Μαυρουδής, χρησιμοποιούσε αστειευόμενος διάφορες κρητικές εκφράσεις, τις οποίες ο Αβελ δεν καταλάβαινε, αλλά για να αποδείξει ότι καταλάβαινε, χρησιμοποιούσε λέξεις γελοίες κρητικές όπως τις πρόφερε λέγοντας: Ηλία λέει για μένα αλλά εγώ θα «deεl arranjo»(θα τον «κανονίσω») και τότε όλο το καφενείο ξεσπούσε σε ασταμάτητα γέλια αλλά και με την δήθεν απάντηση του θείου Ηλία, ο οποίος, αν και δεν καταλάβαινε τι του έλεγε, απαντούσε νομίζοντας ότι θα τον νικήσει και παρερμηνεύοντας την ξένη γλώσσα, απαντούσε: Εγώ Αβελ θα σε βγάλω στην ταράτσα με το ένα μου χέρι.
Γέλια ασταμάτητα από όλους τους θαμώνες! Να σημειωθεί ότι ο θείος Ηλίας ήταν περίπου ενάμισι μέτρο και ο Αβελ μπροστά του περί τα δύο μέτρα και στα κιλά ο θείος Ηλίας 50 περίπου και ο Αβελ περίπου στα 100 κιλά.
Οπότε ο κάθε αναγνώστης καταλαβαίνει το γέλιο, που ακολουθούσε της όλης συζήτησης των δύο χαρισματικών παιχτών. Καταλαβαίνετε ότι αν ο Αβελ έπιανε το θείο Ηλία με τη μια του χέρα θα τον πετούσε στη ταράτσα του απέναντι κτηρίου. Τα αστεία βέβαια των ταβλαδόρων δίχως τελειωμό αλλά και η απόλαυση του όλου θεάματος από τους πολλούς θεατές καταπληκτική και γελοιοφόρα ώστε όλοι να επιμένουν στη συνέχιση της παιχτικής πρακτικής, μεταξύ των δύο καθημερινών καφενόβιων επισκεπτών ΑΒΕΛ-ΗΛΙΑΣ.
Αλλά και η χαρτοπαιχτική τράπουλα, σε διάφορα χαρτοπαίγνια στα οποία ο θείος Ηλίας του έκανε διάφορες, επί τούτου, κομπίνες εικονικές προκαλούσε ακόμη περισσότερη απολαυστική γελοιότερη ατμόσφαιρα. Και ο μεν ΑΒΕΛ ως αρκετά παρατηρητικός αλλά και με αρκετή όραση παρατηρούσε τα διάφορα, επί τούτου, κόλπα του αντίπαλου παίχτη, ο οποίος για να προκαλέσει τον αντίπαλο έκανε διάφορα κόλπα.
Αλλά ο ΑΒΕΛ, ως πανέξυπνος και παρατηρητικός, αμέσως φώναζε με εκείνη τη νοσταλγική παιδική φωνή του… Εεεε τούτο κλέπτη είναι, ο Ηλία είναι κλέπτη! Ο Ηλίας βέβαια πάντα με καλοπροαίρετο τρόπο ώστε ολοι οι θαμώνες να σκούν στα γέλια. Ο πενθερός μου, κάποια ανυποψίαστη στιγμή σε ένα χαρτοπαίγνιο απευθύνθηκε στον Ηλία και του είπε, χάριν αστειότητας:
«…Ηλίααααα! Εεεε Ηλία! τι κάνεις εκεί…». Κι αμέσως ο ΑΒΕΛ φώναξε με στεντόρεια φωνή: «Ο ΚΩΣΤΑ είδε πως Ηλία είναι κλέπτη… στα χαρτιά». Έτσι περνούσαν οι ημέρες τόσο ευχάριστα με τον ΑΒΕΛ ΣΕΣΤΑΚ. Ώσπου μια μέρα ήρθε ο Αβελ στο καφενείο και είπε θέλω παίξει με ΗΛΙΑ αλλά αν χάσει σηκώσω με το ένα χέρι και πάω στο μαγαζί του, το οποίο μαγαζί βέβαια ήταν απέναντι το κορνιζάδικο.
Έτσι και έγινε, ώσπου τον σήκωσε με το ένα του χέρι για να τον πάει απέναντι στο μαγαζί. Στην όλη αυτή χιουμοριστική σκηνή φανερώθηκε ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης αείζωος μακαριστός ΕΥΓΕΓΙΟΣ Α’, επειδή ήταν αμανάτι τότε τα γραφεία της Αρχιεπισκοπής και στην ερώτηση του Αρχιεπισκόπου:
-Γιατί τον κρατάς έτσι; Ο αείμνηστος ΑΒΕΛ απάντησε γελώντας: Έκλεψε Ηλία! απάντησε στον Αρχιεπίσκοπο ΕΥΓΕΝΙΟ, με εκείνο το παιδικό και αθώο γέλιο του ωραίου προσώπου του και της άδολης σκέψης και ψυχής του. Ο αείμνηστος ΑΒΕΛ, με τις όλες πραξεις και τις εσωτερικές καταβολές δίδασκε ανθρωπιά σε όλους… Υπήρξε μαχητής σε αγώνες, μικρούς και μεγάλους, αντιμετώπισε με θάρρος και αξιοπρέπεια την ζωή σε όποιον τόπο και με όποιον τρόπο κι αν έζησε.
Γι’ αυτό και εκτιμήθηκε, αγαπήθηκε για το ήθος του, την ποιότητα του χαρακτήρα του, την εργατικότητά του, την φιλία του και τον όλο άψογο ηθικό και τίμιο λόγο του γιατί πάντα ήξερε να σέβεται. τον οποιονδήποτε συνάνθρωπό του. Η όλη διήγησή μου ένα αναμνηστικό μνημόσυνο στους ξεχωριστούς αλησμόνητους αυτούς ανθρώπους της ζωής μο:
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟ ΕΥΓΕΝΙΟ ΤΟΝ Α’, ΑΒΕΛ ΣΕΣΤΑΚ, ΗΛΙΑ ΜΑΥΡΟΥΔΗ, ΚΩΣΤΑ ΣΜΑΡΙΑΝΑΚΗ.