Ο Ζουλιέν Γκριβέλ είναι Ελβετός οδοντίατρος. Από το 1972 μέχρι το 1998 μετέβαινε τουλάχιστον δυο φορές το χρόνο στο νοσοκομείο λοιμωδών νόσων «Αγία Βαρβάρα» στο Αιγάλεω, από τη Γενεύη που έμενε μόνιμα, όπου περιέθαλπε αφιλοκερδώς τα δόντια των χανσενικών του ιδρύματος.
Το 1998 ανακηρύχθηκε διδάκτορας της Οδοντιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Γενεύης. Η διατριβή του είχε τίτλο «Η νόσος του Χάνσεν στην Ελλάδα και στην Κρήτη κατά τον εικοστό αιώνα» για την οποία έλαβε και το βραβείο Tissot. Το 2002 η εργασία του μεταφράστηκε στα ελληνικά και εκδόθηκε από την Κοινοτική Επιχείρηση Ανάπτυξης Ελούντας.
Το 1980 τιμήθηκε στην Αθήνα με τον αργυρό σταυρό του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Το 2008 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών και έλαβε τις ευχαριστίες του αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερώνυμου για την πολυετή προσφορά του στην Ελλάδα.
Και από τον Μάρτιο του 2008 είναι συνταξιούχος.
Έχει γράψει το μυθιστόρημα «Σεβαστή», το οποίο κυκλοφόρησε στα γαλλικά το 2011, ενώ στα ελληνικά εκδόθηκε το 2016 από την «Βιβλιοθήκη Μανόλης Φουντουλάκης».
Πρόσφατα, το 2022, κυκλοφόρησε με τη χορηγία της Περιφέρειας Κρήτης το νέο του βιβλίο «Ελλάδα, η δική μου Ιθάκη».
Το βιβλίο του αυτό αποτελείται από εξήντα εννέα μικρά χρονογραφήματα που αποτελούν σημειώσεις τις οποίες κράταγε κατά καιρούς από τις δραστηριότητές του στην Ελλάδα. Από το 1972 μέχρι πρόσφατα.
Μια πρόχειρη ομαδοποίηση στα χρονογραφήματα, τα οποία παρατίθενται στο βιβλίο με την χρονολογική σειρά που γράφτηκαν, θα μπορούσε να τα κατατάξει σε δυο μεγάλες κατηγορίες. Στην πρώτη όσα αφορούν ανθρώπους που έχουν σχέση με τη νόσο του Χάνσεν στην Ελλάδα και στη δεύτερη τις ταξιδιωτικές εντυπώσεις από την Ελλάδα και ειδικότερα την Κρήτη.
Ο Γκριβέλ σε όλα του τα κείμενα διακατέχεται από μια υπερβολική αγάπη για την Ελλάδα. Αρκετά σχόλια έχουν γραφεί κατά καιρούς για τον αδόκιμο όρο κατά μια άποψη «φιλέλληνας», αφού αυτός απαντάται μόνο στην ελληνική γλώσσα, όπως υποστηρίζεται. Ωστόσο, αν Έλληνες καλούνται οι της ελληνικής παιδείας μετέχοντες, ο Γκριβέλ είναι Έλληνας μέχρι τα μπούνια.
Στα γραπτά του αποδεικνύεται άριστος γνώστης της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, της ποίησης (το αλάτι που κάνει τη Γη να μη σαπίζει) και της φιλοσοφίας από τον Όμηρο (πιο φρέσκος από τα κείμενα των εφημερίδων), τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τη Σαπφώ, τον Καβάφη και κυρίως τον Επίκουρο.
Ο Γκριβέλ σε όλα του τα κείμενα ρητά ή άρρητα θαυμάζει κυρίως τον Επίκουρο.
Ο Γκριβέλ είναι θερμότατος στις εκφράσεις του για κάθε τι ελληνικό. «Αυτή η χώρα έχει λίγο νερό αλλά η πηγή του φωτός της είναι ανεξάντλητη». Η σχέση του με την Ελλάδα, γράφει, «δεν είναι μόνο ιστορική, φυσική ή φιλική, είναι και διανοητική, υπό την έννοια ότι η χώρα αυτή εμπλουτίζει το νόημα της ζωής μου. Της δίνει αξία και περιεχόμενο».
Στο βιβλίο του, επίσης, αποδεικνύεται και πολύ εύστοχος ανατόμος του χαρακτήρα και των συνηθειών των σύγχρονων Ελλήνων. Η φιλοξενία, ιδιαιτέρως των Κρητών αναδεικνύεται σε κάθε ευκαιρία. «Στην Ελλάδα τα θαύματα είναι καθημερινά», θα γράψει (σ.109).
«Αγαπώ πολύ τον ελληνικό λαό που γελάει για το τίποτα, κλαίει για λίγο και πάντα κάνει το σταυρό του, για να εξασφαλίσει την εύνοια των ουρανών. Αυτός ο λαός ξέρει να γλεντά τόσο μαγευτικά ακόμη και τα βάσανά του μέσα από το χορό και τα τραγούδια» σημειώνει (σ.143).
Αναφερόμενος κυρίως στην Κρήτη παρατηρεί ότι η οικονομία της περιοχής με τη «μονοκαλλιέργεια» του τουρισμού έχει κάνει το λαό να χάνει την ψυχή του, «του αφαιρεί όλο το πνευματικό του σφρίγος», γράφει.
Το ύφος του Γκριβέλ είναι γλαφυρό, πνευματώδες και με χιούμορ. Στο «κοτέτσι της διχόνοιας» η μυρωδιά των πουλερικών για παράδειγμα «ανταγωνίζεται» το λιβάνι της εκκλησίας. Όμοια και όταν αναφέρεται στα παιχνίδια της γλώσσας μας με τον τονισμό των λέξεων «γέρος-γερός», «πισίνα-πισινά», «ψυχούλα-ψίχουλα», «παπάς-πάπια, η παπαδιά» κλπ.
Είναι κατασταλαγμένος. Έτσι, μιλώντας κατά τη διάρκεια της βράβευσή του από την Ακαδημία Αθηνών παρατηρεί ότι «η ποιότητα ενός ανθρώπου δεν είναι ο βαθμός του απολυτηρίου του, αλλά αυτό που δίνει στον κόσμο». Ενώ (σ.335) κατά την βράβευσής του από τον Πρόεδρο της Βουλής παρατηρεί ότι «δίνοντας, εμπλουτίζουμε τον εαυτό μας». Όμως «η ζωή είναι ένα δάνειο, μια καταπληκτική προσφορά που δεν μας ανήκει, αλλά πρέπει να την δαπανάμε με σεβασμό και φρόνηση για να μην μας τελειώσει σύντομα». Ενώ παρατηρεί ότι «οι αμοιβές είναι πιο καλοδεχούμενες όταν δεν δικαιολογούνται» (σ.356).
Πιστεύει στον εθελοντισμό και όχι στην ελεημοσύνη. Διότι «ο εθελοντισμός ήταν πάντα ένας δυνατός κοινωνικός δεσμός… δεν είναι ελεημοσύνη, αλλά συμμετοχή σε δράσεις κοινωνικής φιλαλληλίας. Δράσεις φιλίας, αλτρουισμού και αμοιβαιότητας» σημειώνει (σ.364). Οι προσεγγίσεις αυτές ήταν η αιτία που τον οδήγησαν στις δράσεις του με τους τροφίμους της Αγίας Βαρβάρας. Για τις οποίες δράσεις, όπως αναφέρθηκε, δεν έλαβε καμία υλική ανταμοιβή. Η ανταμοιβή του, λέει, ήταν η «αυθεντική, ανυπόκριτη αγάπη και ευγνωμοσύνη, μαθήματα απίστευτης αντοχής σε ακραία αντίξοες συνθήκες, εμπιστευτικές προσωπικές εκμυστηρεύσεις για ψυχική ειρήνευση και παρηγοριά, και πολύ πλατιά χαμόγελα, πίσω από τα οποία δεν κρυβόταν μόνο πόνος αλλά αισιοδοξία και ελπίδα». Για να συμπληρώσει ότι «τέτοιες εμπειρίες ούτε περιγράφονται, ούτε αποτιμώνται με οικονομικούς όρους».
Το άλλο αίσθημα που βγαίνει από τις διηγήσεις του Γκριβέλ είναι ο ανθρωπισμός, ο οποίος είναι διάχυτος στο βιβλίο του. «Το να είσαι άνθρωπος είναι να είσαι πάντα σε μια ευεργετική σχέση με τον άλλο χωρίς να τον συντρίψεις ή να τον ταπεινώσεις».
Ο τίτλος αυτού του καταπληκτικού βιβλίου του Γκριβέλ πολύ εύστοχος. Δεν περιγράφει ο συγγραφέας «το ταξίδι» του, γράφει ουσιαστικά τη βιοθεωρία του.
Ο Κωστής Μαυρικάκης που έκανε την επιμέλεια από την όμορφη δομή των κειμένων φαίνεται ότι δούλεψε πάρα πολύ. Πέτυχε όμως να αποδώσει άριστα τα κείμενα του Γκριβέλ. Τα επεξηγηματικά σχόλια που έχει προσθέσει στα υποσέλιδα επίσης ιδιαιτέρως κατατοπιστικά, αποτελούν ένα βιβλίο μέσα στο βιβλίο.
Το βιβλίο είναι σχήματος 21χ15, αποτελείται από 374 σελίδες και εκδόθηκε από την Περιφέρεια Κρήτης, όπως προαναφέραμε. Η φωτογραφία του εξώφυλλου είναι του Κωστή Μαυρικάκη, ο οποίος με την Ευμενία Μανουσάκη έκανε και την φιλολογική επιμέλεια. Προλογίζουν εκτός από τον συγγραφέα και τον επιμελητή της έκδοσης, ο Περιφερειάρχης Κρήτης Σ. Αρναουτάκης, ο Καθηγητής και Γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών Χρ. Ζερεφός και ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης Γ. Κοντάκης. Διατίθεται από την Περιφέρεια Κρήτης.
* Ο κ. Γιάννης Σταμέλος είναι μαθηματικός, συγγραφέας και πρώην Δ/ντής Β/θμιας εκπαίδευσης Ν. Λασιθίου