Πρόλογος
Απ’ ό,τι είναι γραμμένο εδώ, τίποτα δεν είναι πρωτότυπο, αποκαλυπτικό, πρωτόφαντο, ρηξικέλευθο, επαναστατικό … Ό,τι είναι γραμμένο εδώ, είναι επαναλήψεις. Όλα έχουν ειπωθεί και γραφτεί αναρίθμητες φορές κι από φανατικούς φανατισμένους και από λογικούς ταπεινόφρονες. Όλα, κοντολογίς, είναι σήμερα διαθέσιμα σε όλους.
Δεν τα έχουμε ποτέ διαβάσει γιατί έχουμε γεννηθεί στην αιχμαλωσία-ακριβώς όπως ο ελέφαντας του τσίρκου. Ένα ζώο που, ξεριζώνει μ’ ευκολία ένα μεγάλο δέντρο, μένει δεμένο μ’ ένα απλό σχοινί σ’ ένα ξύλινο πάσσαλο σαράντα εκατοστών που, επιπλέον, είναι καρφωμένος στο χώμα.
Ένα δεκάχρονο παιδί δε θα προσπαθήσει να λυθεί-θα αρπάξει τον πάσσαλο, θα τον κουνήσει πέρα-δώθε, το χώμα δε θα αντισταθεί και, σε λιγότερο από ένα λεπτό, πάσσαλος και παιδί θα φύγουν μαζί.
Όμως κρίση για όσους έχουν κρίση (=νοητική ικανότητα να διακρίνει κανείς τις σχέσεις μεταξύ διαφορετικών εννοιών), σημαίνει το αποφασιστικό σημείο μιας αιφνίδιας αλλαγής: ή επιδείνωσης ή βελτίωσης.
Είναι, άραγε, τόσο δύσκολο να θεωρήσουμε το αποφασιστικό σημείο στο οποίο βρισκόμαστε, ως ευκαιρία αιφνίδιας βελτίωσης, να δούμε την κρίση ως κρησάρα, να ξεχωρίσουμε το αλεύρι απ’ τα πίτουρα και να καθαρίσουμε την κόπρο του Αυγείου που κατάντησαν το σπίτι μας;
Δεν είναι φυσιολογικό όλοι να προσπαθούμε, όλοι να δουλεύουμε και να παραμένουμε υποανάπτυκτοι εδώ και σχεδόν δυο αιώνες (190! χρόνια) που υπάρχουμε ως χώρα. Δεν είναι λογικό, επειδή γεννηθήκαμε σε υποανάπτυκτη χώρα, να θεωρούμε δεδομένο το ότι είμαστε κατώτεροι.
Χώρες που, μόλις χτες, απελευθερώθηκαν απ’ τον κομμουνισμό, έχουν ήδη αναπτυχθεί και προχωρούν μπροστά με σαρωτική ταχύτητα.
Χώρες πολύ μικρότερες σε έκταση που, δεν έχουν ούτε πρόσβαση σε θάλασσα, ούτε καν ομοιογενή πληθυσμό, όπως η Ελβετία, θριαμβεύουν.
Χώρες που δεν υπήρχαν καν, όπως το Ισραήλ, γίνονται μέσα σε μερικές δεκαετίες, υπερδυνάμεις προόδου.
Κι εμείς … γίναμε ο περίγελος του κόσμου και το κακό σπυρί στην ευρωζώνη.
«Οι Νεοέλληνες που ξόδευαν περισσότερα απ’ όσα κέρδιζαν»,
«Οι Νεοέλληνες που δεν υπάρχει ούτε ένας τους χωρίς κάποιο συγγενή δημόσιο υπάλληλο»,
«Οι Νεοέλληνες που είναι όλοι μικροαπατεώνες και φοροφυγάδες»…
Μας μέμφονται και μας χλευάζουν όλοι.
Και όλα επειδή δε μπορούν να διανοηθούν, επειδή δε γνωρίζουν. Και πώς είναι δυνατόν να γνωρίζουν οι … έξωθεν αφού, δε γνωρίζουμε εμείς;
Έχουμε τόσο εμποτιστεί στο ψέμα που, ούτε προβληματιζόμαστε ούτε καν υποπτευόμαστε την εξαπάτηση. Αν, ωστόσο, δεν αντιληφθούμε άμεσα, δε θα αντιδράσουμε έγκαιρα, θα σβήσουν τα φώτα και όλοι θα ξεχάσουν πάλι ότι υπάρχουμε. Διότι κάθε προσοχή είναι σημαντική κι, αν είναι αρνητική, ακόμα καλύτερα αφού, υπάρχει τρόπος να την αντιστρέψουμε.
Ποιος είναι αυτός που μας κρατάει χιλιάδες (2019!) χρόνια υποτελείς, εξευτελισμένους δούλους, πτωχούς στο πνεύμα και φτωχούς σε κάθε αγαθό; Ποιος μας έκλεψε το Λόγο; Ποιος έκοψε τα φτερά της προοπτικής μας; Ποιος μας έγδυσε απ’ όλα και μείναμε γυμνοσάλιαγκες που σέρνονται μες στους αιώνες χωρίς ταυτότητα, χωρίς αξιοπρέπεια;
Ποιοι πουλήθηκαν; Ποιοι γονάτισαν; Ποιοι προσκύνησαν;
Γιατί άνθρωποι που, έχουν ειρήνη κι ελευθερία που, ζουν σ’ ένα μέρος τόσο ευνοημένο απ’ τη Φύση που, είναι εύρωστοι, εγγράμματοι και ευφυείς, Ωραίοι σαν Έλληνες και ικανοί σε καθετί, δεν έχουν καταφέρει τίποτα εδώ κι εκατόν ενενήντα χρόνια;
Θα μείνουν ακόμα μια φορά θεατές-απαθείς ή εμπαθείς-στο έλεος των ίδιων που τους ταπεινώνουν εδώ κι αιώνες ή θ’ αποφασίσουν ν’ αξιοποιήσουν αυτή τη μεγάλη ευκαιρία;
Είναι ο Νους που μας ρωτάει και μόνο με το Νου μπορούμε ν’ απαντήσουμε.
Από τότε που εμφανίστηκε ο Άνθρωπος όπως τον ξέρουμε σήμερα, κανένας δούλος, ικανοποιημένος βλάκας κι υπερήφανος φτωχός δεν χαίρει ευημερίας. Ευημερία καταφέρνει μόνο αυτός που προσπαθεί πάντα να αριστεύει, αυτός που, αμιλλώμενος, θέλει να υπερέχει κι ανταγωνίζεται μόνο τον εαυτό του.
Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι ή Αιέν αριστεύειν;
Τώρα η λύση είναι τόσο απλή, όσο φυσική είναι η ανάδυση του κολυμβητή απ’ τον πυθμένα στον αφρό της θάλασσας.