Ο σοφός λαός διατυπώνει με νόημα ότι εάν θες να δεις το χαρακτήρα κάποιου, δώσε του εξουσία και ο σύγχρονος ποιητής συμπληρώνει ότι, εάν θες να ζυγίσεις την εκκλησιαστική του συνείδηση, τη σχέση του με το Θεό, μέτρησέ τον σε στιγμές αδυναμίας και συντριβής, όταν βρίσκεται στο κρεβάτι του πόνου.

Ο κ. Κωνσταντίνος Χαριλ. Νεονάκης, αδελφός της μητέρας μου Ελένης, από τη Βαγιωνιά Μονοφατσίου, είναι άνθρωπος ο οποίος απέκτησε εξουσία και επίζηλες θέσεις στην πορεία της ενεργού δράσης του.

Διετέλεσε, μεταξύ άλλων, σύμβουλος των Θεολόγων της Κρήτης, πρόεδρος των Θεολόγων της Κρήτης και διευθυντής εκπαιδευτικών μονάδων. Για κάποιες από αυτές πρωτοστάτησε στην ανοικοδόμησή τους (Βαγιωνιά Μονοφατσίου, Ανώγεια Μυλοποτάμου), σε καιρούς χαλεπούς.

Θα μπορούσε να επαίρεται για τις θέσεις ευθύνης που ανέλαβε, να διακηρύσσει τα επιτεύγματά του, να ομιλεί «από καθέδρας», όμως δεν έπραττε τίποτα από αυτά. Όλοι αναγνωρίζουν στο πρόσωπό του έναν άνθρωπο ενωτικό, διαλλακτικό, αφιλοχρήματο, που αναλώθηκε να κηρύσσει τον Χριστό, να στηρίζει τον ορθόδοξο λόγο στην εκπαίδευση, να μεταλαμπαδεύει «την πίστη και τη φλόγα» στους μαθητές και σπουδαστές του, χωρίς να επιζητεί κάτι για τον εαυτό του.

Ο κ. Κ. Νεονάκης συνέδεσε το όνομά του με την τοπική Εκκλησία, γι’ αυτό και η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Εκκλησίας της Κρήτης τον τίμησε στις 17 Μαρτίου 2022 απονέμοντάς του την ανώτατη διάκρισή της. Στη σεμνή τελετή που έλαβε χώρα στο σπίτι του, ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Κρήτης κ.κ. Ευγένιος Β’, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Γορτύνης & Αρκαδίας κ. Μακάριος και ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ρεθύμνης & Αυλοποτάμου κ. Πρόδρομος, εκ προσώπου των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης, εξέφρασαν την ευαρέσκεια της Εκκλησίας προς το πρόσωπο του κ. Νεονάκη, απονέμοντας σε αυτόν τον Σταυρό των Αποστόλων Παύλου και Τίτου, επιδίδοντας παράλληλα το σχετικό Πιττάκιο. Την ύψιστη αυτή διάκριση της Εκκλησίας της Κρήτης, την είδε ο συνταξιούχος θεολόγος ως ευλογία από το Θεό και ως έκφραση της αγάπης των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών και τίποτα περισσότερο, καθώς δεν θεώρησε ότι η οποία θυσία και προσφορά του θα έπρεπε να τύχει ανταπόδοσης.

Ο κ. Κ. Νεονάκης βρίσκεται εδώ και σχεδόν τρία χρόνια καθηλωμένος στο κρεβάτι του πόνου, στο σπίτι του, δεχόμενος την αδιάπτωτη φροντίδα των παιδιών του Μαρίας και Ιωάννη, των δικών του ανθρώπων. Κάθε φορά που τον επισκέπτομαι ή -και- συνομιλώ μαζί του, διδάσκομαι πολλά από το παράδειγμα και την εν γένει στάση του.

Η καρτερικότητα και η υπομονή του ως προς τη δοκιμασία που υφίσταται, είναι απαράμιλλη. Η πίστη του στον Θεό είναι όντως ακλόνητη, η προσευχή του αδιάλειπτος και η μονολογική ευχή «Κύριε Ημών Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», συνεχής. Η μετοχή του στη Θεία Ευχαριστία συχνή, καταδεικνύοντας το υγιές λειτουργικό βίωμα που διδάχτηκε εμπράκτως από τη μακαριστή γιαγιά μου Μαρία. Δεν παραπονιέται! Δεν ολιγοψυχεί! Δεν κάνει δεύτερες σκέψεις, όπως ίσως θα είχαμε εμείς σε ανάλογη περίπτωση. Το πνεύμα του είναι διαυγές και η καρδία του καιομένη από την αγάπη του Χριστού, έστω κι αν «το σώμα μεμαλάκισται … και ο λόγος ησθένησεν».

Κάτι τέτοιες στιγμές, φέρνω στη σκέψη μου ένα απόσπασμα από την 36η επιστολή του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου ο οποίος σημειώνει, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Πονώ από την αρρώστιά μου και χαίρομαι όχι γιατί πονώ, αλλά γιατί γίνομαι στους άλλους δάσκαλος της καρτερίας. Επειδή δεν έχω την απάθεια, την κλέβω μέσα από τον πόνο, κλέβω δηλαδή το να υπομένω και να ευχαριστώ, όπως στα ευχάριστα έτσι και στα οδυνηρά». Για να παραφράσω επίσης για την περίσταση, το λόγο του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου, τότε δικαιούμαι να λέγομαι θεολόγος και να είμαι πιστός, όταν βρεθώ και αποδειχθώ, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του αγαπητού θείου μου!

Αυτές τις σκέψεις αισθάνθηκα την ανάγκη να μοιραστώ μαζί σας, με αφορμή την ονομαστική εορτή του αγαπητού αδελφού της μητέρας μου, κ. Κωνσταντίνου Χαριλ. Νεονάκη, ευχόμενος ο Θεός να του δίνει πνευματική υγεία, δύναμη και υπομονή, προκειμένου να διδάσκει όλους εμάς, «τους εγγύς και τους μακράν», με το παράδειγμά του.

* Ο δρ. Εμμανουήλ Κ. Δουνδουλάκης είναι αναπληρωτής καθηγητής στην ΠΑΕΑΚ, πρόεδρος του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου