Ο Τουρισμός αφορά στην ουσία ανθρώπους και τόπους: το απόθεμα των συντελεστών, δηλαδή κλίμα, φύση, θέα, χλωρίδα, πανίδα από τη μία, και ο πολιτισμός/κουλτούρα από την άλλη, είναι μαγνήτες που έλκουν ανθρώπους. Διαχρονικά, όσοι Ευρωπαίοι ήθελαν να αποφύγουν το χειμώνα ταξίδευαν στις μεσόγειες περιοχές, όσοι αναζητούσαν τον πολιτισμό επισκέπτονταν την Ιταλία και την Ελλάδα, ενώ για όσους ταξίδευαν για λόγους υγείας, προορισμοί τους ήταν οι λουτροπόλεις και τα παράλια.  

Η σχετικά μακρά πολιτική σταθερότητα μετά το 1814 στην Ευρώπη, η βιομηχανική επανάσταση και η αστικοποίηση, έδωσαν τη δυνατότητα για ασφαλή και σχετικά φθηνά ταξίδια, επομένως περισσότερο μαζικά.  

Πολύ σύντομα οι κάτοικοι των «προορισμών» άρχισαν να αντιλαμβάνονται τη θετική επίδραση των επισκεπτών στην τοπική οικονομία και να «κεφαλαιοποιούν» το συγκριτικό τους πλεονέκτημα, ώστε να καταστήσουν τις περιοχές τους «ανταγωνιστικότερες» σε σχέση με άλλες. Κοινός παράγοντας στα παραπάνω είναι το κλίμα.  

Εάν θέλουμε να δούμε πώς εξελίχθηκε το κλίμα τα τελευταία περίπου 1000 έτη, βλέπουμε ότι μεταξύ 800 και 1400 μ.Χ. το κλίμα ήταν μάλλον ήπιο και όχι ιδιαίτερα κρύο. Ακολουθήσε μια μικρή περίοδος παγετώνων από το 1400 μέχρι και το 1800 μ.Χ. και έκτοτε, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 20ού αιώνα, το κλίμα λίγο ως πολύ είναι αυτό που ξέρουμε, με αύξηση της θερμοκρασίας που πιθανά μπορεί να αποδοθεί στη βιομηχανική επανάσταση.  

Η αναφορά αυτή δείχνει ότι στην κλίμακα της ζωής ενός ανθρώπου, τον κοινό παράγοντα για όλους μας «κλίμα», λίγο ως πολύ, το αντιμετωπίζουμε ως μια «σταθερά με κάποιες ιδιοτροπίες, όχι ιδιαίτερα συχνές».  

Ωστόσο, εάν το παραπάνω σκεπτικό το διατυπώσουμε για τα νησιά της Καραϊβικής, το Bangladesh, την Αλάσκα, το Δέλτα του ποταμού Νείλου αλλά και τα Αλπικά τοπία της Ευρώπης, θα διαπιστώσουμε ότι η αλλαγή στο κλίμα είναι παρατηρήσιμη στην «κλίμακα» ζωής ενός ανθρώπου και θα μπορούσε να συνοψιστεί με τις λέξεις ερημοποίηση, πλημμύρες, καταστροφή ακτών.  

Πρόκειται για καιρικά φαινόμενα, των οποίων η ένταση αφήνει μεγάλο «αποτύπωμα», προκαλώντας και άμεσες οικονομικές επιπτώσεις.  

Ενδεικτικά, για την περιοχή μας, αν τα παραπάνω θελήσουμε να τα αποτυπώσουμε σε αριθμούς, θα δούμε ότι τα δύο τρίτα της ακτογραμμής της Κρήτης είναι υπό διάβρωση και μια επιφάνεια 355 τετραγωνικών χιλιομέτρων βρίσκεται υπό απειλή.  

Επιπλέον, το 85% του ελληνικού πληθυσμού ζει σε απόσταση μικρότερη από 50km από την θάλασσα με ό,τι αυτό συνεπάγεται, εάν αναλογιστούμε τη διάβρωση που απειλεί τις ακτές.  

Περισσότερο πρακτικά, σε ό,τι αφορά στον Τουρισμό, η κλιματική αλλαγή θα «ανακατανείμει» τους επισκέπτες όχι μόνο χρονικά  αλλά και χωρικά και μάλιστα υπέρ των βορείων χωρών, σύμφωνα με μελέτη της Deutche Bank.  

Η ανακατανομή είναι ένα πρόβλημα, αλλά δεν είναι το μόνο. Ενδεικτικά μπορούμε να αναφερθούμε στην έλλειψη νερού, τα ακραία καιρικά φαινόμενα και τους σχετικούς κίνδυνους για την ανθρώπινη ζωή.  

Επιπλέον, θα απαξιωθούν επενδύσεις (από χιονοδρομικά κέντρα έως μαρίνες), θα καταστραφούν παράλιες, ενώ δεν πρέπει να παραβλέπουμε και το αυξημένο κόστος της ενέργειας για τη διατήρηση της θερμοκρασίας σε ανεκτά επίπεδα.  Η κλιματική αλλαγή επομένως ορίζει και το διακύβευμα, το οποίο είναι οι πόροι του προορισμού, δηλαδή το συγκριτικό του πλεονέκτημα, το οποίο αν χαθεί δε θα μπορούμε να συζητάμε για «ανταγωνιστικό».  

Επομένως η συζήτηση πρέπει να μετατοπιστεί από τους ανταγωνιστικούς προς τους ανθεκτικούς προορισμούς. Τι είναι όμως ανθεκτικός προορισμός; 

Η ανθεκτικότητα ως έννοια προέρχεται από τις επιστήμες της βιολογίας, της υγείας και του περιβάλλοντος και περιγράφει την ικανότητα ενός οργανισμού ή ενός οικοσυστήματος να προσαρμόζεται και να ευδοκιμεί σε όχι φιλικές συνθήκες, μετά από μια «διαταραχή».  

Κατ’ αναλογία, η ανθεκτικότητα ενός προορισμού αφορά στην ικανότητα προσαρμογής μετά από μια «διαταραχή», στην ικανότητά του να «ευδοκιμήσει».   

Εν προκειμένω, η διαταραχή θα προέλθει από την κλιματική αλλαγή, ως εκ τούτου, στόχος είναι να μειώσουμε την «ευπάθεια» ενός προορισμού και να τον «προικίσουμε» με την ικανότητα της ανθεκτικότητας.  

Για να θεμελιώσουμε την ανθεκτικότητα ενός προορισμού, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μπορούμε να προβλέπουμε τις διαταραχές, να προετοιμαζόμαστε κατάλληλα και εγκαίρως για την αντιμετώπισή τους, να τις αντιμετωπίζουμε αποτελεσματικά και τέλος να αναρρώνουμε.  

Επομένως θεμέλια της ανθεκτικότητας είναι η πρόβλεψη και η επινοητικότητα, η αξιοποίηση των πόρων, η γνώση για το ποια είναι τα υποκατάστατα των παραγωγικών μας συντελεστών, η αποφυγή της υπερβολικής εξειδίκευσης, η ενίσχυση της ικανότητας για μάθηση μέσα από τις εμπειρίες, η απρόσκοπτη επικοινωνία μεταξύ των ομάδων και των ατόμων του προορισμού, ώστε να διαχέεται η πληροφορία, η αντιμετώπιση της διαταραχής χωρίς να υποβαθμίζεται το βιοτικό επίπεδο  και τέλος η έγκαιρη επίτευξη των στόχων για να περιορίσουμε πιθανές απώλειες.  

Συνοψίζοντας τα παραπάνω, η κλιματική αλλαγή είναι πλέον παρατηρήσιμη στην κλίμακα διάρκειας ζωής ενός ανθρώπου καθιστώντας αναγκαιότητα το κτίσιμο ανθεκτικών προορισμών. Ας σκεφτούμε λοιπόν:  αν θεμελιώνουμε όλα όσα είναι απαραίτητα για να κάνουμε την Κρήτη  ένα ανθεκτικό  προορισμό.     

  

* Ο Γ.Ι. Ξανθός είναι  επίκ. καθηγητής στο Τμήμα  Διοίκησης Επιχειρήσεων  και Τουρισμού του Ελληνικού  Μεσογειακού Πανεπιστημίου