Έχω προσέξει ότι κάθε χρόνο οι ταινίες που επικρατούν στοχεύοντας να μείνουν για καιρό στην καρδιά μας, μοιράζονται ένα κοινό θέμα. Τα προηγούμενα χρόνια με την κοινωνικοπολιτική κρίση να ελλοχεύει σε κάθε έκφραση της ζωής μας, φυσικό ήταν, η απληστία, η διαφθορά, η αναβίωση του ρατσισμού κι όλα αυτά που ενοχοποιούνται για την γενικευμένη παρακμή, να έρχονται πρώτα στο στόχαστρο των δημιουργών.
Ο κινηματογράφος από τις πιο “ζωντανές” μορφές τέχνης, μπορεί και αφουγκράζεται τις ανησυχίες πολλών ανθρώπων.
Το σημαντικό δε είναι, ότι η δυνατότητα που δίνεται στους θεατές να γνωρίσουν μέσω αυτής της τόσο προσιτής δημιουργίας την ιδιοσυγκρασία και την κουλτούρα διαφορετικών λαών, είναι κάτι μαγικό. Γι’ αυτό δεν θα παύσω να εκπλήσσομαι όταν ειδικά στη κατηγορία των ξενόγλωσσων ταινιών που παρουσιάζονται κάθε χρόνο υποψήφιες για την ανώτερη διάκριση των βραβείων Oscar, η επιλογή για την καλύτερη είναι μια δύσκολη υπόθεση.
Το αξιοσημείωτο φέτος είναι ότι οι περισσότερες ταινίες απ’ όσες τουλάχιστον πρόλαβα να δω παραγωγές του ‘18 φυσικά πέραν της αρτιότηάς τους έχουν κι ένα κοινό σημείο. Τόσο η ποιητικά απλή “Ρόμα” όσο και η καμουφλαρισμένα ευαίσθητη με τον τίτλο “Κλέφτες καταστημάτων” αλλά και η εκλεπτυσμένα ρεαλιστική ταινία “Ψυχρός Πόλεμος” πραγματεύονται την αγάπη σαν το κυρίαρχο συναίσθημα, που δίνει δύναμη και κουράγιο για επιβίωση και που κι αν ακόμα δεν υπαγορεύεται από δεσμούς αίματος αλλά απλά χαρίζεται, είναι απίστευτα ανυψωτική κι ανθρώπινη.
Οι ταινίες στο σύνολό τους που ξεχώρισαν τον χρόνο που πέρασε είχαν κι ένα άλλο χαρακτηριστικό. Μια τάση ονειροπόλησης αλλά και κρυμμένης νοσταλγίας που αγγίζει αυτοβιογραφικά κομμάτια των δημιουργών τους και γι’ αυτό ιδιαίτερα ελκυστικά. Η αλήθεια που έχει βιωθεί και κατασταλάζει στην συνείδηση με τον πιο απλό κι άμεσο τρόπο.
Το σήμερα γυρίζει στο χθες για να δώσει απαντήσεις και κάποια παρηγοριά αφού το ζητούμενο παραμένει το ίδιο. Η αγάπη απ’ όπου κι αν πηγάζει όπου κι αν οδηγεί είναι μαγική, πολύτιμη όσο και αναντικατάστατη, ικανή να γεμίσει μόνη της την ψυχή.
Γι’ αυτό ψηφίζω κινηματογράφο, γιατί είναι ένα εργαλείο στα μέτρα μας. Και μ’ αυτή την ευκαιρία της επικοινωνίας μας προτείνω την “Ρόμα” να πάρει το αγαλματίδιο καλύτερης ξενόγλωσσης, γιατί χωρίς να κάνει καμιά προσπάθεια να με συγκινήσει, με πήρε απλά μαζί της… αναβιώνοντας την αγάπη μου για τον καλό κινηματογράφο.