Ειλικρινά δεν με εκπλήσσει αυτός ο τίτλος… ούτε με ξαφνιάζει. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν μου φάνηκαν παράξενα. Όμως, νιώθω πικρία, στεναχώρια και απογοήτευση. Τέσσερις περίπου δεκαετίες, έζησα μικρές, μεγάλες και υπερβολικά μοναδικές στιγμές. Δεν είναι μικρό πράγμα για έναν εργαζόμενο.

Υποδεχθήκαμε πρώτοι τα έργα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, τις κρητικές εικόνες, τα πορτραίτα φαγιούμ, πρωτοαγγίξαμε τα εκ Βενετίας αποσταλέντα μικροφίλμς του Βενετσιάνικου αρχείου, τα έγγραφα του αρχείου του Φράιμπουργκ.

Πήραμε και διαφυλάξαμε το αρχείο της Ορφανικής Τράπεζας μαζί με το αρχείο της Δημογεροντίας από τους υπόγειους χώρους της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης. Ιδιαίτερη, επίσης, τιμή υπήρξε για μας, ο εντοπισμός και η διαφύλαξη του αρχείου της Κρητικής Πολιτείας, που βρισκόταν στις αποθήκες του Στομίου κοντά στη θάλασσα.

Όμως, μεγαλύτερη τιμή ήταν η παρουσία μας σ’ έναν ιερό εργασιακό χώρο! Σ’ έναν χώρο που του οφείλουμε πολλά. Ένα σημείο αναφοράς των Καστρινών από το οποίο πέρασαν γενιές και γενιές και έχουν πολλά να θυμούνται!

Πέραν πάσης αμφισβητήσεως, η Βικελαία Βιβλιοθήκη χαίρει της αγάπης και της εκτίμησης του συνόλου των δημοτών και όχι μόνον. Μακρά η πορεία της στον χρόνο, φωτισμένοι άνθρωποι, που κατά καιρούς πέρασαν από αυτή, εξίσου σημαντικοί οι συνεργάτες, μεγάλος ο πλούτος της, αλλά και οι δράσεις της, της προσέδωσαν μια ιδιαίτερη βαρύτητα, όχι συνηθισμένη για βιβλιοθήκες της επαρχίας.

Ήταν χαρακτηριστικά τα λόγια του Δανού επιτρόπου Στήβενσον, υπευθύνου του προγράμματος Recite, όταν αποκτήσαμε ως βιβλιοθήκη τα αρχεία του βενετσιάνικου αρχείου, χαρακτηρίζοντάς την ως ένα είδος «Ακαδημίας της Κρήτης».

Ευτύχησε να ακολουθήσει την μοίρα μιας πόλης με τεράστια ιστορική και πνευματική παράδοση. Προϋπήρξε των λογοτεχνικών δράσεων του Καζαντζάκη της Έλλης και Γαλάτειας Αλεξίου κατά την εποχή του Μεσοπολέμου, όταν ο Δημήτρης Μητρόπουλος κατέβαινε στο Ηράκλειο, για να εκτελέσει σονάτες του Λευτέρη Αλεξίου στο πιάνο. Ήταν σπάνιο πράγμα αυτή η πνευματική αναγέννηση, που ζούσε η Πολιτεία του Μεγάλου Κάστρου.

Δεν συνέβαινε εύκολα αυτό σε επαρχιακές πρωτεύουσες της χώρας μας. Και μαζί με όλα αυτά, η Βικελαία να δίνει το δικό της παρόν να εμπλουτίζεται και να λαμπρύνει χάρη στην ύπαρξή της!

Ήταν Απρίλης του 1986, δύο του μηνός, όταν πρωτοανέβηκα την υπέροχη εκείνη μαρμάρινη σκάλα του Μεγάρου «Αχτάρικα». Πρώτη ημέρα εργασίας και με καλωσόρισε η τότε εφορευούσα Αργυρώ Καρούζου.

Ο αείμνηστος έφορος της Βιβλιοθήκης, Νίκος Χ. Γιανναδάκης, έλειπε στην Αθήνα με δύο συναδέλφους μου, τις κυρίες Φρίντα Χατζάκη και Βενετία Τουβλελίου, προκειμένου να καταγράψουν και να παραλάβουν την δωρεά του Γιώργου και της Μάρως Σεφέρη.

Πέρασαν μερικές μέρες εργασιακής απασχόλησης γενικών καθηκόντων για την αφεντιά μου και είχε έρθει από την Αθήνα ο Νίκος Γιανναδάκης. Πρωτογνωριστήκαμε και με αυστηρό, αλλά πάντα καλοπροαίρετο ύφος, μου ανάθεσε να βοηθώ στην εξυπηρέτηση του αναγνωστικού κοινού στο δανειστικό τμήμα, καθώς και στο τμήμα εφημερίδων. Τότε, τα δύο αυτά τμήματα συνυπήρχαν.

Η συνεργασία μας, στη συνέχεια, υπήρξε αγαστή και εποικοδομητική. Η συναναστροφή μαζί του απέπνεε μια αύρα πολιτισμού και σύνεσης, δημιουργικότητας και τόλμης, καλλιέργειας και αγάπης. Όλα αυτά συνέβαιναν τότε…!

Παλαιότεροι Ηρακλειώτες, που συχνά επισκέπτονταν την Βιβλιοθήκη μας, θα θυμούνται στο γραφείο του Νίκου στον δεύτερο όροφο του Μεγάρου «Αχτάρικα», τους τακτικούς επισκέπτες. Τον Μενέλαο Παρλαμά, τον Στυλιανό Αλεξίου, τον Γιώργο Σαββίδη, την Γεωργία Ορφανού, τον Νίκο Παναγιωτάκη, την Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, τον Κωστή Φραγκούλη, τον Μιχάλη Κοπιδάκη, τον Θεοχάρη Δετοράκη, τον δήμαρχο Μανόλη Καρέλλη και άλλους να συζητούν, να σχεδιάζουν, να ενδιαφέρονται… στον προαναφερόμενο χώρο που νομίζω, ότι δεν υστερούσε σε τίποτα από το περίφημο πατάρι του Λουμίδη.

Περασμένα μεγαλεία άλλων, πραγματικά ωραίων και μοναδικών εποχών! Σήμερα, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Εδώ και μια δεκαετία περίπου, από τότε που έγινε η μεταφορά στο ανακαινισμένο Μέγαρο «Αχτάρικα», το προσωπικό της Βιβλιοθήκης έχει μειωθεί αισθητά.

Τμήματά της έχουν ήδη αρχίσει να αποστελεχώνονται και να κλείνουν, όπως το τμήμα εφημερίδων, περιοδικών και αρχείων και θα ακολουθήσουν και άλλα. Όλοι γνωρίζουν την πραγματική κατάσταση και κανενός «δεν ιδρώνει το αυτί». Δεν βλέπω καμμία αντίδραση από κανένα.

Άνθρωποι του πολιτισμού, διαφόρων φορέων, συλλόγων, μορφωτικών εταιρειών… Λυπούνται, στεναχωριούνται σε εισαγωγικά. Εντελώς επιφανειακά, επιδεικνύοντας αδιαφορία και μόνο αδιαφορία για την πνευματική καρδιά της πόλης μας. Μια πραγματικά δυσάρεστη εξέλιξη που δεν μας τιμά· αντίθετα, μας υποβιβάζει!