Του Νίκου Λεβεντάκη*
Η έναρξη των συζητήσεων ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία για θέματα που τον προηγούμενο χρόνο προκάλεσαν ένταση και αντιπαραθέσεις μεταξύ μας, αναθερμαίνει τις ελπίδες για ειρηνική και καλόπιστη επίλυση των διαφορών μας. Η προσφυγή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων χωρών που η ιστορία έταξε να γειτονεύουν, είναι σε όλες τις συνθήκες πράξη στοιχειώδους σοβαρότητας και σωφροσύνης, που υπηρετεί τα γνήσια συμφέροντα των λαών τους. Αντίθετα οι απειλές προσφυγής στη βία, οι μονομερείς ενέργειες, σαν τις έρευνες της Τουρκίας σε αμφισβητούμενες περιοχές, και η άσκηση παράλογων εκβιασμών, σαν το τουρκολιβυκό σύμφωνο που επαναφέρει στα χαρτιά την Κρήτη σε ζυγό, που με ροές αιμάτων του λαού της αποτίναξε πριν πολλούς χρόνους, είναι μέτρα που δεν συνάδουν με την προοπτική φιλικών σχέσεων. Στοιχεία παραλογισμού εμπεριέχει και η απαίτηση ενός κράτους που διακηρύσσει αιτία πολέμου την εφαρμογή κανόνα διεθνούς δικαίου από γείτονα του, να ζητά αποστρατικοποίηση εκτεθειμένων περιοχών της επικράτειας που απειλεί. Πρώτο βήμα, κατά συνέπεια, του ελληνοτουρκικού διαλόγου είναι η αποκατάσταση της κοινής λογικής.
Η θέση της Ελλάδας στην κύρια διαφορά, της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας που τελευταία αναδείχθηκε είναι τόσο ισχυρή, ώστε δε χρειάζεται διαμεσολάβηση για να αναγνωριστεί. Είναι αλήθεια ότι το τελευταίο τουλάχιστο τέταρτο αιώνα η Τουρκία έχει κάμει συστηματικές μελέτες και πάρει πρωτοβουλίες διεξόδου από τη δυσχερή θέση της, για να δημιουργήσει ρωγμές στο μέτωπο των ελληνικών δικαιωμάτων. Σε αντίθεση με το ελληνικό κράτος που αρκείται να βροντοφωνάζει το δίκιο του, καταφεύγοντας στα δύσκολα, στην προστασία που απορρέει από τη μειωμένη άσκηση της κυριαρχίας του. Αλλά η προοπτική της Ελλάδας να αποκομίσει το μέγιστο των δικαιωμάτων από την εφαρμογή των αρχών του διεθνούς Δικαίου, στην παρούσα διαπραγμάτευση συμβαδίζει με την υλοποίηση όσων προβλέπουν οι διεθνείς συμφωνίες, αντί των συμπεριφορών προτεκτοράτου. Η περίπτωση της Κύπρου και των μεταπολεμικών δεινών που υπομένει, αποδείχνει ότι ο ρόλος προτεκτοράτου δεν είναι επωφελής ούτε για τα εθνικά μας ζητήματα. Με βάση το ρόλο της αυτό, άλλωστε, άφησε η Ελλάδα να γιγαντωθεί ως τη σημερινή ισχύ της η Τουρκία, αντίθετα σε ιστορικά χρέη της ανθρωπότητας προς τη Μεσοποταμία, που συστηματικά καταληστεύει τον πλούτο της. Προϋπόθεση να δρομολογηθεί ο ελληνοτουρκικός διάλογος στο πλαίσιο αυτό είναι πρώτη η Ελλάδα να κάμει την αρχή εφαρμογής του Δικαίου της Θάλασσας.
Γεωλογία και Ιστορία
Τα νησιά του Αιγαίου και η Κρήτη δεν είναι ούτε αττόλες, ούτε μεμονωμένες εμφανίσεις στεριάς στο μέσο μιας θάλασσας. Όπως διδάσκει η παγκόσμια γεωλογική επιστήμη, είναι τα κατάλοιπα από τη βύθιση για δεύτερη φορά στεριανής επικράτειας, της Αιγαιίδας, που ένωνε την Ελλάδα με τη Μικρά Ασία. Εξέχουν έτσι από την επιφάνεια της θάλασσας έχοντας έδραση σε κοινό υπόστρωμα υποθαλάσσιων πλακών, που συγκροτούν την υφαλοκρηπίδα τους. Επήρεια των αντίστοιχων ηπειρωτικών εκτάσεων υπάρχει φυσικά και από τις δυο πλευρές του Αιγαίου. Αλλά με τους όρους που έχει θεσπίσει το Δίκαιο της Θάλασσας, δεν προκύπτουν συνέπειες από το διαχωρισμό κάποιου από τα νησιά των συγκεκριμένων ομάδων. Το ξέρει αυτό η Τουρκία. Και ενώ στοχεύει σε άλλα οφέλη γκριζάροντας περιοχές,δεν προσδοκά να εξασφαλίσει κέρδη από αυτό στη διαπραγμάτευση για την υφαλοκρηπίδα. Αλλά να δημιουργήσει ρήγματα για ένα γενικότερο δούναι και λαβείν. Αυτό το στόχο έχει και η διεύρυνση του καταλόγου των διαφορών, που δεν πρόκειται να εγκαταλείψει.Στην περίπτωση της ελληνικής επικράτειας τα νησιά του Αιγαίου οργανώνονται σε τρία διακριτά συμπλέγματα που μαζί με την Κρήτη αποτελούν αντικείμενο οριοθέτησης. Του βόρειου Αιγαίου, των Δωδεκανήσων και των Κυκλάδων. Κανένα μεμονωμένο νησί ανάμεσα τους δεν διακόπτει τη γεωλογική ενότητα του συνόλου.
Εκτός από τον ομοιόμορφο χαρακτήρα του γενικότερου γεωλογικού σχηματισμού ενός νησιωτικού αρχιπελάγους,το Δίκαιο της Θάλασσας βασίζεται σε μια ακόμη σπουδαία αρχή, της βιωσιμότητας των ανθρώπινων κοινοτήτων που διαβιούν. Έτσι για την Ελλάδα είναι σημαντικό πως για χιλιετίες, όχι μόνο ζούσαν και ζουν καθαρά ελληνικοί πληθυσμοί, αλλά είχαν αναπτύξει και διακριτούς απέναντι σε τρίτους, όσο και μεταξύ τους κοινωνικούς και πολιτιστικούς δεσμούς. Άλλη ιστορική διαδρομή έχει η Κρήτη, άλλη τα Δωδεκάνησα, οι Κυκλάδες και το βόρειο Αιγαίο. Και όλα μαζί σε ιστορία, πολιτισμό και παραδόσεις είναι πολύ διαφορετικά από της Μικράς Ασίας, ακόμη και των βυζαντινών χρόνων. Τους κατοίκους αυτών των νησιωτικών ενοτήτων αναγνωρίζει το Δίκαιο της Θάλασσας δικαιούχους των αποκλειστικών τους ζωνών.
Μέχρι και σήμερα, παρά την εγκατάλειψή τους από την ελληνική πολιτεία, σε βαθμό να μην είχε ζητηθεί εξαρχής από την ΕΕ μεταφορικό ισοδύναμο σαν στοιχειώδες μέτρο κοινωνικής δικαιοσύνης και εθνικής συνοχής, οι κάτοικοι των νησιών αυτών ζουν και αναπτύσσουν τον πολιτισμό που εκπέμπει στην καθημερινότητα του όλος ο Ελληνισμός. Έτσι συγκροτείται το αδιαπέραστο τείχος, που καμιά φιλική ή εχθρική δύναμη δε μπορεί να διασπάσει. Καμιά εκτός της ολιγωρίας και της αφερεγγυότητας του ελληνικού κράτους, που στην περίπτωση του πιο εκτεθειμένου νησιωτικού πλέγματος Καστελόριζου Στρογγύλης φρόντισε η μεγαλύτερη ανθρώπινη κοινότητά του στη ζωή σήμερα, να βρίσκεται στην Αυστραλία.
Όπως είναι γενικά γνωστό ουδέποτε εκπρόσωποι του κεντρικού κράτους ενημέρωσαν τους κατοίκους των νησιωτικών ενοτήτων για όσα προβλέπει το διεθνές δίκαιο στις θαλάσσιες ζώνες τους ή τις προοπτικές που διανοίγονται μπροστά τους. Δε μιλούμε εδώ για την ανάλυση σύνθετων επιστημονικών ζητημάτων δικαίου, γεωλογικών δομών ή διαχείρισης θαλάσσιων ζωνών σε λαϊκές συνελεύσεις. Ούτε για την άσκηση λαϊκής διπλωματίας. Αλλά για ενημέρωση συγκροτημένων θεσμικών οργάνων, όπως οι αντίστοιχες Περιφέρειες της χώρας. Η ανάληψη ουσιαστικού ρόλου από τα όργανα αυτά είναι ουσιαστική προϋπόθεση δίκαιης κατάληξης της διαφοράς, που τα διεθνή δικαιοδοτικά όργανα δε μπορούν να παραβλέψουν. Ποιο κράτος μπορεί να επικαλείται το διεθνές δίκαιο και να αρνείται τους όρους εφαρμογής που αυτό προβλέπει;
Πριν από λίγα χρόνια η αείμνηστη Βιργινία Μανασάκη με θεσμική τότε ιδιότητα, είχε οργανώσει δυο σημαντικές δημόσιες συναντήσεις που παρουσιάστηκαν πολλά από τα καίρια θέματα της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης για την Κρήτη. Ασφαλώς δε λείπει το γνήσιο ενδιαφέρον εκπλήρωσης στοιχειώδους υποχρέωσης, που αρνούνται τα αρμόδια περιφερειακά όργανα και προπαντός οι κρατικοί εκπρόσωποι να ικανοιποήσουν και σήμερα. Όπως δεν θα είναι ο αναγκαίος πατριωτισμός που έλειψε, για να μη βγάλουν κιχ τα θεσμικά περιφερειακά μας όργανα πάνω σε όσα προσβλητικά στη μνήμη των προγόνων μας διαμείφθηκαν το περασμένο καλοκαίρι από τους Τούρκους, νότια της Κρήτης. Κάποιο σοβαρό λόγο θα έχουν που τήρησαν τη στάση εκείνη. Σήμερα, όμως, ξεκίνησαν κρίσιμες διαπραγματεύσεις που θα κρίνουν τη μοίρα πολλών επόμενων γενιών. Καλό είναι που τα όργανα αυτά ενδιαφέρονται για την καλή κατάσταση του χλοοτάπητα και των πιο απομακρυσμένων οικισμών μας. Τουλάχιστο εξίσου σημαντικό είναι να ενδιαφερθούν και για το ποιοι θα δικαιούνται να παίζουν μπάλα, ύστερα από 23 γενιές στα γήπεδα αυτά.