Αρχές του έτους 1972 γνωρίστηκα με τον Γιάννη Λεμπιδάκη, Διαχειριστή-Διευθύνοντα Σύμβουλο της Εταιρείας ΠΛΑΣΤΙΚΑ ΚΡΗΤΗΣ Ε.Π.Ε. Εκείνη την εποχή ζητούσε να προσλάβει έναν υπάλληλο και με προσέλαβε, δεδομένου ότι είχα εκδιωχθεί από το Αστυνομικό Σώμα, το έτος 1967, από την Χούντα των Συνταγματαρχών, για τα δημοκρατικά μου πιστεύω. Υπήρξα ο πρώτος υπάλληλος γραφείου της Εταιρείας και εξελίχθηκα γρήγορα σε βασικό στέλεχος γενικών καθηκόντων, απολαμβάνοντας της απόλυτης εμπιστοσύνης του Γιάννη Λεμπιδάκη. Πάρα πολλές λεπτομέρειες είναι αποθηκευμένες στο μυαλό μου, από την τότε συνεργασία μας.
Λίγα λόγια μόνο. Η αρμονική συνεργασία, η στενή φιλική και οικογενειακή σχέση που αναπτύχθηκε μεταξύ μας συντελέσανε σε μεγάλο βαθμό, ώστε τον Αύγουστο του 1975 να με στεφανώσει η πολύ έξυπνη, δραστήρια, αγαπητή και καλοσυνάτη γυναίκα του, Άννα. Ο Γιάννης και η Άννα Λεμπιδάκη αποτελούσανε ένα από τα ιδανικότερα, τα διαλεχτότερα ζευγάρια του Ηρακλείου. Εργατικοί και έντιμοι, έξυπνοι και δραστήριοι, σωστοί και προοδευτικοί επαγγελματίες, αγαπητοί και δίκαιοι εργοδότες. Έχαιραν ιδιαίτερης εκτίμησης και αξιωθήκανε να αναθρέψουνε, να μορφώσουνε και να δρομολογήσουνε επαγγελματικά τα δυο αγόρια τους, τον Μιχάλη και τον Μανώλη, άξιους συνεχιστές της Εταιρείας. Θέλω να τονίσω ιδιαίτερα ότι, ο Γιάννης Λεμπιδάκης ήτανε πάντα το ανήσυχο πνεύμα έντιμης δημιουργίας.
Μεθοδικός, εργατικός, δραστήριος και δημιουργικός. Πάντα συνεπής στις υποχρεώσεις του, στους εργαζόμενους, στους προμηθευτές, στις τράπεζες. Γι’ αυτό και πρόκοψε, τόσο στην επιχείρηση της ΠΛΑΣΤΙΚΑ ΚΡΗΤΗΣ, όσο και στη δημιουργία της ΠΑΓΚΡΗΤΙΑΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ, της οποίας υπήρξε οραματιστής και Πρόεδρος μέχρι πριν λίγους μήνες.. Ό,τι έκανε και ό,τι απέκτησε, τα έκανε με πολύ κόπο, ιδρώτα και τιμιότητα. Δεν υπήρξε κλέφτης και απατεώνας. Υπήρξε υπόδειγμα ανθρώπου, επιτυχημένου Κρητικού επιχειρηματία. Γιατί λοιπόν αυτή η αδικία σε βάρος της οικογένειάς του;
Με βαθειά θλίψη και αγωνία παρακολουθώ κι εγώ, από την πρώτη στιγμή, αυτό το δράμα που περνά αυτή η οικογένεια, εδώ και 6 μήνες περίπου. Είναι ό, τι χειρότερο μπορεί να συμβεί σε μια οικογένεια και, μάλιστα, αγαπημένη και αγαπητή σ’ όλη την κοινωνία του Ηρακλείου και όχι μόνο. Δεν μπορώ να αρθρώσω κουβέντα στους αγαπητούς μου Γιάννη και Άννα για το κακό που τους βρήκε. Ένιωθα όμως την ανάγκη να γράψω και να δημοσιοποιήσω τούτα τα λίγα λόγια, με την ευχή σύντομα να τελειώσει το μαρτύριό τους, του Μιχάλη και της οικογένειάς του, και να επιστρέψει στη μεγάλη τους ζεστή αγκαλιά.
Για τους άνανδρους εγκληματίες που τον κρατούνε όμηρο θα πω πως όλα εδώ πληρώνονται και ελπίζω σύντομα να λογοδοτήσουνε. Τα ευρώ που ζητούνε δεν τους ανήκουνε, δεν είναι στραγάλια, αποκτούνται έντιμα, δίκαια και με ιδρώτα. Αν έχουνε κρητικό φιλότιμο ή αν τους έχει μείνει κάποιο ίχνος ανθρωπιάς, ας το δείξουνε, έστω και αργά, για να αλαφρύνουνε και τη θέση τους.
Για τους πρώην συναδέλφους μου Αξιωματικούς, ας ψάξουνε λίγο περισσότερο, ερευνώντας, αν μέχρι σήμερα δεν το έχουνε κάνει, και στο στενότερο εργασιακό και επαγγελματικό περιβάλλον. Γιάννη και Άννα, σας χρωστούσα τούτα τα λίγα λόγια, αγάντα, κουράγιο. Μιχάλη, κάνε υπομονή.