Β’ μερος
Η ιστορία της Χαλδίας και των κατοίκων της είναι αρχέγονη και φαινομενικά πλούσια. Η αρχική ονομασία ήταν Χαλύβη ή Αλύβη, από τους αρχαίους επονομαζόμενους Χάλυβες ή Χάλδοι, οι οποίοι, λόγω των πλούσιων κοιτασμάτων της περιοχής, εμπορεύοντο χάλυβα σύμφωνα με τον Στράβωνα1. Την λέξη «χάλυβας» φαίνεται πως εισήγαγαν οι ίδιοι στο ελληνικό λεξιλόγιο. Με το πέρασμα των χρόνων η αρχαία ονομασία συναιρέθηκε σε Χαλυβία και έπειτα σε Χαλδία. Στην αρχαιότητα η περιοχή της Χαλδίας θεωρούνταν μονάχα τα υψίπεδα της Αργυρουπόλεως, όμως αργότερα κατά τους βυζαντινούς χρόνους βλέπουμε πως περιγράφει και τις παράλιες περιοχές του ανατολικού Πόντου με σημαντικότερο κέντρο την Τραπεζούντα2.
Η Χαλδία περιγράφεται από τον Ξενοφώντα ήδη από τους αρχαιοτάτους αιώνες ως πολυεθνοτική. Οι οικιστές της κατά τον αρχαίο ιστορικό ήταν οι Χάλυβες, οι Τάοχοι, οι Σκυθηνοί και οι Μάκρωνες3. Οι Μάκρωνες φέρουν ελληνική ονομασία, καθώς ο Ησίοδος τους αποκαλεί Μακροκέφαλους, Πυγμαίους και Ημίκυνας4, ενώ από την χώρα τους πέρασαν και οι αργοναύτες σύμφωνα με τον μύθο. Οι Χάλυβες από την άλλη, κατά πολλούς μελετητές αναφέρονται και στην Ιλιάδα ως η φυλή των Αλιζώνων. Όλα τα παραπάνω γηγενή μικρασιατικά φύλα κατοικούσαν όπως φαίνεται καθένα διάφορες περιοχές έκαστο στην μεγάλη έκταση του Πόντου, της οποίας μέρος κατέληξε να συμπεριληφθεί στην επαρχία της μεσαιωνικής αργότερα Χαλδίας. Ωστόσο, την έρευνά μας ενδιαφέρει περισσότερο η φυλή των Μακρώνων, οι οποίοι κατοικούσαν το συγκεκριμένο μέρος της Χαλδίας που μελετάμε, δηλαδή τα προαναφερθέντα υψίπεδα της Αργυρουπόλεως, την καθ ‘αυτή Χαλδία, καθώς λέγεται από διαφόρους μελετητές πως είχαν μετοικίσει στην περιοχή από την Παφλαγονία κατά τον τρωικό πόλεμο. Η αρχαία αυτή φυλή κατά τον Στράβωνα ονομαζόταν πλέον στην εποχή του (1ος αιώνας π.Χ.-1ος αιώνας μ.Χ.) «Σάνι» και συνέχιζαν να ζουν από τους αρχαίους χρόνους στην ίδια περιοχή της Χαλδίας, στην ενδοχώρα νότια της Τραπεζούντος5 6. Το ίδιος και στις μέρες του Φλαβίου Αρριανού (2ος αιώνας μ.Χ.)7
Σύμφωνα με την άποψη πολλών διακεκριμένων ιστορικών, όπως ο S. Dzahanashia, ο Simon Kaukhchishvili και ο Arnold Chikobava, η λέξη «Σαν» αυτοπροσδιόριζε τους αρχαίους Κόλχες όπως προκύπτει και από τα ελληνικά μυθολογικά αφηγήματα σε σχέση με την Κολχίδα, η οποία συναιρέθηκε σε «Ζαν» βόρεια της Κολχίδας (σημ. δυτική Γεωργία) και σε «Chan» (Τσαν) στον νότο, δηλαδή στην Χαλδία. Έτσι, εν τέλει επικράτησε ο αυτοπροσδιορισμός τους ως ονομασία και όχι ο ελληνικός «Μάκρωνες», καθώς σύμφωνα με τον Στράβωνα από την εποχή του και εντεύθεν αποκαλούντο πλέον εν γένει από τους συγγραφείς «Σάνι»8
. Επομένως, η φιλοπόλεμη φυλή των γνωστών ως «Chan» στον νότο, στην Χαλδία, οι οποίοι συναναστρέφονταν με τους Ρωμαίους και τους Βυζαντινούς, αναδύονται στα γραπτά του Προκόπιου από την Καισάρεια ως «οι Τζάνοι» (το Ch από την γλώσσα των Τζανών αντιστοιχεί σε Τζ στην ελληνική, εξ’ ου «Τζάνοι» από το αντίστοιχο Chan). Ο βυζαντινός πεζογράφος αναφερόμενος εκτενώς στους Τζάνους, τους περιγράφει ως φύλο φιλόμαχο, το οποίο δεν είχε ποτέ υποταχθεί στους Ρωμαίους και συνεχώς επιτίθετοκατά των Βυζαντινών την εποχή του συγγραφέα, καθώς βιοποριζόταν από τα κλοπιμαία που άρπαζε από τους γείτονες Βυζαντινούς, διότι η γη τους δεν ευωδούσε σε καλλιέργειες. Μονάχα κατά την διάρκεια της ηγεμονίας του Ιουστινιανού, εκχριστιανίστηκαν και υπήχθησαν στην κεντρική εξουσία. Έτσι, σταδιακά οι Τζάνοι άρχισαν να εξελληνίζονται, ενώ δεν πρέπει να παραλείπεται το γεγονός ότι τα παράλια του Πόντου είχαν εποικιστεί από τους Έλληνες στην αρχαιότητα, ενώ παράλληλα η Τραπεζούντα ειδικότερα, που ενδιαφέρει την παρούσα μελέτη, ιδρύεται κατά τον Ξενοφώντα από αποίκους εκ Σινώπης, η οποία με την σειρά της ήταν δημιούργημα Μιλήσιων επυλίδων. Κατά αυτόν τον τρόπο, οι παράκτιες ακτές της περιοχής ήταν μακρόχρονες και αρχαιότατες εστίες διάδοσης της ελληνικής γλώσσας και πολιτισμού. Επιπλέον, κατά τον Προκόπιο οι Τζάνοι υπήρξαν η αιτία του επονομαζόμενου «Λαζικού» ή «Κολχιδιακού» πολέμου μεταξύ Βυζαντινών και Περσών9.
Άραβας γεωγράφος Abul Feda του 10ου αιώνα – καθ’ υπερβολή ασφαλώς- χαρακτηρίζει την πόλη της Τραπεζούντας ως λαζικό, δηλαδή τζανικό λιμάνι10
Κρίσιμο σ ‘αυτό το σημείο να αποσαφηνιστεί ο όρος «Λαζός», διότι συγχέονται οι έννοιες. Επικρατεί μια παράδοση πως η ονομασία, της χώρας της αρχαίας Κολχίδας, «Λαζική» ήτο ρωμαϊκή και χρησιμοποιείτο περιστασιακά από τους Ρωμαίους και Βυζαντινούς από τον 1ο αιώνα π.Χ. και έπειτα. Έτσι, η λέξη «Λαζική» αποτελείται από δύο συνθετικά. Το πρώτο είναι το λατινικό άρθρο «La» και η δεύτερη είναι ο εθνικός προσδιορισμός «Ζαν», που αναλύσαμε παραπάνω. Προέκυψε δηλαδή η λέξη «Lazan», η χώρα των Τζανών δηλαδή, η οποία μετεξελίχθη σε «Lazica» στα λατινικά και «Λαζική» στα ελληνικά. Τζάνος δηλαδή και Λαζός είναι συνώνυμοι όροι, καθώς οι Τζάνοι και οι ομογενείς τους κάτοικοι της Λαζικής –Τζάνοι και αυτοί- εκτείνονταν ως την αρχαία Κολχίδα και ήτο ουσιαστικά απόγονοι των αρχαίων Κολχών. Κατά την διάρκεια όμως των επιδρομών των μουσουλμάνων Αράβων στον Καύκασο (7ος-8ος αιώνας μ.Χ.), οπότε καταστράφηκε η αρχαία μητρόπολη των Λαζών Φάσις, χρήστηκε η Τραπεζούντα ως η νέα αρχιεπισκοπή της «Λαζικής» και ως εκ τούτου άρχισαν να χρησιμοποιούνται ολοένα και περισσότερο οι όροι «Λαζική» και «Λαζός» αντί του «Τζάνος» όπως διαπιστώνεται και με τα γραπτά του Άραβα γεωγράφου παραπάνω11,Ωστόσο, σύμφωνα με τον Αρμένιο φιλόσοφο Anania Shirakatsi του 7ου αιώνα μ.Χ., η περιοχή της Χαλδίας, διακρίνεται από την υπόλοιπη Λαζική ως Τζανίχα12,13. Έτσι αργότερα, όταν συστάθηκε η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, οι βυζαντινοί αυτοκράτορες, αλλά και βυζαντινοί συγγραφείς όπως ο Γεώργιος Παχυμέρης, ο Νικηφόρος Γρηγοράς, καθώς και Τραπεζούντιοι-ως ένα βαθμό- όπως ο Ιωάννης Λαζαρόπουλος και ο Βασίλειος ο Τραπεζούντιος, θεωρούσαν τους αυτοκράτορες της Τραπεζούντας «Πρίγκηπες των Λαζών» και το κράτος τους «Πριγκιπάτο των Λαζών» και άρα όχι «Αυτοκράτορες των Ρωμαίων»14,15. Ο ισχυρισμός αυτός ήτο ξεκάθαρα υπερφίαλος και υπέκρυπτε πολιτικές σκοπιμότητες της εποχής. Μολαταύτα βέβαια, προβάλλει και την τζανική/λαζική διάσταση της περιοχής.
Τούτων δοθέντων, συνίσταται ολοφάνερο πως το συνθετικό, το μέρος δηλαδή «τζαν» των επιθέτων Μουρτζανός, Τζανιχίτης και Αμυντζαντάριος αναφέρεται στην φυλή των Τζανών. Ταυτοχρόνως, προφανώς τα επώνυμα αυτά εμπεριέχουν και άλλες λέξεις-συνθετικά π.χ. «Μουρ» και «Αμυν». Στην περίπτωση βέβαια του Μουρτζανός, η λέξη «Μουρ» όπως έχει αναλυθεί στο βιβλίο της οικογενείας εγκολπώθηκε στο βυζαντινό λεξιλόγιο από την αντίστοιχη λατινική «Μurus», που αναφέρεται σε κάτι σκούρο/σκουρωπό16.
Για παράδειγμα το προσωνύμιο του αυτοκράτορα Μουρτζούφλου περιλαμβάνει ακριβώς τον ίδιο προσδιορισμό και δηλώνει τον κατηφή, τον κατσούφη, εξαιτίας του σοβαρού ύφους του, δηλαδή εν προκειμένω τον «σκοταδιαμένο», τον μελαγχολικό17.
Επομένως, δύναται εύλογα να συνάγουμε το συμπέρασμα πως το επίθετο Μουρτζανός σημαίνει «Μαύρος Τζάνος» ή όπως θα αποδιδόταν σήμερα «Καρατζανός», δηλαδή ο κατεξοχήν Τζανός, ενώ το ομώνυμο χωριό της Χαλδίας «Καρατζανίτικα», το χωριό δηλαδή των κυρίως Τζανών. Κατά συνέπεια, το «Τζαν» αποτελεί ίδιον των ονομάτων της περιοχής της Τζανίχας, της Χαλδίας δηλαδή. Σ ‘αυτήν την αδιαφιλονίκητη αλήθεια συνηγορεί και η Royal Geographical Society of Great Britain γράφοντας πως την εποχή της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας αναφύονται Λαζικά/Τζάνικα επώνυμα με εξελληνισμένες καταλήξεις σε πολλά αρχεία και κατάστιχα της αυτοκρατορίας18.
Την εποχή λοιπόν της αυτοκρατορίας οι Τζάνοι ήταν προφανώς εξελληνισμένοι προ πολλού, ύστερα από οκτώ αιώνες από τον εκχριστιανισμό τους και την υπαγωγή τους στην αυτοκρατορική εξουσία, καθώς βέβαια διατηρούσαν την γλώσσα τους, τα Λαζικά, όπως διασώζονται μέχρι σήμερα στην περιοχή. Έτσι, ασφαλώς, το γεγονός ότι οι Τζάνοι και οι λοιποί Ρωμιοί συμβίωναν δίχως διακρίσεις διαφαίνεται από τις συμπράξεις τους στους εμφυλίους πολέμους της αυτοκρατορίας οπού λ.χ. οι Τζανιχίτες με φέουδο την Τζανίχα και οι πανίσχυροι Αμυντζαντάριοι ως αρχοντική οικογένεια μάχονταν σε αντίπαλα στρατόπεδα. Παραδείγματος χάριν, οι Αμυντζαντάριοι προασπίστηκαν, μετά τον θάνατο του Βασιλείου Μεγαλοκομνηνού το 1340, την Ειρήνη Παλαιολογίνα19.
Εν κατακλείδι, η αρχοντορωμαϊκή οικογένεια Μουρτζανός ανήκει στην καθ‘ αυτή βυζαντινή τάξη που εγκαθιδρύθηκε στο νησί ύστερα του 961 μ.Χ. και επί της ουσίας μαζί με τους άλλους παλαιούς κλάδους της νήσου «ενσαρκώνουν» τις παλαιότερες καταγεγραμμένες οικογένειες της Κρήτης, που επιβιώνουν μέχρι σήμερα. Οι Μουρτζανοί είναι λοιπόν, μια οικογένεια με πάνω από χίλια χρόνια ιστορία, καθώς μέρος του ονόματος όπως είδαμε αναφέρεται σε πλήθος αρχαίων και μεσαιωνικών συγγραφέων. Μαζί με τις άλλες αρχοντικές οικογένειες της νήσου υπερκερούν κατά πολύ τους αντίστοιχους παλαιούς οίκους της δυτικής Ευρώπης, των οποίων η ιστορία συνήθως δεν εμβαθύνει πέραν του 1100, ενώ παράλληλα αποτελούν μοναδικό και αξιοθαύμαστο φαινόμενο στον ελλαδικό χώρο, εξαιτίας των αρχειακών καταλοίπων, μέρος των οποίων διέσωσαν και οι Ενετοί. Οι οικογένειες αυτές συνιστούν εν τέλει θεμέλιο λίθο της κρητικής και ελληνικής ιστορικής οικογενειακής παράδοσης όντας παράλληλα τα τελευταία κλαδικά ψήγματα των μεγάλων οικογενειών της ανατολικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
1 Στράβων. Γεωγραφικά. 3.19.
2 Talbert, Richard J. A. (2000). Barrington Atlas of the Greek and Roman world: Map-by-Map Directory. Πρίνστον, Νιου Τζέρσεϊ: Princeton University Press
3 Ξενοφών. Κύρου ανάβασις. 4.8.1.
4Marcel Hofinger (1978). Lexicon Hesiodeum cum indice inverso. Λάιντεν.
5 Στράβωνας. Γεωγραφικά. Καππαδοκία, Τομ. 12 κεφ. 3.
6 Πλίνιος ο πρεσβύτερος, Greek and Roman materials, κεφ. 45.
7 Rood, T. (2011). Black sea variations: Arrian’s Periplus. Εκδότης: The Cambridge Classical Journal (New series) 57, 137-23.
8 John Lemprière, D. D (1788). Classical Dictionary containing a copious account of all the proper names mentioned in ancient authors.
9 Προκόπιος. Περί κτισμάτων. Παρ. 3.6.1-13.
10 Anthony Bryer (1988). Peoples and settlement in Anatolia and the Caucasus: 800-1900. σ. 107.
11 The Catholic Encyclopedia (1914). Charles George Herbermann, Edward Aloysius Pace, Condé Bénoist Pallen, Thomas Joseph Shahan, John Joseph Wynne. Εκδότηςò: Robert Appleton Company.
12 Α. Shirakatsi. Ashkharatsuyts, Long Recension, V, 19.
13 Προκόπιος. Περί κτισμάτων. Τομ. 3, 7.
14 Vasiliev A. A. (1926). The foundation of the empire of Trebizond 1204-1222. Medieval Academy of America.
15 Finlay George (1851). The history of Greece from its conquest by the crusaders to its conquest by the Turks, and of the empire of Trebizond, 1204-1461. Εδιμβούργο και Λονδίνο.
16 Prénoms classique et Modernes du monde entier. Chantecler, Belgique-France, D-MCMXCVII-001-486, Belgique, ó104
17 Εμμ. Κριαράς (1980). Λεξικό της μεσαιωνικής δημώδους γραμματείας 1100-1669. Θες/νίκη.
18 Royal Geographical Society (Great Britain). (1893), The Geographical journal, London, Royal Geographical Society.
19 Λυμπερόπουλος Β. (1999). Ο Βυζαντινός Πόντος-Η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας. Αθήνα.