Τελειώνοντας το 1942 και μπαίνοντας στο 1943, μετά την ήττα του Ρόμελ και την παράδοση του Άφρικα Κορπ, το πεσμένο ηθικό του γερμανικού στρατού οδηγούσε πολλούς στρατιώτες σε αυτοκτονίες, ποικίλες αντιδράσεις για τον Χίτλερ και τον πόλεμο, φυλακίσεις και άγριους βασανισμούς των ύποπτων Γερμανών στρατιωτών (Βιάννος, σχετική αφήγηση Δημοσθένη Ραπτόπουλου, Απρίλιος 2003).
Και ενώ επικρατούσε αναβρασμός, καθώς αναμενόταν η βρετανική απόβαση, που διέδιδαν με χίλιους τρόπους οι -πολύπειροι από την αποικιοκρατία τους στην πολιτική- Βρετανοί, ακόμη και μετά την απόβαση στη Σικελία (όπως φαίνεται και στα βρετανικά αλλά και στα γερμανικά αρχεία και στις ενσωματωμένες τους εκθέσεις), έναν πόλεμο ξεκινούσε η μεταπολεμική Ευρώπη.
Γιατί ετοιμαζόταν κατά του Κομμουνισμού, δηλαδή της μεγάλης ως τώρα συμμάχου κατά του Άξονα, Σοβιετικής Ένωσης. Οι Γερμανοί διακήρυτταν επίσημα πως όλη μαζί πλέον η Ευρώπη και ο Κόσμος πρέπει να συστρατευτούν με αυτούς, για να την αποτελειώσουν, ολοκληρώνοντας το έργο που ως τώρα κατάφερε εναντίον της ο Χίτλερ στο ρωσικό μέτωπο. Οι Γερμανοί ταυτίζουν την αντιγερμανική τάση με τον μπολσεβικισμό.
Ωστόσο, οι Γερμανοί είχαν κάνει «αστακό» την Κρήτη (και με την 22η Μεραρχία του Μίλερ), έτοιμοι για την απόβαση των Βρετανών στα ανατολικά παράλια της Βιάννου. Διευκόλυναν έτσι τις μεγάλες επιχειρήσεις των Συμμάχων (απόβαση στην Σικελία 09-07-1943), οι οποίοι κατάφεραν να συντονίσουν τότε τις αντάρτικες οργανώσεις της Ελλάδας με το ΣΣΜΑ (Συμμαχικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής).
Αρχές του 1943 το ακατάσχετο ρεύμα υπέρ του ΕΑΜ ώθησε τους Άγγλους, για τα μεταπολεμικά τους συμφέροντα, να οργανώσουν μεθοδευμένα την εξόντωσή του, χρησιμοποιώντας την πολιτική τους εμπειρία και την απειρία της ανέτοιμης πολιτικά ηγεσίας του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.
Με την άνοιξη του 1943, ξεκινά η επαναστατική έκρηξη της δεύτερης περιόδου της Κατοχής.
Και ενώ τον Μάρτιο του 1943, από τη Μέση Ανατολή διατάσσεται ο διμέτωπος αγώνας (κατά των Γερμανών και του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ), τα μέλη της ΕΟΚ θεωρούνται μέλη του Βασιλικού Ελληνικού Στρατού, για την τρομοκράτηση του κρητικού λαού, οι Γερμανοί ιδρύουν το Σώμα του λοχία Φ. Σούμπερτ. Στο μεταξύ, στο Αντάρτικο της Δίκτης, που τροφοδοτούν και προστατεύουν τα χωριά της Ανατολικής Ιεράπετρας και της Βιάννου, σε ελάχιστη απόσταση από το χωριό Σύμη, ετοιμάζεται η διάσπαση.
Ως τον Απρίλιο του 1943, ο Μανόλης Μπαντουβάς, τελευταίος, αρνείται τον διαχωρισμό του Αντάρτικου και σε επιστολή του στον αρχηγό της ΑΟΑ (Αντάρτικη Ομάδα Ανωγείων), Στεφανογιάννη, υποστηρίζει τους Κομμουνιστές και την Ενότητα. Όμως, τον Μάη του 1943 μεταστρέφεται.
Με τις συζητήσεις των Μανόλη Μπαντουβά, Λη Φέρμορ και Μενέλαου Λιγνού, τον Αύγουστο του 1943, ο Μανόλης Μπαντουβάς προσχώρησε στην ΕΟΚ και προχώρησε στον διαχωρισμό του Αντάρτικου, που ξαναενώθηκε για λίγο στη μάχη της Σύμης (12-9-1943). Ακολούθησε η σφαγή στα χωριά της Βιάννου και η φυγή του Μανόλη Μπαντουβά στη Μέση Ανατολή (28-11-1943), μετά τα φοβερά γεγονότα στην Καλή Συκιά (04-10-1943).
Τρομοκρατία επικρατεί παντού της Ελλάδας, ενώ -μεταξύ των αντιστασιακών οργανώσεων- διεξάγεται πια αγώνας αλληλοεξόντωσης και οι Άγγλοι οργανώνουν τον ελληνικό Εμφύλιο.
Σε αυτό το κλίμα, δικάζονται (στις 25 Οκτωβρίου 1943) οι 22 αξιωματικοί της ΕΟΚ του νομού Ηρακλείου και 4 πολίτες και εκτελούνται στην Αγιά (το φοβερό «Χαϊδάρι» της Κρήτης) στις 27-10-1943 οι πέντε αξιωματικοί: Αντώνης Μπετεινάκης, Εμμανουήλ Γιακουμάκης, Ιωάννης Ζωγραφάκης, Παναγιώτης Μπέρκης και Μιχάλης Πατεργιανάκης. Οι υπόλοιποι «τη γλυτώνουν», γιατί οι Γερμανοί πείσθηκαν πως στόχος της ΕΟΚ είναι η εξόντωση των Κομμουνιστών και όχι των κατακτητών, με τη διαβεβαίωση και του Στυλιανού Γιαμαλάκη (βλ.ΓΕΣ/ΔΙΣ).
Είναι άραγε δυνατόν ένα χρόνο σχεδόν μετά την δημιουργία της ΕΟΚ, η γερμανική κατασκοπεία να μην γνώριζε την ΕΟΚ και τον προορισμό της;
Οι Γερμανοί εξασφάλισαν βοηθούς προπαγάνδας τις επόμενες μέρες στο Ηράκλειο και στη Μεσσαρά, αξιωματικούς του Μετώπου, τους οποίους εμπιστευόταν ο λαός: τον Διακάκη και τον Πλεύρη.
Ο Νικόλαος Πλεύρης ήθελε, βέβαια, «να τον έχουν πάντοτε στον χορό». Αλλά μετά την αθώωσή του, οι Σύμμαχοι τον «ξεχνούν» για λίγο, μέχρι να ξεχαστεί ο μετά τη διάσωσή του ρόλος του, αλλά, όπως του γράφει ο Νταμπάμπιν στις 02-11-1943: «…Σας συμβουλεύω απόλυτον αδράνειαν προς το παρόν… Θα πρέπει να περιμένετε λίγο. Θα ‘ρθει η μέρα όταν θα ξαναλαμβάνετε την δράσιν…».
Ο ρόλος των γεγονότων της Βιάννου είναι σημαντικός για τις εξελίξεις αυτής της περιόδου τρόμου. Πρώτα-πρώτα στη δίκη και στην εκτέλεση των αξιωματικών της ΕΟΚ. Γιατί, όταν συνελήφθη από τους Γερμανούς, ο σύνδεσμος του Μανόλη Μπαντουβά δεν πρόλαβε να καταστρέψει τα γράμματα του Μπαντουβά προς τον Αντώνη Μπετεινάκη, Εμμανουήλ Γιακουμάκη, Παναγιώτη Μπέρκη και άλλους. Μάλιστα, πηγές μαρτυρούν ότι έδωσε, βασανιζόμενος, και άλλα στοιχεία.
Επίσης, μετά την καταστροφή της επαρχίας Βιάννου και την αναγκαστική φυγή του Μανόλη Μπαντουβά από αυτήν, οι Βρετανοί ήλεγξαν τον «ανυπότακτο» Μανόλη Μπαντουβά, τον πήραν στη Μέση Ανατολή και τον προετοίμασαν να αναλάβει εκείνος τον Εμφύλιο της Κρήτης, της οποίας ήθελαν οπωσδήποτε να έχουν και μεταπολεμικά τον απόλυτο έλεγχο.
Μετά την άφιξή του στη Μέση Ανατολή, σε ανάκρισή του (έτσι γράφουν οι Βρετανοί), είχε δηλώσει ότι ο βασιλιάς έκανε το καλύτερο για τη χώρα, πολύ περισσότερο από τους θεσιθήρες πολιτικούς και γι’ αυτό δεν είναι πια αντιμοναρχικός και θα ήθελε να δει τον βασιλιά και να μιλήσουν… Επίσης, ότι η Κρήτη έχει τώρα τρεις εχθρούς: τους Γερμανούς, τους κομμουνιστές και τους αξιωματικούς που ασχολούνται με την πολιτική (Γ. Σκαλιδάκης «Η Κρήτη στα χρόνια της κατοχής», Αθήνα 2023).
Σ’ αυτό το κλίμα της απόλυτης τρομοκρατίας, πριν και μετά τα γεγονότα της Βιάννου, έγινε η δίκη των αξιωματικών του νομού Ηρακλείου και η εκτέλεση των Γιακουμάκη, Μπετεινάκη, Μπέρκη, Ζωγραφάκη και Πατεργιανάκη.
Ιστορικό γεγονός σπουδαίο, το οποίο παρουσιάζεται στην Ημερίδα της Δευτέρας 27 Οκτωβρίου 2025, στο Ηράκλειο (αίθουσα Ανδρόγεω), 82 χρόνια μετά.