Του Γεωργίου Παναγιωτάκη*
Υπάρχουν ανθρώπινες καλλιτεχνικές δημιουργίες που παίρνουν διαστάσεις, οι οποίες ξεπερνούν τα συγκεκριμένα γεωγραφικά όρια ενός λαού. Και οι δημιουργίες αυτές τελικά δεν έχουν τη σφραγίδα μιας κοινωνίας ή ενός λαού. Ανήκουν ως κληρονομιά στην παγκόσμια κοινότητα, χωρίς βέβαια να διαγράφεται και να αποχρωματίζεται ο πρωτεργάτης λαός τους.
Έτσι, αν εντελώς υποθετικά ερχόταν ένας εξωγήινος στον πλανήτη μας και ήθελε να επισκεφθεί τα αξιοθέατα της ανθρώπινης δημιουργίας, θα οδηγούνταν στον Παρθενώνα, την Αγία Σοφία, το Σινικό Τείχος, τον Άγιο Πέτρο και σε 4-5 αξιόλογα μουσεία. Είναι μεταξύ των άλλων τα έργα για τα οποία σεμνύνεται ο άνθρωπος και αισθάνεται δικαιολογημένη υπερηφάνεια και ενθουσιασμό.
Όλα τα μνημεία αυτά που ενδεικτικά σημειώνουμε καθώς και πολλά άλλα, βρίσκονται υπό την προστασία ενός Παγκόσμιου Οργανισμού της UNESCO. Από τα πρώτα μνημεία που βρέθηκαν «υπό την σκέπη των πτερύγων» της ήταν και ο μνημειώδης και περίβλεπτος ναός της Αγίας Σοφίας, κέντρο της θρησκευτικής ζωής και τέχνης του Βυζαντίου. Το έργο αυτό για το οποίο μιλεί ολόκληρη η ανθρωπότητα ανεξάρτητα από το πιστεύω της και για το οποίο ο Φραντζής έγραφε ότι αποτελεί «θέαμα και έργον άξιον, πάσης της γης αγαλλίαμα» βρίσκεται αυτόματα εκτός της UNESCO. Ο λόγος; η μετατροπή του μουσείου σε οίκο προσευχής των μουσουλμάνων (τζαμί). Ο χρόνος; Η επέτειος υπογραφής της Συνθήκης της Λωζάνης.
Ο Ερντογάν δεν σεβάστηκε ούτε την παλαιότητα του μνημείου αφού λειτουργεί από το 537 μ.Χ. ούτε το σκοπό που υπηρέτησε και υπηρετεί το περίλαμπρο αυτό μνημείο με την παγκόσμια αποστολή του. Δεν είχε ακόμα ανάγκη από τζαμί όπως ο ίδιος πριν από ένα χρόνο διαβεβαίωνε σε σχετική συζήτηση, ότι «δεν θα παρασυρθούμε σε τέτοια παιχνίδια».
Ακολουθώντας την τακτική των προκατόχων του οι οποίοι είχαν μετατρέψει σε τζαμιά 35 εκκλησίες και μονές της Πόλης, καθώς και τέσσερις άλλες εκκλησίες αφιερωμένες στην Αγία Σοφία (τελευταία της Τραπεζούντας το 2015) πρέπει να αισθάνεται ικανοποιημένος. Η υπέρμετρη αρχηγική φιλοδοξία του και ο άκρατος μεγαλοϊδεατισμός του σε συνδυασμό με την εξασθενημένη εσωτερική πολιτική και οικονομική κατάσταση, στάθηκαν πολύτιμοι συμπαραστάτες στο έργο του.
Η δημιουργία επίσης μιας ισχυρής περιφερειακής δύναμης αναζητώντας ψηφοφόρους και γενικότερη αποδοχή, αποτελεί νεοοθωμανικό όραμα, στο οποίο εντάσσεται και η Γαλάζια Πατρίδα. Η Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ εκφράζοντας τον δικό της πόνο είπε: «Ο Ερντογάν έκλεψε ένα μουσείο από την ανθρωπότητα». Και είναι αλήθεια γιατί με πέντε ημερήσιες μουσουλμανικές προσευχές, με κάλυψη των αριστουργηματικών ψηφιδωτών, ο επισκέπτης βρίσκεται σε απομόνωση. Ο πλούσιος εσωτερικός διάκοσμος και η εικονιζόμενη σπάνια χριστιανική τέχνη αποτελούν ομιλούσα σιωπή, την οποία απολαμβάνει ο άναυδος επισκέπτης.
Έτσι, η σοφία του οίκου, αναδεικνύει πόσο άσοφοι είναι εκείνοι που σχεδίασαν και πραγμάτωσαν την ανεπίτρεπτη αυτή μεταβολή. Αλλά θα πρέπει να πούμε ότι ευθύνη για την ανίερη και ανομολόγητη αυτή πράξη έχουν και ηγέτες, φορείς και οργανισμοί, που την αντιμετώπισαν με αναιμικό πνεύμα και υποτονικό ενδιαφέρον. Οι κάποιες διαμαρτυρίες που ακούστηκαν, πιθανόν να ερμηνευθούν από τον Ερντογάν ως μερική αποδοχή και δικαίωση της πράξης του.
Ο ίδιος κάνοντας ανάγνωση αποσπασμάτων του κορανίου κατά την επίσημη ημέρα της εκδήλωσης πιθανόν να θεωρεί εξιλεωτική πράξη το άνοιγμα και τον εορτασμό της για πρώτη φορά ανακαινισμένης εκκλησίας, της Παναγίας Σουμελά. Όμως τα ετερώνυμα, εδώ, δεν έλκονται.
* Ο Γεώργιος Παναγιωτάκης είναι συγγραφέας-ιστορικός ερευνητής