Η προηγούμενη φορά που παρακολούθησα παράσταση κουκλοθεάτρου ήταν κάποια χρόνια πριν, στο Ανόι του βορείου Βιετνάμ. Εκείνη η μορφή του δημοφιλούς θεάματος, για την ιστορία, είχε επεκταθεί από καθαρά τοπική εποχιακή παράσταση στο δέλτα του Κόκκινου ποταμού, σε μια εικονική αναπαράσταση για εθνικά και διεθνή ακροατήρια του σύγχρονου Βιετνάμ.
Ήταν οι αποκαλούμενες «μαριονέτες που χορεύουν στο νερό» και ανήκαν στο «Κουκλοθέατρο του Νερού», αφού οι όλοι οι παίκτες βρίσκονταν βουτηγμένοι στο νερό μέχρι το στήθος τους και καθοδηγούσαν τις δεκάδες των μορφών που εμπλέκονταν στην όλη, περίεργη ομολογουμένως για τους δυτικούς, παράσταση, παίζοντας μέσα σε δεξαμενές, ειδικά κατασκευασμένες για μετακινούμενες παραστάσεις ή σε κάποια εξειδικευμένα κτήρια που διαθέτουν σκηνή σε πισίνα.
Συνήθως σαρκάζουν με τη συνοδεία μουσικής μυθικούς χαρακτήρες, καταστάσεις και σκηνές της ζωής από τα βιετναμέζικα χωριά, ενώ σχολιάζουν τη σύγχρονη πολιτική, κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της χώρας, μέσα σε ένα πανδαιμόνιο χρωμάτων, κινήσεων και ήχων, όλα αυτά πάνω σε μια επιφάνεια νερού που λαμπυρίζει έντονα στη σκοτεινή αίθουσα του θεάτρου.
Τώρα, όμως, το «Κέντρο Βάρους» της συζήτησης, επικεντρώθηκε στο Ηράκλειο! Αναφέρομαι, φυσικά, στο σχήμα εκείνο που έχει δώσει ζηλευτά δείγματα γραφής στο συγκεκριμένο είδος τέχνης, το οποίο θα λέγαμε ότι μάλλον σπανίζει στη χώρα μας, και το οποίο την Τετάρτη στις 18 Ιουνίου εμφανίστηκε, απόγευμα και βράδυ, στο Πολιτιστικό Κέντρο Ηρακλείου με την παράσταση «Εφημερία», την οποία οργάνωσε όμορφα και πετυχημένα η Διεύθυνση της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας του Παν/κού Νοσοκομείου Ηρακλείου με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Νοσηλευτών και Μαιών.
Πρόθυμοι και ευγενικοί αρωγοί στην όλη προσπάθεια, η Περιφέρεια Κρήτης και ο Εθνικός Σύνδεσμος Νοσηλευτών Ελλάδος (ΕΣΝΕ). Επρόκειτο για ξεδίπλωμα σύντομων ιστοριών τεσσάρων ασθενών που διαδραματίζονται στους κόλπους ενός εφημερεύοντος νοσοκομείου.
Συνηθισμένες εικόνες και γεγονότα γνωστά όχι μόνο στους άμεσα εμπλεκόμενους λειτουργούς υγείας, αλλά και στον περισσότερο κόσμο που επισκέπτεται τα τμήματα επειγόντων περιστατικών των νοσοκομείων, για διάφορους λόγους. Είτε ως ασθενής, είτε ως συνοδός ασθενούς. Ιστορίες συγκινητικές, τραγικές, πλημμυρισμένες από περίθαλψη, φροντίδα και θεραπεία ατόμων δυσκίνητων, ασθενούντων, αβάσταχτες για μερικούς, αλλά και αστείες ενίοτε.
Παρατηρώ, ενδιαμέσως της παράστασης, τις εκφράσεις των νοσηλευτριών, βλέποντας να παίζεται πάνω στη σκηνή ένα παιγνίδι αρκετά γνώριμο, καθημερινή πραγματικότητα στην ουσία, γι’ αυτές. Υποψιάζομαι, προς στιγμήν, ότι και οι δικές μου είναι σχετικά παρόμοιες με τις δικές τους.
Άλλωστε έζησα μαζί τους χιλιάδες μέρες και νύχτες, σε δύσκολες εφημερίες και κατανοώ καλά τις σκέψεις και τα βαθύτερα συναισθήματά τους. Τα βιώματα και εμπειρίες, τις αγωνίες τους, τις ευχάριστες και δύστροπες στιγμές που εκείνες βιώνουν ακόμα, αφού συνεχίζουν να αποτελούν την πλειονότητα σε ένα επάγγελμα κατ’ εξοχήν και παραδοσιακά γυναικείο σ’ όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη μας.
Το σκηνικό της παράστασης, απλό. Μια αίθουσα με τέσσερα κρεβάτια και ισάριθμες κούκλες οι οποίες υποδύονται τους ασθενείς. Οι παίκτριες, όλες γυναίκες, συνήθως σε ρόλο νοσηλευτή. Τα σκηνικά αλλάζουν ταχύτατα, σενάριο αρκούντως γνωστό άλλωστε σε αυτά τα νοσοκομειακά τμήματα, κάποιοι έρχονται, άλλοι φεύγουν, οι ιστορίες τους να ανήκουν πια στις πολλές του παρελθόντος και να χάνονται, αλλά το νοσοκομείο πάντα εκεί, ανοιχτό και γεμάτο.
Μια φωτεινή επιγραφή στην άκρη, μας υπενθυμίζει ότι «Εφημερεύει»! Αυτό που ελκύει γρήγορα την προσοχή του θεατή είναι ότι όσα αντιπροσωπεύουν τον κόσμο του νοσοκομειακού ιδρύματος είναι σε φυσικό μέγεθος, ενώ αντίθετα οι ασθενείς μικρές και ευάλωτες κούκλες οι οποίες κινούνται, φροντίζονται και εξυπηρετούνται από το προσωπικό, ίσως για να φανεί καλύτερα και πιστότερα η ευθραυστότητα της γενικότερης κατάστασής τους, αφού στην ουσία η πορεία τους βρίσκεται στα χέρια άλλων.
Στην αρχική της σύντομη ομιλία, η διευθύντρια της νοσηλευτικής υπηρεσίας του ΠαΓΝΗ, Αγγελική Πρινάρη, καθώς και ο διοικητής του Γ. Χαλκιαδάκης, ευχαρίστησαν όλο το προσωπικό του Παν/κού Νοσοκομείου για τις υπηρεσίες που συνεχίζουν να προσφέρουν αγόγγυστα σε όσους ανήμπορους φτάνουν στις πύλες του. «Είναι το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε για όλους αυτούς τους λειτουργούς υγείας, νοσηλευτές και μαίες», είπε η κ. Πρινάρη.
Φεύγοντας από εκεί, αργά το βράδυ, ένοιωσα λίγο σαν η παράσταση να με ξανάφερε στο φυσικό μου χώρο, σε γνωστό περιβάλλον, αφού πάνω από σαράντα δύο χρόνια βρισκόμουν σε παρεμφερείς χώρους καθημερινά, λίγη νοσταλγία, ίσως, λόγω αναγκαστικής αποστασιοποίησης και συνταξιοδότησης, αλλά σίγουρα θυμήθηκα με σεβασμό και αγάπη το αφάνταστα δύσκολο έργο – λειτούργημα αυτών των μοναδικών και φιλότιμων υπάρξεων που βρίσκονται μέρα-νύχτα στις επάλξεις των νοσηλευτικών μας ιδρυμάτων!
Ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης είναι τέως διευθυντής Χειρουργικής και συγγραφέας