Πολύ σωστά αναδείξατε σε πρόσφατο ρεπορτάζ στην εφημερίδα σας το θέμα της επισφάλειας των νέων ερευνητών. Των νέων επιστημόνων που απασχολούνται στην έρευνα είτε ως υποψήφιοι διδάκτορες είτε ως μεταδιδάκτορες, πολύ συχνά χωρίς υγειονομική και συνταξιοδοτική ασφάλιση και με απαράδεκτες συνθήκες εργασιακής ανασφάλειας.

Ταυτόχρονα, οι προοπτικές εξέλιξης είναι μηδαμινές. Οι νέοι ερευνητές είναι αυτοί που παράγουν την νέα Γνώση που προέρχεται από την επιστημονική έρευνα και αναμένεται να αποτελέσει το υπόβαθρο για το μέλλον της χώρας που θα βασίζεται σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο, αυτό της Οικονομίας της Γνώσης.

Το θέμα παίρνει ιδιαίτερες διαστάσεις στη Κρήτη, μια περιφέρεια με ένα εξελιγμένο ερευνητικό οικοσύστημα εξ αιτίας των Πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων που περιλαμβάνει.

Δεν μπορούμε να υπερηφανευόμαστε για το οικοσύστημα αυτό και ταυτόχρονα να μην λαμβάνουμε μέτρα για την αντιμετώπιση της επισφάλειας των νεών ερευνητών και τη δημιουργία ελκυστικών προοπτικών για το μέλλον τους. Επιπλέον, είναι οξύμωρο να συζητάμε για ανάσχεση των φαινομένων του brain drain και περιορισμό του brain waste που μαστίζουν τη χώρα.

Το ζήτημα αυτό το γνωρίζουμε καλά από τη δική μας διακυβέρνηση. Τότε όμως η άμεση προτεραιότητα ήταν να δημιουργηθούν οι ευκαιρίες απασχόλησης στην έρευνα μετά από πολλά χρόνια ξηρασίας ελέω μνημονίων.

Αυτό κάναμε με τη δημιουργία του ΕΛΙΔΕΚ για τη στήριξη της έρευνας στα Πανεπιστήμια και Ερευνητικά Κέντρα παρά τα πολύ στενά δημοσιονομικά περιθώρια. Όμως τα ζητήματα της επισφάλειας και εργασιακών προοπτικών δεν προλάβαμε να τα αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά παρά το σχεδιασμό που είχε γίνει. Αυτό αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση και ένα από τα σημαντικά διακυβεύματα για το μέλλον. Θα σας πω μερικά παραδείγματα από τα μέτρα που προτείνουμε και έχουμε σχεδιάσει.

Πρώτον, για ερευνητές, υποψήφιους διδάκτορες, αντί υποτροφίας, θέσπιση συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου κατά τη διάρκεια της εκπόνησης της διδακτορικής τους διατριβής (3-4 έτη), με πλήρη υγειονομική και ασφαλιστική κάλυψη. Έτσι θα εντάσσονται από νωρίς στον εργασιακό βίο.

Δεύτερον, για μεταδιδάκτορες ερευνητές απασχολούμενους σε ερευνητικά προγράμματα, ελάχιστη διάρκεια συμβάσεων ενός έτους στο πλαίσιο χρηματοδοτούμενων ερευνητικών έργων. Επίσης, αναγνώριση προϋπηρεσίας, από συμβάσεις έργου με ενιαίο σύστημα αντιστοίχισης με τις συμβάσεις εργασίας.

Το πιο σημαντικό όμως είναι η διαμόρφωση πλαισίου για την απασχόληση σε μόνιμες προσωποπαγείς θέσεις μεταδιδακτόρων ερευνητικών οι οποίοι έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον πενταετή θητεία στην έρευνα σε δημόσιους ερευνητικούς ή άλλους φορείς.

Η υψηλή εξειδίκευσή τους θα αναβαθμίσει την ποιότητα υπηρεσιών του Δημοσίου. Ταυτόχρονα, όπως και στη προηγούμενη διακυβέρνηση προβλέπονται επιδοτούμενες θέσεις εργασίας σε τμήματα R+D του ιδιωτικού τομέα.

Κλείνοντας, θα ήθελα να κάνω αναφορά σε αντίστοιχα μέτρα που ψηφίσθηκαν πρόσφατα από την Ισπανική Βουλή και προβλέπουν αύξηση κατά 26% το μόνιμο προσωπικό στην έρευνα με την δημιουργία περισσότερων από 1600 νέες θέσεις εργασία σε δημόσιους ερευνητικούς οργανισμούς και τη μετατροπή 2500 προσωρινών θέσεων σε μόνιμες.

Στη περίπτωση της Ελλάδας έχει ήδη προταθεί στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ ο διπλασιασμός των θέσεων μελών ΔΕΠ στα Πανεπιστήμια. Αντίστοιχα διπλασιασμός των ερευνητών στα ερευνητικά κέντρα είναι εφικτός σε βάθος τετραετίας με τελικό πρόσθετο κόστος που δεν ξεπερνά τα 25 εκ. € ανά έτος.

Πιστεύω ότι η υιοθέτηση αυτών των μέτρων θα επιφέρει ριζοσπαστικές αλλαγές στο ερευνητικό οικοσύστημα και θα ανατρέψει τις συνθήκες επισφάλειας κι αβεβαιότητας που επικρατούν σήμερα.

Το μήνυμα πρέπει να είναι σαφές: Επενδύοντας στους νέους επιστήμονες κι ερευνητές επενδύουμε στο μέλλον της χώρας.

 

*Ο Κώστας Φωτάκης είναι πρώην αν. υπουργός Έρευνας & Καινοτομίας, ομ. καθηγητής Πανεπιστημίου Κρήτης, διακεκριμένο μέλος και τέως πρόεδρος ΙΤΕ