Toυ Μιχάλη Βρεττάκη
H Πρωτοχρονιάτικη Συναυλία της Φιλαρμονικής της Βιέννης, ένα παγκόσμιας εμβέλειας μουσικό γεγονός, μεταδίδεται απ΄ ευθείας σε πάνω από 90 χώρες σε όλο τον κόσμο, μεταξύ των οποίων και σε χώρα μας, και την παρακολουθούν περισσότεροι από 50 εκατομμύρια τηλεθεατές. Μεταδίδεται, επίσης, και από εκατοντάδες ραδιοφωνικά δίκτυα. Ένας θεσμός συνυφασμένος με την πρώτη μέρα του έτους, βασισμένος στη πλούσια βιεννέζικη παράδοση και του βάλς και της πόλκας, προσφέροντας αισθήματα ευφορίας. Ένα σημαντικό brand στην ανάδειξη του πολιτισμικού αποθέματος της Αυστρίας και της προβολής της χώρας.
Πραγματοποιείται στο Μέγαρο Φίλων της Μουσικής της Βιέννης (Musikverein), στη Χρυσή του Αίθουσα (“Goldener Saal”), από το 1939. Ξεκινάει στις 11.15 κάθε πρωτοχρονιά και ολοκληρώνεται στις 13.45 περίπου, ώρα Αυστρίας. Τη συναυλία μπορούν να παρακολουθήσουν από κοντά 2000 άτομα, εκ των οποίων 1.700 καθήμενοι και 300 όρθιοι. Τα περισσότερα εισιτήρια διατίθενται σε χορηγούς, επίσημους προσκεκλημένους, τιμώμενους και ευεργέτες της ορχήστρας.
900 περίπου εισιτήρια απομένουν κάθε χρόνο προς πώληση και αυτά με κλήρωση, λόγω της υπερβολικής ζήτησης. 60.000 περίπου αιτήσεις υποβάλλονται από την Αυστρία και από άλλες χώρες κάθε χρόνο τον Φεβρουάριο για την επόμενη πρωτοχρονιάτικη συναυλία, και με τις τιμές των εισιτηρίων να κυμαίνονται από 35 έως 1200 ευρώ.
Το 1857 με ένα ιστορικό διάταγμα του Αυτοκράτορα Φραγκίσκου Ιωσήφ απομακρύνθηκαν τα γνωστά, από τις πολιορκίες, τείχη της Βιέννης! Μ’αυτόν τον τρόπο, δημιουργήθηκε στη θέση τους ο μέχρι σήμερα περιφερειακός/δακτύλιος δρόμος της πόλης (Ringstrasse) ενώ παράλληλα επεκτάθηκε και το σχέδιο της πόλης. Το μέγαρο των Φίλων της Μουσικής κτίστηκε το 1870 έξω από τα παλαιά τείχη, 100 μέτρα από την Ringstrasse.
Το 1857 ο Θεόφιλος Χάνσεν, ο δανός αρχιτέκτονας, κέρδισε το διαγωνισμό για τα σχέδια του Μεγάρου, ανάμεσα σε πολλούς άλλους διαγωνιζόμενους διακεκριμμένους αρχιτέκτονες. Εμπνευσμένα τα σχέδια του από την κλασσική Ελλάδα και με ελληνικά στοιχεία, κατάφερε να δημιουργήσει, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην ιστορία του μεγάρου, ένα τέλειο παράδειγμα της πολυχρωμίας της κλασσικής αρχαιότητας που διαπερνά όλο το κτήριο ως εκφραστής της “ελληνικής αναγέννησης”.
Οι κίονες ιονικού ρυθμού, ο Απόλλωνας οι 9 Μούσες το κεντρικό θέμα στις οροφογραφίες της Χρυσής Αίθουσας και ο Ορφέας στο αέτωμα της κεντρικής εισόδου να υποδέχεται τους καλεσμένους. Αλλά εκείνο που χαρακτηρίζει ιδιαίτερα όλο το Μέγαρο είναι οι 36 χρυσές Καρυάτιδες που περιβάλλουν το χώρο της υπέρλαμπρης αυτής Χρυσής Αίθουσας.
Ο Χάνσεν βέβαια, πριν μετακομίσει στη Βιέννη το 1846, είχε εργαστεί και σπουδάσει στην Ελλάδα για οκτώ χρόνια και είχε σχεδιάσει σημαντικά κτήρια όπως, την Ακαδημία, το Αστεροσκοπείο, την Εθνική Βιβλιοθήκη και το Ζάππειο.
Βέβαια διέπρεψε και στη Βιέννη που εκτός το Μέγαρο Φίλων της Μουσικής σχεδίασε πλειάδα εμβληματικών κτηρίων, μεταξύ των οποίων το Αυστριακό Κοινοβούλιο, την Ακαδημία Καλών Τεχνών Βιέννης, το Χρηματιστήριο της Βιέννης και τον Ελληνορθόδοξο Καθεδρικό Ναός της Αγίας Τριάδος Βιέννης.
Κύριος χρηματοδότης για την κατασκευή του Μεγάρου των Φίλων της Μουσικής αλλά και εμπνευστής του, ήταν ο ελληνικής καταγωγής Νικόλαος Δούμπας. Προς τιμήν του, μάλιστα ο δρόμος που οδηγεί στο Μέγαρο πήρε το όνομα του (Dumbastrasse). Γεννήθηκε στη Βιέννη το 1830, ήταν γιος του Στέργιου Δούμπα (1794-1870) ο οποίος μετανάστευσε από τη Βλάστη Κοζάνης στη Βιέννη το 1817 για να δουλέψει ως υπηρέτης. Έμελλε όμως να αναδειχθεί σε μεγάλο έμπορο και επιχειρηματία αλλά και σε σημαντικό ευεργέτη, τόσο στη Βιέννη όσο και στην Ελλάδα (κύριες δραστηριότητες του, το εμπόριο βαμβακιού και τραπεζικές υπηρεσίες).
Ο γιός του Νικόλαος που συνέχισε την παράδοση του πατέρα του, υπήρξε κορυφαίος μαικήνας της μουσικής, πρόεδρος του Συλλόγου Ανδρικής Χορωδίας της Βιέννης και από τους ιδρυτές της Εταιρείας Φίλων της Μουσικής. Άσκησε σημαντική επιρροή στις τέχνες στη Βιέννη υποστηρίζοντας πολλούς καλλιτέχνες (μεταξύ των οποίων τους ζωγράφους Rudolf von Alt, Heinrich von Angeli, Carl Haumold και Carl Tischinger καθώς επίσης και τους γλύπτες Carl Kundmann, Viktor Tilingner, Caspar von Zumbusch και Rudolf Weyr). Με την ιδιότητά του επίσης ως βουλευτής, πρότεινε την κατασκευή πολυάριθμων μνημείων σε συνθέτες.
Υπήρξε προσωπικός φίλος του Ριχάρδου Βάγκνερ και του Γιόχαν Στράους. Στην εξοχική του κατοικία στις όχθες του Δούναβη μάλιστα λέγεται ότι ο Στράους συνέθεσε το γνωστό βαλς ‘Γαλάζιος Δούναβης’, που θεωρείται ο ανεπίσημος ύμνος της Αυστρίας. Του πιστώνεται δε σε μεγάλο βαθμό η διάσωση και προβολή του έργου του διάσημου αυστριακού συνθέτη Φράντς Σούμπερτ.
Το Μέλαθρον Δούμπα (Palais Dumba) στην Βιέννη, η κατοικία του ένα τετραώροφο κτήριο στη νεοσύστατη Ringstarsse, ήταν πόλος έλξης και το απόλυτο σημείο συνάντησης της καλλιτεχνικής, πνευματικής, και οικονομικής ζωής της πόλης στα τέλη του 19ου αιώνα. Διακοσμημένο από γνωστούς ζωγράφους, όπως τον Χανς Μάκαρτ, τον Φρίντριχ Σίλχερ και τον Γκούσταβ Κλιμτ, που φιλοτέχνησε για το κύριο σαλόνι του κτηρίου. Στην είσοδο του Μέλαθρου ο Δούμπας είχε τοποθετήσει, για την υποδοχή των προσκεκλημένων του, μία ευμεγέθη κουρτίνα πάνω στην οποία ήταν κεντημένη με χρυσά μεγάλα γράμματα η λέξη «ΧΑΙΡΕ», στα Ελληνικά.
Στα 100 χρόνια από τον θάνατο του, το 2000, πραγματοποιήθηκε εκδήλωση προς τιμήν του στη χρυσοποίκιλτη αίθουσα του Μεγάρου των Φίλων της Μουσικής. Μέσα δε στο Μέγαρο υπάρχει και αίθουσα με το όνομα του.
Ο Δήμος της Βιέννης του αφιέρωσε τιμητικό τάφο κοντά στους μεγάλους συνθέτες Μπράμς, Στράους, Μπετόβεν, Σούμπερτ και Μότσαρτ. Ακόμη ένα άγαλμα του και της μοναχοκόρης του Ειρήνης, κοσμούν τον νότιο πύργο του καθεδρικού ναού του Αγίου Στεφάνου στη Βιέννη.
Φημισμένο το ανκόρ της πρωτοχρονιάτικης συναυλίας το ‘Εμβατήριο Ραντέτσκυ’ (Radetzky-marsch) να κλείνει τη συναυλία με το κοινό να χειροκροτεί ταυτόχρονα ρυθμικά με παρότρυνση του διευθυντή της Ορχήστρας. Το Εμβατήριο Ραντέτσκυ, που συνέθεσε ο Γιόχαν Στράους (ο πατέρας) το 1848, προς τιμήν του Αυστριακού Στρατάρχη Ραντέτσκυ, για τις νίκες του στην Ιταλία.
Radetzky-marsch είναι επίσης ο τίτλος ενός σημαντικού μυθιστορήματος του αυστριακού λογοτέχνη συγγραφέα Γιόζεφ Ρότ (Joseph Roth), που εκδόθηκε το 1932. Στο μυθιστόρημα αυτό, μέσα από την πορεία της ζωής τριών γενεών της οικογένειας του φον Τρόττα, εξιστορείται η παρακμή και το τέλος της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, μέχρι το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Για αρκετά χρόνια Διευθυντής της Φιλαρμονικής της Βιέννης ήταν ο ο ελληνικής καταγωγής Χέρμπερτ φον Κάραγιαν (Herbert von Karajan). Είχε γεννηθεί στο Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας και η οικογένεια του καταγόταν από την Κοζάνη. Θεωρείται ως ένας από τους μεγαλύτερους διευθυντές ορχήστρας όλων των εποχών (τρίτος, μετά τον Carlos Kleiber και τον Leonard Bernstein, σύμφωνα με έρευνα του περιοδικού Classic Voice το 2011, ανάμεσα στους 100 πιο διάσημους διευθυντές ορχήστρας). ΄Εχει μείνει στην ιστορία η υπό τη διεύθυνση του πρωτοχρονιάτικη συναυλία του 1987 !
Πολυάριθμοι τίτλοι και βραβεία του απενεμήθησαν στη διάρκεια της καριέρας του. Ακόμη, επίτιμος δημότης του Σάλζμπουργκ, του Βερολίνου και της Βιέννης, διηύθυνε επί χρόνια τη Φιλαρμονική της Βιέννης με πάνω από 700 συμμετοχής από το 1934 μέχρι το θάνατο του το 1989. Έξωθεν του κτηρίου της Φιλαρμονικής της Βιέννης η οδός φέρει το όνομα του, ενώ στο Σάλτσμπουργκ την γενέτειρα του έχει ανεγερθεί άγαλμα του.
Για όποια αξία έχει, σε ιστότοπο της Φιλαρμονικής της Βιέννης περιγράφεται η ιστορία της Φιλαρμονικής σε πέντε κεφάλαια, με το τελευταίο να αναφέρεται στην σύγχρονη εποχή, δηλαδή μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε αυτό το κεφάλαιο υπάρχουν μόνο δύο φωτογραφίες, η μία του Χέρμπερτ φον Κάραγιαν να διευθύνει την Φιλαρμονική της Βιέννης και η άλλη με τους Χέρμπερτ φον Κάραγιαν, Δημήτρη Μητρόπουλο και Λέοναρντ Μπερνστάιν το 1959 ! (Herbert von Karajan, Dimitri Mitropoulos and Leonard Bernstein, 1959), σε εκδήλωση μετά από συναυλία.
Πάντως αύριο Πρωτοχρονιά, λόγω των συνθηκών, η Συναυλία θα μεταδοθεί χωρίς την παρουσία κοινού και σίγουρα θα είναι μία πρωτόγνωρη εμπειρία για τους μουσικούς και τον διευθυντή της Φιλαρμονικής Ορχήστρας.