Toυ Στέλιου Βασαλάκη*

  1. Ο Κουφοντίνας ήταν ένας αδίστακτος δολοφόνος του κοινού ποινικού δικαίου. Τα προσωπικά του κίνητρα δεν αναιρούν το ειδεχθές των μέσων του. Έτσι κρίθηκε από την Ελληνική Δικαιοσύνη αμετακλήτως.

Παρά όμως το ειδεχθές και την πολυπληθές των κτυπημάτων της 17 Νοέμβρη,   οι προκηρύξεις της τελευταίας δημοσιεύοντο κατά κανόνα  στη μεγάλη καθημερινή  εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ,  με τότε Διευθυντή το Σεραφείμ Φυντανίδη,  στο βωμό της ενημέρωσης της κοινής γνώμης και με την έντονη και σημαντικά ορθή εναντίωση της παθούσας Ντόρας Μπακογιάννη.  Τα χρόνια(19 από τη σύλληψη) πέρασαν και ο Κουφοντίνας ζήτησε άδειες εξόδου,που αρχικά απορρίφθηκαν και στη συνέχεια δόθηκαν,  με την πολιτική και λαϊκή αντιπαράθεση να φθάνουν σε παροξυσμό. Ήδη όμως ο Άρειος Πάγος ως Συμβούλιο  έκρινε με την απόφαση 1001/2019  ότι ο πολυισοβίτης κρατούμενος δεν δικαιούται άδειας εξόδου και περαιτέρω ούτε ουσιαστικά πληροί τις προϋποθέσεις χορήγησης αδείας λόγω μη μεταμέλειας και μη ρητής καταδίκης της βίας κατά της ανθρώπινης ζωής και του πολιτεύματος,όπως αποδείχτηκε από διάφορες πρόσφατες δηλώσεις ,αλλά και κατά την αυτοπρόσωπη παρουσία του Κουφοντίνα στο ακροατήριο του Δικαστικού Συμβουλίου.

Στο πρόσωπο του Κουφοντίνα δοκιμάστηκαν  και κυβερνητικές εύνοιες ή δυσμένειες μέσω αντιστοίχων νομοθετικών παρεμβάσεων,φωτογραφικών κατά βάση. Αμφότερες δεν είχαν  απαραιτήτως σωφρονιστικό προσανατολισμό,αλλά είτε εύνοια,είτε εκδικητικότητα.

Για να μην εκτραπεί το παρόν κείμενο πέραν του καυτού σημερινού ζητήματος,δεν γίνεται περαιτέρω και ειδική αναφορά στα παραπάνω.

  1. Από πολιτικολαϊκής πλευράς εκφράζεται η απορία ή η επίκριση, πώς ο αρνητής του συστήματος και των νόμων του επικαλείται αυτές τις δύο αντιφατικές όψεις του ίδιου νομίσματος, προκειμένου να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά του.

Τυχόν συντασσσόμενος με τη θέση αυτή,θα έπρεπε να υποστηρίξω ότι ο Κουφοντίνας δεν νομιμοποιείτο να δεχτεί δικηγόρο υπεράσπισης στη δίκη του, να μη δεχόταν επισκεπτήριο, να μην είχε βιβλία, να μην αυλιζόταν,να μην έπαιρνε άδειες εξόδου, εν τέλει να μην  διεκδικούσε το παραμικρό από όσα ο Σωφρονιστικός Κώδικας του εξασφάλιζε,προκειμένου να ήταν συνεπής με την πολιτική του θεωρία και τις εγκληματικές του πράξεις.

Ο παραλογισμός αυτής της άποψης είναι προφανής, αφού θα οδηγούσε τον φυλακισμένο σε ζωντανό νεκρό ή σε αυτοκτονία, γεγονός, που δεν επιφυλάχθηκε στο μεγαλύτερο εγκληματία όλων των εποχών, στον Άίχμαν, στο χρόνο που μεσολάβησε από τη σύλληψη, τη δίκαιη δίκη, μέχρι την καταδίκη και την εκτέλεσή του.

  1. Από νομικής άποψης τα πράγματα είναι μάλλον ξεκάθαρα,παρά την αμφιβολία του τι έγινε από τον πρώην Υπουργό Δικαιοσύνης Σταύρο Κοντονή.

Το αν δικαιούται κάθε κρατούμενος να επιλέγει το σωφρονιστικό του κατάστημα και τις συνθήκες κράτησής του δεν είναι καν αφελές ερώτημα.

Το αν η Πολιτεία στα πλαίσια των διεθνών συνθηκών που η ίδια έχει υπογράψεικαι του Συντάγματος έχει την ευχέρεια να καθορίζει τους κανόνες δικαίου για τα δύο παραπάνω ζητήματα, επίσης δεν αποτελεί ερώτημα.

Ερώτημα όμως αποτελεί Α. αν η Πολιτεία εφάρμοσε στην προκειμένη περίπτωση την κειμένη νομοθεσία και Β. αν ο εκτίων την ποινή του είχε δικαίωμα δικαστικής αμφισβήτησης ως προς τη μεταγωγή του από το ένα σωφρονιστικό κατάστημα  στο άλλο.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟ Α. ΕΡΩΤΗΜΑ.

Ο Κουφοντίνας μετήχθη από τις αγροτικές φυλακές,όπου βρισκόταν,  σε εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 3 του νόμου 4760/2020,που απαγόρευσε την έκτιση ποινής σε αυτές  μεταξύ των άλλων και καταδικασμένων για τρομοκρατικές πράξεις. Στο σημείο αυτό παρατηρείται ότι ο Κουφοντίνας και οι λοιποί συμμέτοχοι στην οργάνωση 17 Νοέμβρη δεν καταδικάστηκαν για συμμετοχή σε εγκληματική τρομοκρατική οργάνωση, καθ’όσον ο σχετικός αντιτρομοκρατικός νόμος,που πρόσθεσε το άρθρο 187Α στον τότε Ποινικό Κώδικα,θεσπίστηκε το 2004 (νόμος 3251/2004, αποκληθείς από λαϊκίστικη μερίδα ως τρομονόμος). Συνεπώς ανέκυπτε και αυτό το ζήτημα νομιμότητας της μεταγωγής.

Η μεταγωγή του έπρεπε να γίνει στο κατάστημα, απ’όπου προερχόταν η μεταγωγή του στις αγρ. φυλ.

Τούτο πράγματι τυπικά έγινε,αλλά στην ουσία ουδέποτε, αφού κατ’ευθείαν  αποφασίστηκε η μεταγωγή του στο Δομοκό με την-στα μέσα ενημέρωσης εμφανιζομένη-αιτιολογία ότι ο Κορυδαλλός ήταν φυλακή υποδίκων και για λόγους αποσυμφόρησης λόγω κορονοϊού.

Όμως την ίδια στιγμή υπήρχαν εκατοντάδες κατάδικοι στις φυλακές αυτές και η προστασία από την πανδημία δεν φαινόταν ούτε στοιχειωδώς επαρκής και πάντως  αόριστη τόσο ως προς την επικρατούσα κατάσταση στις φυλ.  Κορ.  όσο και σ’αυτή του Δομοκού με την προσθήκη ενός ατόμου.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟ Β. ΕΡΩΤΗΜΑ.

Ρητό και σαφές δικαίωμα προσφυγής του κρατουμένου ενώπιον του κατά τόπο αρμοδίου Δικαστικού Συμβουλίου ορίζεται στο άρθρο 9 παράγραφος 4 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999) μόνο σε περίπτωση απόρριψης αιτήματός του για μεταγωγή δύο φορές για λόγους ουσιαστικούς.

Όμως αφ’ενός δεν πρόκειται εδώ για απόρριψη αιτήματος, αλλά για αυτεπάγγελτη μεταγωγή και τέτοιοι λόγοι (ουσιαστικοί απόρριψης αιτήματος μεταγωγής,  όπως δημόσιας τάξης,  ασφάλειας, εύρυθμης λειτουργίας του καταστήματος κράτησης κλπ) δεν διατυπώθηκαν, ούτε υφίστανται στην προκειμένη περίπτωση.

Περίπτωση προσφυγής στο διεθνές  δικαστήριο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων(ΕΔΔΑ) δεν έχει εξασφαλιστική δυνατότητα αναγκαστικής εκτέλεσης,πέραν ηθικής και αποζημιωτικής δικαίωσης και με την ενδεχομένη βραδύτητα.

Προσφυγή ενδεχομένως  θα μπορούσε να ασκήσει ο εποπτεύων την έκτιση των ποινών Δικαστικός Λειτουργός κατά των αποφάσεων μεταγωγής, πλην όμως δεν είναι σαφές ότι, αν και δεν παρέχεται το δικαίωμα αυτό στον κρατούμενο, παρέχεται με τις γενικές διατάξεις του Σ. Κ.  στον επόπτη Δικαστικό Λειτουργό. Κατά τη γνώμη μου,  λόγω της ειδικής,ισχυρού δημοσίου συμφέροντος αυστηρής και περιοριστικής  παραπάνω διάταξης για τον κρατούμενο,δεν παρέχεται τέτοια ευχέρεια στο Δικαστικό Λειτουργό.

  1. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ.

Ο κρατούμενος δύναται να προσφύγει κατά της απόφασης μεταγωγής  ή μη μεταγωγής του για κάθε ουσιαστικό ή τυπικό λόγο και το δικαστικό συμβούλιο έχει τη δυνατότητα να παράσχει προσωρινή προστασία.

  1. ΕΠΙΛΟΓΟΣ.

Η δύναμη της Δημοκρατίας βρίσκεται στο μεγαλείο της να θεσπίζει και να εφαρμόζει  νόμους προς το ισόρροπο συμφέρον όλων, να κρίνεται και να ρυθμίζεται από όλους και για όλους τους πολίτες,που διαβιούν ή διαμένουν  στο έδαφος μιας χώρας.

Τέτοια Δημοκρατία δεν θεωρεί εκβιασμό το αναφαίρετο δικαίωμα  κρατουμένου σε απεργία πείνας,ακόμα και αν αυτή,  στρεφομένη εναντίον της ζωής του ,μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες στην κοινωνία είτε με την αποδοχή, είτε με την απόρριψη του αιτήματος και τούτο διότι η εφαρμογή της νομιμότητας ουδέποτε αποτελεί είτε εκβιασμό,είτε υπόκυψη σε εκβιασμό.

Το όποιο ενδιαφέρον για την εφαρμογή της νομιμότητας ουδέποτε είναι ιδιοτελές ή ιδεοληπτικό και επομένως ουδέν προσθέτει το τυχόν μη ενδιαφέρον κάποιου να δημοσιοποιήσει τις απόψεις του σε ενδεχομένη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μελών της Χρυσής Αυγής ή άλλης ανάλογης εγκληματικής οργάνωσης. Δεν μπορεί όμως από το λόγο αυτό του μη ενδιαφέροντος να είναι και αντίθετος ο αδιαφορών στην εφαρμογή του νόμου και υπέρ αυτών (μελών της Χρυσής Αυγής ή άλλης οργάνωσης).

*Ο Στέλιος Βασαλάκης είναι συνταξιούχος νομικός σύμβουλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, συνταξιούχος δικηγόρος παρά Αρείω Πάγω του δικηγορικού Συλλόγου Ηρακλείου, πτυχιούχος Νομικής και Πολιτικών Επιστημών