Μεγάλωνες και εγώ μεγάλωνα μαζί σου.

Σε προβλημάτιζα, αντάρτισσα με έλεγες και μετά γελούσαμε και συνεχίσαμε να μεγαλώνουμε. Υποτίθεται θα μεγαλώναμε μαζί. Έτσι δεν το σχεδιάζαμε; Γιατί σταμάτησες να μεγαλώνεις; Γιατί δεν μεγάλωσες αρκετά;

Εγώ στο μυαλό μου σε φανταζόμουν να ανοίγω την πόρτα του σπιτιού κι εσύ να βλέπεις τηλεόραση, να με φιλάς στο στόμα σαν παιδί.

Τι θα απογίνει τώρα αυτή η εικόνα;

Τι να κάνω που δεν σε βρίσκω…

Πέρασαν κιόλας πεντέμισι χρόνια και ξέρω πως δεν μεγαλώνεις άλλο. Δε θα σε δω ποτέ μεγαλύτερο, όσο κι αν το θέλω.

Έγινε η απώλειά σου συνήθεια, όπως και οι άλλες απώλειες; Σε έκλαψα, σε θρήνησα, σε κλείδωσα μέσα μου.

Όμως, είναι κάποιες ώρες που σε γυρεύω επίμονα, όχι με απόγνωση, για να κουβεντιάσουμε. Μόνο αυτό ζητώ, να κουβεντιάσουμε λίγο ρε Πατέρα και να μου χαμογελάσεις.

* Η Κατερίνα Δερμιτζάκη είναι ποιήτρια