Hei, rakkaat ystäväni.
Toivotan teille kaikille hyvää uutta vuotta ja aina terveyttä ja onnea … μα τι σας γράφω τώρα… πάει ξεκούτιασα. Ίσως να φταίει που με πολιτογράφησαν Φιλανδό, κάτοικο του μικρού χωριού Ροβανιέμι… Και προς αποφυγή πάσης παρεξηγήσεως, μεταφράζω από την αρχή: Γεια σας, φίλοι μου αγαπημένοι. Εύχομαι σε όλους σας Καλή Χρονιά και πάντα με υγεία και ευτυχία… Βλέπετε, όταν ζεις τόσα χρόνια σ’ ένα τόπο, μοιραία, κάποτε θα παρασυρθείς και άσχετα σε ποιους απευθύνεσαι, θα μιλήσεις ή θα γράψεις στη γλώσσα του τόπου όπου μένεις.
Φυσικά και ένας Άγιος Βασίλης, για να είναι καθώς πρέπει, οφείλει να μιλάει όλες τις γλώσσες ή εν πάση περιπτώσει … πολλές, όπως μια καλή νύφη πρέπει να μιλάει γαλλικά και να παίζει πιάνο! Όμως, μην ακούτε… η δουλειά που κάνω δεν χρειάζεται ομιλία, γιατί έτσι χάνεται χρόνος πολύτιμος. Σκοπός είναι να μοιράσω όσο πιο πολλά δώρα μπορώ, στα μικρά παιδιά του κόσμου. Όμως, αυτό δεν είναι δυνατό και μάλιστα μέσα στα στενά χρονικά περιθώρια που έχω.
Ίσως να φταίει και το γεγονός, ότι όλοι οι πατεράδες (και οι μητέρες, για να μην κάνουμε διάκριση το φύλο) δεν έχουν, άλλοτε την οικονομική δυνατότητα και άλλοτε τη θέληση να υποστηρίξουν το έργο μου. Έπειτα, είναι και οι οκτώ τάρανδοι, ο καθένας με το δικό του όνομα, που σέρνουν το έλκηθρό μου. Χρειάζεται κι αυτοί να ξαποστάσουν, θέλουν την τροφή τους, διψάνε, όσο κι αν στο Χριστουγεννιάτικο κρύο, η δίψα έρχεται τελευταία. Οπότε, με ένα τέτοιο παλιομοδίτικο εξοπλισμό, η διαδικασία γίνεται αργά. Ο σημερινός άνθρωπος, μπορεί να επενδύει σε F-35, όμως στον Άγιο Βασίλη δεν γίνεται καμία επένδυση, για τη βελτίωση του εξοπλισμού του…
Αντίθετα, στις αναπτυγμένες χώρες, κάθε Χριστούγεννα, τα καταστήματα γεμίζουν με πλήθος από «ιμιτασιόν» αγίους, που προσπαθούν να με μιμηθούν. Τους κάνουν μάλιστα και μάθημα, πώς να φέρονται στα μικρά παιδιά και πώς να φωτογραφίζονται μαζί τους, πώς να κινούνται, πώς να συμπεριφέρονται, τους βάζουν γυαλάκια, ψεύτικα γένια, μαξιλαράκια στην κοιλιά για να φαίνονται ευτραφείς· τους κάνουν, ακόμη και μάθημα, πώς να γελάνε, μ’ αυτό το «Χο, χο, χο !», και προσπαθούν να με μιμηθούν, αλλά δεν το πετυχαίνουν.
Σε άλλες περιπτώσεις, διοργανώνονται αγώνες δρόμου, με το κλεψίτυπο “Santa Run”, δήθεν «για καλό ή για ακόμα πιο καλό σκοπό». Κάποτε, αρχίζουν να τρέχουν, έτσι χωρίς χρονόμετρο και με τερματισμό τις εγκαταστάσεις μιας μεγάλης εταιρείας. Όλα, όμως, είναι διαφημιστικά, υποστηριζόμενα από μεγάλες φίρμες και αλυσίδες καταστημάτων… Ο κόσμος γεμίζει από Αϊ Βασίληδες, που δεν έχουν καμία σχέση με μένα, ούτε και με την αποστολή μου.
Είναι ένα παιχνίδι μεταμφίεσης και όλοι δηλώνουν στο πεινασμένο για ειδήσεις δημοσιογραφικό μικρόφωνο: «Περνάμε καλά», μετάφραση του ξενικού «We are having a good time…», που αφήνει τον ακροατή με το συνειρμό «… κι ας πάει ο κόσμος να … χαλάσει», αρκεί που «περνάμε καλά!».
Ίσως είναι περίπλοκο και μπερδεμένο και θαμπό από το πέρασμα των αιώνων, πώς εγώ, ένας ιεράρχης από την Καισάρεια της Καπαδοκίας, το σημερινό Kayseri της Τουρκίας, να παρουσιάζομαι σαν κάτοικος της Φινλανδίας. Θα μου ήταν αρκετό να μείνω στη γενέτειρά μου, που από τον 4ο αιώνα ήταν γνωστή ως κέντρο του μοναστικού βίου, χάρη στις σπηλιές που υπήρχαν στη βραχώδη περιοχή.
Και, φυσικά, να απολάμβανα τη γνωστή σε όλους, τοπική σπεσιαλιτέ, ο γευστικό και πικάντικο παστουρμά! Όμως, δυστυχώς, μου άλλαξαν και το όνομά μου! Στη δύση, υπήρχε η δοξασία, ότι ο Άγιος Νικόλαος (Saint Nicholaus… Niclaus…Claus, συγκεκομμένα… Santa Claus), που ήταν κι αυτός ένας Έλληνας Επίσκοπος, που γυρνούσε μοιράζοντας δώρα, μέσα από τις καμινάδες των σπιτιών … επειδή ήταν ντροπαλός. Έτσι, μου άλλαξαν το όνομα…
Το 1927, το φινλανδικό ραδιόφωνο ανακοίνωσε ότι η πατρίδα μου ήταν η Λαπωνία, με τη δικαιολογία ότι το έλκηθρο έσερναν γκρίζοι τάρανδοι, ενώ η ιδέα ήταν να αξιοποιηθεί η απομακρυσμένη περιοχή της Λαπωνίας. Από τότε, γύρω από το μύθο της ύπαρξής μου, αναπτύχθηκε μια τεράστια βιομηχανία, με διάφορα προϊόντα, που η ζήτησή τους εύρισκε εύφορο έδαφος την υπερκαταναλωτική περίοδο των εορτών.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά… Γύρω στα 1930, η γνωστή αμερικανική εταιρεία Coca Cola, εκμεταλλευόμενη την αναγνωρισιμότητά μου, άλλαξε το πράσινο χρώμα της στολής μου με το δικό της, το κόκκινο. Εύκολο ήταν στη συνέχεια, να καθιερωθεί ως το χρώμα του Αϊ Βασίλη, που πάντα επισκεπτόμουν όλο τον κόσμο φέρνοντας δώρα…
Το πιο δημοφιλές από τα δώρα που μου ζητούν, είναι η υγεία και η ειρήνη στον κόσμο. Η υγεία και η διατήρησή της, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον καθένα μας, προσωπικά και δεν μπορώ να κάνω πολλά γι’ αυτό. Από την άλλη, η ειρήνη είναι δυσεύρετη, αφού όπως όλα, υπόκειται στο νόμο της προσφοράς και της ζήτησης.
Όσο περισσότεροι τη ζητούν, τόσο λιγότεροι την έχουν και –φυσικά- η τιμή της ανεβαίνει. Κοστίζει… και τελικά, μη σας αναφέρω τι βλέπουν τα μάτια μου, καθώς παραδίδω τα δώρα, κατεβαίνοντας απροειδοποίητα από την καμινάδα … θα βρεθούμε σε πολύ δύσκολη θέση
Για ένα να είστε βέβαιοι. Υπάρχω και θα υπάρχω, όσο με χρειάζεται ο κόσμος και ιδιαίτερα τα παιδιά. Γι’ αυτό, μην έχετε καμία αμφιβολία.
Καλή Χρονιά, σε όλους
Αϊ Βασίλης
Γύρω στο 1930 όμως, γνωστή αμερικάνικη εταιρεία αναψυκτικών αποφάσισε πώς ήθελε να «πουλήσει» την διάσημη αυτή εικόνα με τα δικά της χρώματα ξαναφτιάχνοντας τον λίγο πιο χοντρό με λευκή πλούσια γενειάδα, λίγο πιο γλυκό και βάφοντας την στολή του κατακόκκινη.
Εως τότε ο Μέγας Βασίλειος ήταν ένας από τους τρεις ιεράρχες, γεννήθηκε το 330 στη Νεοκαισάρεια του Πόντου. Σπούδασε ρητορική, φιλοσοφία, αστρονομία, γεωμετρία, ιατρική, φιλολογία και φυσική στην Καισάρεια, στην Κωνσταντινούπολη και αργότερα στην περίφημη Φιλοσοφική Σχολή των Αθηνών. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και το 370 διαδέχθηκε στον επισκοπικό θρόνο το μητροπολίτη Καισάρειας.
Ο ίδιος έγινε γνωστός κυρίως για τη φιλανθρωπία του και γιατί φρόντιζε πάντα όσους είχαν την ανάγκη του. Σύμφωνα με την παράδοση αμέσως μετά τα Χριστούγεννα ξεκινούσε πεζός μ’ ένα ραβδί στο χέρι και έφερνε συμβολικά δώρα στους ανθρώπους.