Η λειψυδρία, δηλαδή η έλλειψη ή η ανεπάρκεια νερού, μπορεί να οφείλεται σε φυσικά αίτια, λόγω ξηρασίας, ή σε έλλειψη υποδομών αξιοποίησης των υδατικών πόρων ή πλημμελή διαχείρισή τους.
Σε αυτές τις συνθήκες, το νερό είναι ανεπαρκές για τις υδρευτικές, αρδευτικές και άλλες ανάγκες, οδηγώντας σε περιορισμένη πρόσβαση και διακοπές στην υδροδότηση, όπως συμβαίνει τελευταία στο Ηράκλειο.
Όπως έχει επανειλημμένως αναφερθεί, έχομε μακραίωνη και λαμπρή ιστορία στην αξιοποίηση και χρήση μη συμβατικών υδατικών πόρων. Στην ευρύτερη περιοχή του Ηρακλείου, ΝΑ σε απόσταση 5-6 km από το κέντρο, βρίσκεται η Κνωσσός, που αποτελεί το προϊστορικό κέντρο του πρώτου πολιτισμού της Ευρώπης.
Οι Μινωίτες επέλεγαν να ζουν σε ξηρικές περιοχές, κυρίως της ανατολικής Κρήτης για λόγους προστασίας, υγιεινής και επάρκειας νερού και έδιναν ιδιαίτερη σημασία στην αρμονική συμβίωσή τους με το φυσικό περιβάλλον.
Το νερό, ως σύμβολο αναγέννησης, καθαρμού και ζωής, κατείχε εξέχουσα θέση τόσο στην τέχνη, όσο και στις τελετουργίες τους. Πολλές λατρευτικές δραστηριότητες, όπως χοροί και εορτασμοί, συνδέονταν στενά με κρήνες, λουτρά και δεξαμενές, τροφοδοτούμενες από τα οργανωμένα δίκτυα ύδρευσης.
Αυτή η βαθιά σύνδεση με το νερό, ως πηγή ζωής και καθαρμού, αντικατοπτρίζεται στην ολιστική διαχείριση των υδατικών πόρων, η οποία συνδύαζε την τεχνολογική και την κοινωνική και περιβαλλοντική διάσταση (Koutsoyiannis et al., 2008).
Χαρακτηριστικά παραδείγματα αξιοποίησης των υδατικών πόρων της εποχής και άξια προς μίμηση είναι οι δυο σημαντικότεροι τόποι εγκατάστασής τους, της Φαιστού και της Κνωσού.
Η Φαιστός υψώνεται σε λόφο ύψους 100 m περίπου στο δυτικό άκρο της Μεσσαράς, προσφέροντας μια επιβλητική θέα και ένα εντυπωσιακό σκηνικό (Εικ. 1). Ο ποταμός Γεροπόταμος ή Ιεροπόταμος διασχίζει τη βόρεια πλευρά του λόφου της Φαιστού.
Η Φαιστός αποτελεί ένα εντυπωσιακό παράδειγμα χρήσης μη συμβατικών υδατικών πόρων. Εκεί προϋπήρχαν δυο αντιπροσωπευτικά συστήματα συλλογής και χρήσης όμβριων νερών, όπως και σύστημα αποχέτευσης και χρήσης για άρδευση και λίπανση γεωργικών καλλιεργειών με εκροές αστικών υγρών αποβλήτων (Angelakis and Spyridakis, 1996).
Για το σύστημα συλλογής και χρήσης όμβριων νερών, χρησιμοποιούταν η κύρια κεντρική αυλή της Φαιστού έκτασης περίπου 1.100 m2 (Εικ. 2α), που αποτελεί ένα πολύ σημαντικό τεχνικό έργο της. Στη Φαιστό, είχε δοθεί ιδιαίτερη προσοχή: (α) στον καθαρισμό των επιφανειών, που χρησιμοποιούνταν για την απορροή και συλλογή ομβρίων νερών και
(β) στο φιλτράρισμα των νερών σε χονδρόκοκκα αμμώδη φίλτρα νερού, πριν από τη συλλογή τους σε δεξαμενές, που βρίσκονται στη δεξιά πλευρά της κεντρικής αυλής (Εικ. 2α), προκειμένου να βελτιωθεί και διατηρηθεί η καθαρότητά του.
Επίσης, οι Μινωίτες στη Φαιστό χρησιμοποιούσαν για άρδευση και λίπανση τα αστικά υγρά απόβλητα, όπως λίγο πολύ επί τέλους κάνομε και εμείς σήμερα μετά από 4.500 χρόνια, φυσικά μετά από κατάλληλη επεξεργασία τους. Ο κεντρικός αποχετευτικός αγωγός της Φαιστού διερχόταν κάτω από την κεντρική αυλή και σε απόσταση 1 km περίπου διοχετευόταν σε γεωργικές εκτάσεις, πλημμελώς επεξεργασμένες εκροές φυσικά των υγρών αποβλήτων.
Ένα μικρό τμήμα του κεντρικού αποχετευτικού αγωγού, μετά από την υπόγεια διέλευση του κάτω από την αυλή, φαίνεται στην Εικόνα 2β.
Αντίστοιχα, η Κνωσός, που βρίσκεται σε υψόμετρο 120 m, υδρεύτηκε αρχικά με μικρό υδραγωγείο μήκους 0,7 km περίπου από την πηγή Μαυροκόλυμπος, και υψομετρική διαφορά 10-12 m. Επίσης, στην Κνωσό συμπληρωματικά συλλεγόταν και χρησιμοποιούταν βρόχινο νερό. Το ίδιο γινόταν την Μινωική εποχή στην Αγία Τριάδα, στο Χαμέζι, στην Φούρνου Κορυφή, στον Πύργο Μύρτου, στην Ζάκρο και αλλού.
Τέλος, όπως αναφέρει και ο Γιάννης Σακελλαράκης, οι Μινωίτες ήταν θαλασσοκράτες και χρησιμοποιούσαν προηγμένα συστήματα ύδρευσης, όπως την τεχνολογία παραγωγής αφαλατωμένου νερού. Όπως είναι γνωστό, οι Μινωίτες -κυρίως στην ανατολική Μεσόγειο- με τα μικρού μεγέθους πλεούμενα που χρησιμοποιούσαν, ίσως η παραγωγή και χρήση αφαλατωμένου νερού ήταν απολύτως αναγκαία, όπως και Έλληνες ιστορικοί επιβεβαιώνουν.
Συμπερασματικά, οι Μινωίτες, και ακολούθως οι αρχαίοι Έλληνες, αξιοποιούσαν ευρύτατα τους μη συμβατικούς υδατικούς πόρους, όπως (α) συλλογή, αποθήκευση και χρήση βρόχινου νερού, (β) επεξεργασμένες εκροές αστικών υγρών αποβλήτων και (γ) η παραγωγή και χρήση αφαλατωμένου νερού (Angelakis et al., 2024).
Μετά από την τεράστια σημερινή τεχνολογική ανάπτυξη, ιδιαίτερα αυτή των υδατικών πόρων και τα προαναφερόμενα, δημιουργείται το εύλογο ερώτημα γιατί σήμερα το Ηράκλειο, μια πόλη που έπρεπε να είναι πρότυπη και παράδειγμα για μίμηση, έχει το θλιβερό προνόμιο να υστερεί σε στοιχειώδεις δείκτες καλών πρακτικών για αξιοπρεπή διαβίωση των πολιτών και υπολείπεται ακόμη και στην υδροδότησή της. Απόδειξη και η κατάταξή της στις πλέον βρόμικες πόλεις του αναπτυγμένου κόσμου! Έλεος!
Μετά εν τέλει το αναποτελεσματικό και πανάκριβο φράγμα Αποσελέμη και την αλόγιστη χρήση υπόγειου νερού, που είναι μη-ανανεώσιμος φυσικός πόρος και θα πρέπει να χρησιμοποιείται με σύνεση, γιατί ανανεώνεται κάθε 500-1.000 χρόνια, θα έπρεπε να φροντίσομε για μικρότερα και αποδοτικότερα έργα ανάπτυξης και χρήσης μη συμβατικών υδατικών πόρων.
Είναι απολύτως αναγκαίο και επείγον οι τοπικοί άρχοντες και όχι μόνο, επί τέλους να αντιληφθούν και να ασχοληθούν με την αποτελεσματική διακυβέρνηση του τόπου μας, με όραμα, με πρόγραμμα και με επάρκεια.