Με αφορμή την είδηση πως το πανεπιστήμιο του Πρίνστον κατήργησε την υποχρεωτική εκμάθηση των αρχαίων ελληνικών και λατινικών από το πρόγραμμα σπουδών του, θα ήθελα να διατυπώσω κάποιες σκέψεις.
Σκέψη πρώτη: Για ποιους λόγους λήφθηκε μια τέτοια απόφαση; Η απάντηση είναι προφανής. Λόγω της μειωμένης προσέλευσης φοιτητών στις συγκεκριμένες σπουδές. Η αναμενόμενη λύση ήταν βέβαια η κατάργησή τους από τα υποχρεωτικά μαθήματα του προγράμματος σπουδών. Η προφανής απορία είναι για ποιο λόγο υπάρχει διεθνώς αλλά και σε εθνικό επίπεδο η έλλειψη προτίμησης στις κλασικές σπουδές;
Σκέψη δεύτερη: Στα καθ’ ημάς η πραγματικότητα δεν απέχει πολύ. Αν λάβει κανείς υπόψη του τα ποσοστά των επιδόσεων των υποψηφίων στις πανελλαδικές εξετάσεις στο μάθημα των αρχαίων ελληνικών τα τελευταία χρόνια, θα διαπιστώσει ότι οι βαθμολογίες των υποψηφίων φθίνουν χρόνο με το χρόνο.
Ενδεικτικά αναφέρω ότι το 2020, το 47% των γραπτών ήταν κάτω από τη βάση. Το γεγονός αυτό δεν είναι συγκυριακό, αν το συνδυάσουμε και με τον τρόπο που διδάσκεται το εν λόγω μάθημα ήδη από τα γυμνασιακά χρόνια. Ο τρόπος είναι αποκρουστικός, στείρος και αποτρεπτικός για τις ανθρωπιστικές σπουδές αλλά και για το γενικότερο ενδιαφέρον που μπορεί να έχει ένας νέος για μαθήματα που έχουν ως αντικείμενο μελέτης τον ίδιο τον άνθρωπο, την κοινωνία του και τις αξίες της διαχρονικά.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι οι κλασικές σπουδές οδηγούνται στην ομφαλοσκόπηση, θα περιοριστούν στα ακαδημαϊκά ενδιαφέροντα συγκεκριμένων ειδικών.Και όχι μόνο. Η αρχαία Αθήνα και η αρχαία Ρώμη, μήτρες των μετέπειτα πεφωτισμένων ιδεών της Ευρώπης εξαλείφονται από το κάδρο.
Είναι σαν ο δυτικός πολιτισμός, που ανέδειξε τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς και επηρεάστηκε από την κλασική αρχαιότητα να απομακρύνεται από την πηγή του. Συν τω χρόνω θα πάψει να αναζητά και να καλλιεργεί τις κλασικές αξίες της ισότητας, της φιλίας, της ισονομίας, της ισοπολιτείας. Το πρόσχημα για την συγκεκριμένη απόφαση ήταν ότι τα κλασικά κείμενα, Ελλήνων και Λατίνων, καλλιεργούν το ρατσισμό. Μια τέτοια ανάγνωση φαντάζει προκλητικά μονοσήμαντη.
Σαφώς και στα κλασικά κείμενα αντανακλώνται ήθη και αξίες που είναι παρωχημένες για εμάς τους πολίτες του εικοστού πρώτου αιώνα, όπως λόγου χάρη η άποψη του Αριστοτέλη για την δουλεία ή για την θέση της γυναίκας. Αλίμονο, όμως, αν εγκλωβιστούμε σε συγκεκριμένα σημεία της σκέψης κάποιων στοχαστών και παραβλέψουμε τον πλούτο και το μέγεθος της ηθικής και πολιτικής αξίας των κειμένων αυτών.
Είναι αδιανόητο να μην διαβάζουν οι απόφοιτοι των ανθρωπιστικών σπουδών τον Θουκυδίδη ή τον Πλάτωνα στη γλώσσα στην οποία έγραφαν. Αλλά πέρα από τη γλώσσα είναι και το πνεύμα που ενυπάρχει στα αρχαία κείμενα.
Η νομοθεσία του Σόλωνα που συνέβαλε στη δημιουργία της έννοιας της συνύπαρξης και κατ’ επέκταση της πόλεως, οι Πέρσες του Αισχύλου, η έννοια του τραγικού, οι επικοί ήρωες, ο Επιτάφιος του Θουκυδίδη, η φιλοσοφία του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, που έδωσαν τη σκυτάλη στους Λατίνους, τους Στωικούς και τους Επικούρειους, ώστε να διαιωνιστεί η κλασικη σκεψη, φέρουν υψηλά νοήματα.
Είναι τουλάχιστον ύποπτο να επιδιώκεται η απομάκρυνση από λαμπρές πολιτικές ιδέες και αξίες, που αντανακλώνται στα κλασικά θεατρικά έργα, στα φιλοσοφικά κείμενα και στην ποίηση. Έργα που θα ζήλευε και ο σύγχρονος μινιμαλισμός.
Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς και γιατί καταλήξαμε στην αποστροφή ενός τέτοιου τρόπου σκέψης; Παραγκωνίζεται η έννοια του μέτρου, η ρυθμιστική αξία του τρόπου ζωής στην κλασική αρχαιότητα.
Είναι αναπόδραστη ανάγκη η σύγχρονη εκπαίδευση να δώσει έμφαση στην αισθητική αγωγή των νέων, η οποία θα περιλαμβάνει και τα παραπάνω πνευματικά προϊόντα, προκειμένου οι επερχόμενες γενιές να απαλλαγούν από τα κακώς κείμενα που ταλανίζουν τις κοινωνίες. Μα πάνω απ’ όλα είναι ανάγκη να δώσει έμφαση στον ίδιο τον άνθρωπο.
* Ο Μανόλης Χριστοφάκης είναι φιλόλογος στο φροντιστήριο ΘΕΤΙΚΟ