Η υιοθέτηση για δεκαετίες «άχρωμων» πολιτικών από τους ευρωπαίους σοσιαλδημοκράτες, δηλαδή πολιτικών δίχως ξεκάθαρο πολιτικό πρόσημο, οδήγησαν τον χώρο σε πολιτικό και εκλογικό μαρασμό. Οι «άχρωμες» πολιτικές υπήρξαν μοιραίες, ιδίως τα χρόνια της κρίσης. Όταν δηλαδή δοκιμάστηκε η ίδια η δημοκρατική λειτουργία της Ευρώπης.

Νέα κέντρα εξουσίας αναδύθηκαν, στα χρόνια της κρίσης, αυτά που, σύμφωνα με τον Piketty, αποτέλεσαν την «κυβέρνηση της ζώνης του ευρώ». Μια νέας μορφής εκτελεστική εξουσία εμφανίστηκε, ιδίως επί οικονομικών θεμάτων, χωρίς να αναπτυχθεί ένας ισοδύναμος κοινοβουλευτικός έλεγχος.

Μια «μεταδημοκρατική απολυταρχία». Και αυτό ακριβώς το έλλειμμα δημοκρατικής νομιμοποίησης ενέχει τον κίνδυνο αποσύνθεσης ολόκληρης της Ε.Ε. Οι πολίτες, ολοένα και απομακρυνόμενοι από το ευρωπαϊκό εγχείρημα, φαίνεται να αναρωτιούνται μεταξύ άλλων: Ποιος στα αλήθεια έλεγχε τη  σύνταξη των Μνημονίων; Τι αποφασίζουν οι δύο νευραλγικές επιτροπές του Eurogroup, δηλαδή η Οικονομική Επιτροπή και η Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή; Γιατί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει αποκλειστεί από αυτές τις διαδικασίες;

Τις εύκολες απαντήσεις σε αυτά τα δύσκολα ερωτήματα «έσπευσε» να δώσει ο λαϊκισμός όλων των εκφάνσεων και ιδίως η ακροδεξιά. Και έτσι σήμερα παρακολουθούμε την πολιτική επέλασή της από άκρη ως άκρη στην ήπειρο μας. Όπως βέβαια βλέπουμε και τη διολίσθηση και εγκλωβισμό της παραδοσιακής δεξιάς στην ατζέντα και ρητορική της πρώτης. Κατ’ αντιστοιχία στη ΝΔ ο φιλελευθερισμός ηττάται κατά κράτος από έναν εθνικιστικό και υπερσυντηρητικό λόγο.

Σήμερα, είναι πια ξεκάθαρο πως άλλη Ευρώπη βλέπουν οι συντηρητικοί και άλλη οραματίζονται οι προοδευτικοί ευρωπαϊστές. Και ίσες αποστάσεις μεταξύ των δύο δεν μπορούν να κρατηθούν πια. Οι προοδευτικοί ευρωπαϊστές (σοσιαλδημοκράτες, πράσινοι και ριζοσπάστες αριστεροί) επιχειρούν να συνεννοηθούν για το αυτονόητο. Επιχειρούν να συνεννοηθούν, γιατί μόνο έτσι μπορεί να προστατευτεί το ευρωπαϊκό όραμα, από τις δυνάμεις της αποσύνθεσης που το απειλούν.

Για αυτό και ενόψει των ευρωεκλογών πολίτες, κινήσεις και κόμματα του προοδευτικού χώρου οφείλουν να αναλάβουν κοινή δράση, με γνώμονα μόνο τις πολιτικές εκλεκτικές συγγένειες, μένοντας μακριά από αδιέξοδους τακτικισμούς ή από πολιτικά και ψυχολογικά συμπλέγματα.

Η ηγεσία του ΚΙΝΑΛ απομακρυνόμενη από την «ιερά οργή της» – που εδράζεται στον αντανακλαστικό αντισυριζαϊσμό της – οφείλει να αντιληφθεί πως στα ταυτοτικά ζητήματα της προοδευτικής ατζέντας είναι κοντύτερα στον ΣΥΡΙΖΑ από ότι στη ΝΔ. Η ανάκτηση της εθνικής αξιοπρέπειας και αυτοπεποίθησης, η άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, η επαναρρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, ο μετασχηματισμός του κοινωνικού κράτους, η υποστήριξη ενός δίκαιου και παραγωγικού μοντέλου, η επέκταση και ενίσχυση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη, αποτελούν υπαρκτές προκλήσεις αλλά και στοίχημα του προοδευτικού χώρου.

Παραφράζοντας τον Πάπα Φραγκίσκο: “έχουμε περισσότερο από ποτέ ανάγκη «Γέφυρες» που θα ενώνουν, παρά τείχη που χωρίζουν και φυλακίζουν μέσα τους, αυτούς που τα έχτισαν”.

 

* Ο Σπύρος Δανέλλης είναι ανεξάρτητος βουλευτής Ηρακλείου