Ο Θαλής ο Μιλήσιος (ca 640-546 π.Χ.), ο αρχαιότερος των φιλοσόφων, ιδρυτής της Ιωνικής Σχολής στη Μίλητο, της πρώτης γνωστής φιλοσοφικής και ‘’επιστημονικής’’ Σχολής, υποστήριζε ότι η φύση αποτελείται από ύλη που βρίσκεται σε αέναη κίνηση.
Ο Αναξίμανδρος (ca 610 – 547 π.Χ.), διάδοχος του Θαλή, ήταν ο πρώτος που έγραψε βιβλίο ‘’Περί της φύσης’’, που δυστυχώς δεν διασώζεται και με το οποίο απέρριψε τις μυθολογικές ερμηνείες των φυσικών φαινομένων και συνέβαλε στην κατανόηση αρκετών από αυτά, όπως της σχέσης μεταξύ της εξάτμισης και της βροχόπτωσης, δηλώνοντας ότι: ‘’Οι βροχές παράγονται από την εξάτμιση (ατμίς) που εκπέμπεται από τη γη προς τον ήλιο’’.
Στη συνέχεια ο Πυθαγόρας (ca 582-500 π.Χ.), ο Πλάτων (ca 427 – 347 π.Χ.), ο Αριστοτέλης (384 – 328 π.Χ.) και άλλοι, συνέχισαν τη διδασκαλία για την κατανόηση της φύσεως και των σχετικών καταστροφών. Ο Αριστοτέλης, μιλώντας για την έννοια του απείρου, όπως την θεωρούσε ο Αναξίμανδρος, παρατήρησε ‘’Άπαντα γαρ η αρχή η εξ αρχής, του δε απείρου ουκ έστιν αρχή· είη γαρ αν αυτού πέρας…’’.
H ανθρωπότητα αντιμετώπισε, αντιμετωπίζει και θα αντιμετωπίζει φυσικές καταστροφές διαχρονικά. Το 1992, ο ΟΗΕ όρισε τις φυσικές καταστροφές ως «σοβαρές διαταραχές στη λειτουργία της κοινωνίας, οι οποίες προκαλούν εκτεταμένες ανθρώπινες, υλικές ή περιβαλλοντικές απώλειες, που υπερβαίνουν την ικανότητα της κοινωνίας να τις αντιμετωπίζει με ίδιους πόρους».
Ο ΟΗΕ, γνωρίζοντας τη σημασία της ενημέρωσης για την πρόληψη και την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών, με απόφασή του το Δεκέμβριο του 2009 (ψήφισμα 64/200), καθιέρωσε την 13η Οκτωβρίου ως την Διεθνή Ημέρα Μείωσης των Επιπτώσεων από Φυσικές Καταστροφές (Ο.Α.Σ.Π., 2012). Κατά την ημέρα αυτή, διοργανώνονται δράσεις και διάφορες εκδηλώσεις με στόχο την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των πολιτών, για την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων των φυσικών καταστροφών.
Σήμερα ο όρος «φυσική καταστροφή» είναι μάλλον παραπλανητικός, διότι υποδηλώνει ότι οι καταστροφές οφείλονται σε κάποιο «λάθος της φύσης». Ο φυσικός κίνδυνος είναι μια φυσική διεργασία ή ένα φαινόμενο, όπως είναι ο σεισμός, η ηφαιστειακή έκρηξη, η πλημμύρα, η καταιγίδα ή η ξηρασία, που συμβαίνει στη βιόσφαιρα και μπορεί να εξελιχθεί σε καταστροφικό γεγονός, να βλάψει ανθρώπους ή να καταστρέψει υποδομές.
Φυσική καταστροφή εμφανίζεται όταν ένας κίνδυνος προκαλεί τρωτότητα και η ζημιά είναι τόσο μεγάλη, που μια πληγείσα κοινότητα δε μπορεί να ανακάμψει με χρήση των δικών της πόρων (ΜΕ.Κ.Δ.Ε., 2020). Μια καταστροφή συνεπάγεται σημαντική αποδιοργάνωση της κοινωνίας, με ευρύτατες ανθρώπινες, υλικές ή περιβαλλοντικές απώλειες.
Στην πραγματικότητα, τα περισσότερα γεγονότα που θεωρούνται ως φυσικές καταστροφές συμβαίνουν με τη συμμετοχή του ανθρώπινου παράγοντα, η οποία συνδέεται με την τρωτότητα, που δημιουργείται μέσα από την ανθρώπινη δραστηριότητα, π.x. τον ακατάλληλο τόπο ή τον πλημμελή τρόπο στον οποίο ο άνθρωπος κατασκευάζει κατοικίες ή άλλες υποδομές.
Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα των σεισμών (Παπαδόπουλος, 2020). Συνήθεις ήταν/είναι σεισμοί (τεκτονικοί ή ηφαιστειακοί), που εξαφάνισαν μεγάλες κοινωνίες, όπως π.x. το ηφαίστειο της Σαντορίνης το 1645 π.Χ. και ο σεισμός της Ελίκης στον Κορινθιακό κόλπο το 373 π.Χ.
Γενικά εκτιμάται ότι τα 3/4 των σεισμών μας ήταν/είναι υποθαλάσσιοι, μακριά από κατοικημένες περιοχές, ή έχουν μεγάλο εστιακό βάθος, ώστε να μη προκαλούν καταστροφές. Αυτοί οι κίνδυνοι δημιουργούν καταστροφές μόνο όταν συμβούν σε ευάλωτες κοινωνίες, που δεν έχουν τρόπο να αντιμετωπίσουν αυτούς τους κινδύνους.
Θα πρέπει όμως να τονιστεί ότι οι φυσικές καταστροφές δεν είναι και δεν πρέπει να θεωρούνται ως η αναπόφευκτη συνέπεια ενός φυσικού κινδύνου. Συνήθως, οι πλημμελείς συνθήκες οργάνωσης και λειτουργίας μιας κοινωνίας είναι αυτές που δημιουργούν το υπόβαθρο, ώστε ένας κίνδυνος να μετατραπεί σε καταστροφικό, το οποίο είναι συνάρτηση του πόσο καλά ή πόσο κακά μια κοινωνία μπορεί να προσαρμοστεί και να ανταποκριθεί στους κινδύνους που αντιμετωπίζει (ΜΕ.Κ.Δ.Ε., 2020).
Συνήθως, η αποτίμηση των φυσικών καταστροφών γίνεται με βάση τις επιπτώσεις τους, όπως είναι οι περιβαλλοντικές, οι οικονομικές, οι κοινωνικές, οι πολιτικές και οι επιπτώσεις στην υγεία. Δεν υπάρχει μια κοινά αποδεκτή μέθοδος αξιολόγησης των επιπτώσεων των φυσικών καταστροφών.
Οι ειδικοί στον τομέα της εκτίμησης του κόστους των καταστροφών χρησιμοποιούν διάφορους όρους για να περιγράψουν τα αποτελέσματα αυτών. Σε γενικές γραμμές, οι επιπτώσεις/απώλειες/ζημιές/κόστος από τις φυσικές καταστροφές, είναι: (α) άμεσες, όπως τραυματισμός και απώλεια ζωών, καταστροφές υποδομών, όπως κτιρίων, καλλιεργειών και φυσικών πόρων και (β) έμμεσες, όπως προσωρινή ανεργία, διαταραχές/διακοπή λειτουργίας επιχειρήσεων, μειώσεις εισοδημάτων και μισθών, περιβαλλοντικές επιπτώσεις, ψυχολογικές συνέπειες και άλλες.
Οι μετρήσεις των άυλων, μη φυσικών περιουσιακών στοιχείων ή του ευρύτερου κοινωνικού και περιβαλλοντικού κόστους των καταστροφών, σπάνια λαμβάνονται υπ’ όψη στις αναλύσεις των επιπτώσεων, δεδομένου ότι δεν είναι εύκολα ποσοτικοποιήσιμες. Κατά συνέπεια, οι μελέτες αποτίμησης των φυσικών καταστροφών εμφανίζουν διαφορές ως προς τη μέθοδο αποτίμησης αλλά και τις ίδιες τις απώλειες που καλύπτουν.
Ο αριθμός θανάτων από φυσικές καταστροφές παγκοσμίως την τελευταία εικοσαετία είναι 30000 ετησίως με μια ελαφρώς πτωτική τάση. Οι θάνατοι στον αναπτυγμένο κόσμο είναι πολύ λιγότεροι από ό,τι στον αναπτυσσόμενο. Επίσης αν ληφθεί υπόψη η παγκόσμια αύξηση του πληθυσμού, τότε οι θάνατοι έχουν μειωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Στην Ελλάδα την τελευταία εικοσαετία καταγράφεται μικρός σχετικά αριθμός θανάτων από φυσικές καταστροφές.
Σήμερα, οι περισσότεροι θάνατοι από φυσικές καταστροφές (Εικόνα 1) οφείλονται κυρίως σε πλημμύρες και σεισμούς. Οι απώλειες από άλλες αιτίες, όπως τα τροχαία ατυχήματα, φαίνεται να είναι περίπου 30 φορές περισσότερες από αυτές λόγω φυσικών καταστροφών (Κουτσογιάννης, 2021). Στην περίπτωση της Κρήτης, οι θάνατοι των τροχαίων ατυχημάτων είναι περισσότεροι με αποτέλεσμα οι θάνατοι λόγω φυσικών καταστροφών να είναι ακόμη λιγότεροι.