Του Μανώλη Ροδιτάκη*
Πένθιμες και θλιβερές οι μέρες τούτες. Ο αναμάρτητος και μοναδικός, ο από κάθε άποψη αθώος, συλλαμβάνεται, για να οδηγηθεί στον πιο ατιμωτικό, φρικτό και επονείδιστο θάνατο, το σταυρικό, το θάνατο που επινόησε η απάνθρωπη σκληρότητα και κακία της εποχής εκείνης για τους περιφρονημένους και ανυπεράσπιστους δούλους, για τους μεγάλους κακούργους και τους επικίνδυνους επαναστάτες.
Και πορεύεται προς το πάθος του ο Αναμάρτητος, με απερίγραπτη αξιοπρέπεια, μόνος και σιωπηλός, ξένος και έρημος, χωρίς φίλους και συμπαραστάτες, χωρίς υποστηρικτές, ο μέγας ευεργέτης και φιλάνθρωπος, με πόνο απερίγραπτο, με λύπη ανείπωτη και βαθύτατη για την αχάριστη και άδικη συμπεριφορά του λαού του, των δικαστών και των δημίων του.
Υποφέρει και πονεί, αλλά και χαίρεται, γιατί γνωρίζει πως η θυσία του είναι η μόνη οδός, ο μοναδικός δρόμος που θα ξαναφέρει κοντά του και κοντά στον αγαπημένο Πατέρα του τα απολωλότα πρόβατα, το αμαρτωλό και αχάριστο ανθρώπινο γένος. Άλλος τρόπος δεν υπήρχε για να ξανανοίξει ο κλειστός για τον άνθρωπο κήπος της Εδέμ, ο ξεχασμένος παράδεισος, ο παράδεισος της θείας βασιλείας. Γι’ αυτό, κι ενώ εκείνοι, οι μακροί και χαμερπείς υπάνθρωποι, τον σταύρωνσαν, ειρωνευόμενοι και λοιδορούντες, αυτός, ο ανεξίκακος, ο μοναδικός και ανεπανάληπτος, πώς αντιδρούσε; Μ’ εκείνο το αδιανόητο για τους ανθρώπους: “Πάτερ, άφες αυτοίς· ου γαρ οίδασι τι ποιούσι”!
Μακρόθυμε και ακατάληπτε, Κύριε, απορώ και εξίσταμαι για την προς εμένα, τον άνθρωπο, απέραντη ανοχή και αγάπη σου. Αδυνατεί ο νους μου, όσο και να προσπαθεί, να ερμηνεύσει το μεγαλείο της στάσης και της συμπεριφοράς σου κατ’ εκείνες τις φοβερές και τελευταίες στιγμές της επί γης ζωής σου. Μια και μόνο εξήγηση μπορώ να δώσω: Φταίει η απέραντη αγάπη και η παθολογική αδυναμία, η δική σου Κύριε, και του Θεού Πατέρα, προς το ανθρώπινο πλάσμα, το πλάσμα σας και παιδί σας. Άλλη εξήγηση κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει.
Από το βιβλίο της Γένεσης του Κόσμου έμαθα, Κύριε, πόσο στοίχισε σε σένα και στον πατέρα σου η εγωιστική και ανόητη συμπεριφορά του πρώτου ανθρώπου απέναντι σε σας τους δημιουργούς του, τουτέστιν η ανυπακοή του στη μοναδική παραγγελιά σας για τον απαγορευμένο καρπό και η θετική ανταπόκρισή του στις ύπουλες συμβουλές του Εωσφόρου. Και τιμωρήθηκε γι’ αυτή του την ανυπακοή σκληρά ο πρωτόπλαστος: εκδιώχτηκε οριστικά από τον κήπο της Εδέμ. Μα αυτός ο διωγμός, σας στοίχισε, Κύριε, πολύ, γιατί ήταν χαμός ανυπάκουου παιδιού μα πολυαγαπημένου. Έπρεπε από εκείνη τη στιγμή και πάντα σύμφωνα με το θέλημά σας, να βρεθεί τρόπος για μια μεγάλη συγγνώμη και εξιλέωση, ώστε να γίνει δυνατή η επιστροφή του ασώτου κοντά σας, στο σπίτι σας, στην ουράνια βασιλεία σας. Έπρεπε δηλαδή να προηγηθεί η συμφιλίωσή σας με το ανυπάκουο παιδί σας. Πώς όμως;
Τα χρόνια περνούσαν και η ανθρωπότητα ξέχασε παντελώς τον δημιουργό της. Βυθίστηκε στην αμαρτία και την ειδωλολατρεία τόσο που κι αυτός ακόμη ο ιουδαϊκός λαός, που είχε επίγνωση, Κύριε, της ύπαρξή σου, περίμενε το Μεσσία του ως κοσμικό βασιλιά, αποκλειστικά δικό του. Ήταν φανερό πως μια θυσία οποιουδήποτε κτίσματος δεν μπορούσε να γίνει ικανό αντισήκωμα του πρώτου μεγάλου προπατορικού αμαρτήματος, αλλά και όσων αμαρτημάτων ακολούθησαν το πρώτο. Για τη μεγάλη συμφιλίωση, κάθε θυσία φθαρτού ή θνητού πράγματος ήταν μικρή, χωρίς αντίκρισμα, χωρίς αξία.
Και τότε, Κύριε, καθώς εγώ πιστεύω, πάρθηκε η μεγάλη απόφαση, η πιο οδυνηρή και δύσκολη για τον κάθε πατέρα: να θυσιάσει το μονάκριβο παιδί του, το μοναχογιό του, αλλά και για το κάθε παιδί: να γίνει εξιλαστήριο θύμα. Αποφασίστηκε δηλαδή, τον πατέρα σου και με τη δική σου συγκατάθεση, να γίνεις εσύ το αντισήκωμα, το εξιλαστήριο θύμα της μεγάλης θυσίας. Πώς όμως; Συ, ο αθάνατος, ήταν δυνατόν να ταπεινωθείς να σταυρωθείς και να πεθάνεις; Σίγουρα όχι. Έπρεπε όμως να βρεθεί λύση. Κι έγινε τότε το μέγα και ανερμήνευτο θαύμα: Πήρες, Κύριε, την ανθρώπινη μορφή. Έγινες θεάνθρωπος με δύο φύσεις, τη θεία και την ανθρώπινη, και κατέβηκες στη γη σαν παιδί που γεννήθηκε, μεγάλωσε κι έγινε άνδρας: ο μέγας Διδάσκαλος. Κήρυχες τον αληθινό Θεό και την αλήθεια, την ελευθερία και την εγκράτεια, την μετάνοια και την ταπείπωση, την αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, την ισότητα και τη δικαιοσύνη, την ανοχή και την αυτοθυσία, την υπακοή και κάθε άλλη αρετή.
Θεράπευσες αρρώστους, ανέστησες νεκρούς κι έδειξες με πολλούς τρόπους τη θεότητα και τη δύναμή σου. Άλλοι σε πίστεψαν σαν Θεό και σε δόξασαν, άλλοι όχι. Πολλοί σε μίσησαν και επιδίωξαν την εξόντωσή σου. Και ήρθε η ώρα της μεγάλης θυσίας σου, αφου πρώτα φρόντισες να προετοιμάσεις και να αφήσεις τους επί γης διαδόχους σου και συνεχιστές του έργου σου, τους πανευφήμους Αποστόλους σου.
Αφού λοιπόν ολοκλήρωσες το έργο σου, Κύριε, ξεκίνησε το αφάνταστα οδυνηρό και ταπεινωτικό πάθος της ανθρώπινης φύσης σου, αυτής που έπρεπε μόνη να πληρώσει όλα τα βάρη της δικής μας ανυπακοής και αναξιότητας, αφού η θεία σου φύση έμενε απαθής και αλώβητη. Και πόνεσες πολύ ως άνθρωπος, Χριστέ μας: καταδικάστηκες από άνομους κριτές και χλευάστηκες και μαστιγώθηκες και αφάνταστα ταπεινώθηκες. Και σήκωσες το σταυρό σου και ως κακούργος και επικίνδυνος επαναστάτης οδηγήθηκες στο Γολγοθά. Και ανέβηκες στον ατιμωτικό σταυρό που από εκείνη τη στιγμή έγινε το σύμβολο της νίκης σου. Και ήπιες επί του σταυρού χολή και ξύδι και έχυσες το αίμα σου για τα δικά μας χρέη και ανομήματα και τη δική μας σωτηρία. Και πέθανες επί του σταυρού και θάφτηκες όπως ο κάθε θνητός και τέλος αναστήθηκες ως αθάνατος και Θεός και χάρισες και σ’ εμάς την αθανασία. Άνοιξες με τη θυσία σου, Κύριε, τις πύλες του ουρανού σε κάθε ανθρώπινη ψυχή που πιστεύει σε σένα και τον πατέρα σου, σας αγαπά, τηρεί το θέλημά σας και ποθεί τη βασιλεία σας.
Φίλοι και αδελφοί. Ας εδραιώσουν τα παραπάνω την πίστη μας προς τον πάσχοντα τις μέρες αυτές Χριστό και Θεό μας και ας συμβάλουν, έστω και λίγο, στην ολόψυχη συμμετοχή μας στα Άχραντα και Πάθη του και την ένδοξη Ανάστασή του.
* Ο Μανώλης Ροδιτάκης είναι τ. εκπαιδευτικός και ειδικός πάρεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, πτυχιούχος Πολιτικών Επιστημών