Θεωρητικά, μπαίνοντας ο Ιούνιος, αρχίζει και επίσημα στην Ελλάδα η τουριστική σεζόν. Αλλά πριν καλά-καλά δρομολογηθεί, ξεκίνησαν και τα συνήθη παράπονα όλων εκείνων που εμπλέκονται ενεργά στην υπόθεση αυτή, δηλαδή ξενοδόχων, ιδιοκτητών καταλυμάτων, καταστηματαρχών, κ.λπ., στα περισσότερα δημοφιλή μέρη, ότι δεν υπάρχει διαθέσιμη επάρκεια προσωπικού, με αποτέλεσμα να υφίστανται δυσκολίες για την καλή και κερδοφόρα λειτουργία των επιχειρήσεών τους.

Όμως, κάθε χρόνο προφανώς παρουσιάζουν κέρδη, γιατί αλλιώς θα σταματούσαν την συγκεκριμένη εργασία και θα στρέφονταν σε άλλες δραστηριότητες. Οι εργαζόμενοι, από τη μεριά τους, λένε πολλά και ενδιαφέροντα και το αρμόδιο Υπουργείο Εργασίας προσπάθησε να ικανοποιήσει τα δίκαια αιτήματά τους, αντιμετωπίζοντας κάποιες στρεβλώσεις στους χώρους εργασίας με την εισαγωγή στην καθημερινότητα της ψηφιακής κάρτας εργασίας.

Η Κυβέρνηση, με τις συγκεκριμένες κινήσεις της, έδειξε ότι είναι αποφασισμένη, και ορθώς, να βάλει τάξη στο απερίγραπτο αλαλούμ της απασχόλησης όλων αυτών των εποχιακών, στην πραγματικότητα, εργατών, όπου επικρατεί κομφούζιο συνθηκών εργασίας, ωραρίου, μισθολογίου, αμοιβών, απασχόλησης σε αργίες και στα σαββατοκύριακα, ρεπό και όλων των άλλων σχετικών λεπτομερειών.

Αλλά ήταν αναπόφευκτο ότι οι καταστηματάρχες, θα εξέφραζαν τα δικά τους παράπονα, γιατί όλα αυτά αναμφίβολα θα έθιγαν εγκαταστημένες νοοτροπίες και διαχρονικές συμπεριφορές απέναντι στους εργαζόμενους των επιχειρήσεών τους, γνωστού όντος ότι τα συνηθισμένα ωράρια στις τουριστικές περιοχές είναι περίεργα και εν πολλοίς ακανόνιστα.

Παρά τα παραπάνω που φαίνεται πως δίνουν κάποια λύση σε πολύχρονες εκκρεμότητες, τα παράπονα από αμφότερες τις πλευρές συνεχίζονται. Οι καταστηματάρχες ισχυρίζονται ότι δεν βρίσκουν προσωπικό και οι εργαζόμενοι αρνούνται να ασχοληθούν με πολλούς να αρκούνται, ακούστηκε δυστυχώς και αυτό, στα επιδόματα ανεργίας, γιατί η απασχόληση κάποιου σε μέρη μακρινά προϋποθέτει την εύρεση κατοικίας, όνειρο κυριολεκτικά θερινής ημέρας για τα συγκεκριμένα τουριστικά μέρη, αφού πρέπει να διαθέσει γι’ αυτόν τον σκοπό σχεδόν ολόκληρο το μισθό του.

Το πρόβλημα αυτό φυσικά αφορά και την στέγαση σε αστικά κέντρα και όχι μόνο τις περιοχές που αναφερόμαστε, αλλά εδώ οι κατοικίες είναι περισσότερο «πολύτιμες» από οικονομικής σκοπιάς, ειδικά στην καλοκαιρινή σεζόν.

Για την γενικότερη σημασία του τουρισμού στη χώρα μας, είναι περιττό να αναφερθούμε και να πούμε ότι προσφέρει αρκετά στα δημόσια έσοδα της χώρας, ενώ απασχολεί περίπου τον ένα στους πέντε εργαζόμενους. Για να επανέλθουμε, είναι φανερό ότι οι αντιδράσεις και των δύο μερών, φανερώνει ένα άλλο δημοφιλές σπορ της σύγχρονης Ελλάδας.

Την προχειρότητα, την επιπολαιότητα όλων και την αδιαφορία στην τήρηση των νόμων που διέπουν τις επιχειρήσεις, την προσπάθεια του νεοέλληνα να αποφύγει κάθε μορφή σοβαρότητας και βεβαίως τις συνέπειες. Φυσικά, αυτό δεν είναι προνόμιο των εμπλεκομένων εδώ, αλλά των περισσότερων πολιτών και υπηρεσιών.

Ο τουρισμός, όμως, είναι σοβαρή υπόθεση για τη χώρα μας και έτσι πρέπει να αντιμετωπίζεται απ’ όλους. Και η αδυναμία ανεύρεσης εργαζομένων στις τουριστικές επιχειρήσεις, είναι ακριβώς ένα οφθαλμοφανές σύμπτωμα αυτής της ελληνικής παθογένειας, της προχειρότητας στην καθημερινή μας συμπεριφορά, χωρίς μακροπρόθεσμους στόχους όλων ανεξαιρέτως.

Ποιος καταστηματάρχης ενδιαφέρεται σήμερα αλήθεια να αποκτήσει επαγγελματίες εργαζόμενους, και όχι τυχάρπαστους από το δρόμο για ένα μήνα ή ένα καλοκαίρι; Έναν φοιτητή, για παράδειγμα, που θα δουλέψει για δυο τρεις μήνες στο μπαρ ώστε να συμπληρώσει το πενιχρό, ούτως ή άλλως, χαρτζιλίκι του; Έναν ξένο ή κάποιον άλλο άσχετο χωρίς στοιχειώδεις γνώσεις ξένων γλωσσών που δεν θα τον ξαναδεί άλλη φορά;

Επιχειρήσεις χωρίς σοβαρό επαγγελματικό προγραμματισμό, του ενός καλοκαιριού ή της μιας σεζόν, αλλά που απαιτούν από τον ξένο να τις προτιμήσει και να τους αφήσει ένα μέρος των δικών του εισοδημάτων.

Όμως, και την επόμενη χρονιά η επιχείρηση θα είναι εκεί και πάλι. Για να μην μακρηγορούμε, όμως, όπως είπαμε και πριν, όλα γίνονται για άμεσο και γρήγορο κέρδος, αφήνοντας όλα τα άλλα στην άκρη. Ευκαιριακή απασχόληση σε μια μορφή «βαριάς» βιομηχανίας για μια χώρα που στηρίζει πολλά πάνω της.

Τρεις-πέντε μήνες εργασίας και μετά επιδόματα ανεργίας από ένα κράτος που προτιμάει να επιδοτεί αυτή και όχι την εργασία!

Ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης είναι τέως διευθυντής Χειρουργικής και συγγραφέας