Στο ζωολογικό βασίλειο όλα τα ζώα τα οποία ζούνε με ένστικτο, δεν κάνουνε λάθη ποτέ. Ό,τι χρειάζονται για την διαβίωσή τους το κάνουν μόνο όταν το ‘χουνε ανάγκη. π.χ. Μόνο όταν πεινάσουνε θα φάνε, όταν διψάσουνε θα πιούνε νερό, όταν νυστάξουνε θα κοιμηθούν κ.λπ. Αντιθέτως όμως ο άνθρωπος που έχει μυαλό, που κάνει και τα πολλά λάθη, κάνει πολλά πράγματα χωρίς να του χρειάζονται την ίδια ώρα. Π.χ. τρώει χωρίς να πεινά, πίνει νερό χωρίς να διψά, πάει για ύπνο χωρίς να νυστάζει.

Τις περισσότερες φορές κατευθύνεται από το ρολόι, πεινάω δεν πεινάω αφού το ρολόι δίχνει 1 η ώρα πρέπει να φάω! Άσε το άλλο, όπου μιλάει χωρίς να έχει τίποτα να πει! Κατηγορεί τους άλλους χωρίς να έχουνε τίποτα μαζί του! Βρίζει τα θεία από συνήθεια, χωρίς να ξέρει το γιατί.

Τρόπος του… λέγειν… Έχουμε απ’ όλα τα απαραίτητα και όμως μας λείπουνε τα περισσότερα απ’ αυτά που έχουμε! Ενώ παλιά εμείς που φτιάξαμε και την παλιά και την καινούργια εποχή, δηλαδή την μινωική εποχή και τη σύγχρονη και που είμαστε τυχεροί όπου ζήσαμε αυτές τις δύο εποχές όταν είχαμε τα αναγκαία, τα απαραίτητα είμαστε καλυμένοι, είμαστε αυτάρκεις και ικανοποιημένοι. Εννοώ τον εξοπλισμό, τα σκεύη του σπιτιού και τα εξωτερικά εργαλεία για τις εξωτερικές χειρονακτικές δουλειές.

Το σπουδαιότερο ήτανε η κοινωνική ισότητα. Όλοι είχανε και βολεύονταν με τα ίδια πράγματα. Όλοι με τα ίδια σκεύη, με τα ίδια εργαλεία της δουλειάς, όλοι τα ίδια σπίτια, τα ίδια ζώα, τα ίδια μεταφορικά μέσα (γαϊδουράκια, μουλαράκια) οι οικογένειες μονιασμένες, ολόκληρες, δεν έλειπε κανένα μέλος, γονείς, παιδιά, εγγόνια, δισέγγονα, όλοι μαζί δούλευαν για το ψωμί του σπιτιού σαν μια επιχείρηση καλά οργανωμένη

. Όλο το χωριό έβγαινε κάθε μέρα έξω για δουλειές, αφού όλες ήταν ίδιες και εποχιακές. Έτσι όλοι μαζί η κοινωνία ήταν ισορροπημένη, άρα και ήρεμοι αφού ο καθένας έκπεμπε μια δύναμη και μια όρεξη για δουλειά για τον άλλον και όλοι μαζί συγκέντρωναν μια ενέργεια τεράστια η οποία τους τροφοδοτούνε με ψυχική δύναμη, με όρεξη, με υπομονή και κουράγιο.

Η συλλογικότητα αυτή είχε σαν αποτέλεσμα να δουλεύουν σκληρά, αλλά με λιγότερο άγχος και αγωνία. Αλλά βέβαια και η φυσιολογική ζωή. Η ζωή που έκαναν δεν τους επέτρεπε πολυτέλειες, γι’ αυτό είχανε μάθει να είναι αυτάρκεις.

Άμα είχανε τα προς το ζήν, δηλαδή το καθημερινό φαγητό. Αυτό ήταν το βασικότερο. Όσο για την ένδυση και υπόδυση αυτό ήταν το λιγότερο κακό. Επάλιωσαν και σκίστηκαν τα παπούτσια; Μπαζώματα. Πάλιωσαν και σκίστηκαν τα ρούχα; Μπαλώματα. Κομμένα από τα πιο παλιά ρούχα τα οποία είχαν μείνει κάποια ατρύπητα κομμάτια. Κάποιοι, αλλά ευτυχώς λίγοι έβαζαν και.. διπλωματικότητα. Το ένα πάνω στο άλλο! Το καλό ήταν πως δεν τα παρεξηγούσαν αφού όλοι ήταν μπαλωμένοι. Σαν… μόδα να ήταν. Πόσα χρόνια περάσανε και έλεγα δεν θα ξανάρθει αυτή η μόδια; Και να που ήρθε! Το κακό είναι τώρα που δεν έχουνε μπαλώματα και τα φοράνε σκισμένα ξανά. Πιστεύω ότι κάποτε θ’ αλλάξει η μόδα και θα αρχίσουν πάλι να τα μπαλώνουνε!…