Με λυπεί η άρνηση του εμβολιασμού κατά του covid-19. Πρόκειται για την εκφραση μιας ιδιότητας της ανθρώπινης φύσης για την οποία θα προτιμήσω τον όρο «αρνητισμός». Υπάρχει ασφαλώς ένα μέρος συμπολιτών μας που αποφεύγουν τον εμβολιασμό όχι από αρνητισμό αλλά από έναν έμφυτο φόβο για κάθε είδους εμβόλιο, κάπως όπως αυτοί που τρομάζουν όταν δουν ένα σαμιαμίδι ενώ είναι απολύτως βέβαιοι ότι είναι ακίνδυνο. Αυτοί οι «αθώοι» αρνητές του εμβολίου θα πρέπει ξεπεράσουν τον φόβο τους.

Όμως το μεγαλύτερο μέρος των αρνητών του εμβολίου είναι, δυστυχώς, «συνειδητοί» αντιεμβολιαστές, θύματα του αρνητισμού. Αρνητισμός είναι η άρνηση της πραγματικότητας, όπου «πραγματικότητα» σημαίνει αναφορά σε μια κατάσταση που αληθεύει με πιθανότητα πολύ κοντά στο 100%, αλλά δεν είναι ποτέ απόλυτη βεβαιότητα. Αν ήταν, τότε η επιστήμη (η προσπάθεια κατανόησης της πραγματικότητας) θα ήταν θρησκεία. Ο «θετικιστής» είναι ο αντίποδας του «αρνητιστή»: μετρά τις πράξεις του και διαμορφώνει τις αντιλήψεις του με οδηγό τις πιθανότητες.

Κάποιες από αυτές τις πιθανότητες είναι τόσο κοντά στο 100% που δικαιούμαστε να τις εκλαμβάνουμε ως βεβαιότητες και να συμπεριφερόμαστε αναλόγως (θετικιστές και αρνητιστές συμφωνούν στο ότι η μέρα θα διαδεχθεί τη νύχτα). Αλλά οι βεβαιότητες παίζουν, ή πρέπει να παίζουν,  μικρό ρόλο στην καθημερινότητα μας, όπου καλούμαστε να ζυγίζουμε πιθανότητες. Κάποιες από αυτές τις πιθανότητες είναι πιο αξιόπιστες από κάποιες άλλες.

Οι επόμενες τρεις ανήκουν στην πρώτη κατηγορία επειδή έχουν βασιστεί σε εκατοντάδες εκατομμύρια περιπτώσεων (για σύγκριση οι κοινές δημοσκοπήσεις στηρίζονται σε 1000 ή λιγότερες): ο κίνδυνος θανάτου από αυτοκινητιστικό δυστύχημα είναι 0,002 (1 στις 500), από αεροπορικό  0,00025 (1 στις 4,000) και από εμβολιασμό κατά του covid-19 0,00001 (1 στις 100,000).  Μπορείτε να αμφισβητήσετε τις ακρίβεια αυτών των ποσοστών, αλλά όχι τις αναλογικές τους σχέσεις. Αυτό σημαίνει ότι αν όλος ο πληθυσμός της χώρας εμβολιαστεί, περίπου 100 μπορεί να καταλήξουν σε θάνατο λόγω του εμβολίου (ο αριθμός αυτός αποτελεί τη χειρότερη εκδοχή καθώς η πιθανότητα 1/100,000 είναι υπερτιμημένη) σε σύγκριση με τους 14,730 θανάτους λόγω κορωνοϊού που έχουμε μέχρι σήμερα.

Όταν οι αριθμοί μιλούν οι αντιρρήσεις σωπαίνουν. Όχι όμως όταν μπαίνει στη μέση ο αρνητισμός. Ο ορισμός του αρνητισμού ως απόρριψη της πραγματικότητας εξηγεί γιατί ο αρνητιστής εμφορείται από εξωπραγματικές πεποιθήσεις – πρόκειται για την ανάγκη πλήρωσης του κενού που αφήνει πίσω της η άρνηση της πραγματικότητας. Για αυτό είναι πιθανό ακόμα και να πιστεύει ότι η τύχη του είναι γραμμένη στα άστρα. Εξηγεί επίσης την απέχθεια του για ό,τι είναι αποδείξιμο, αφού η απόδειξη αποτελεί προσγείωση στην πραγματικότητα. Κατασκευάζει επομένως θεωρίες που δεν μπορούν να ελεγχθούν, όπως οι συνομωσίες.

Η έλλογη αμφισβήτηση (την οποία συχνά ο αρνητιστής επικαλείται ως προπέτασμα της μανίας του για απόρριψη) δεν έχει τίποτε το κοινό με τον αρνητισμό. Ο αρνητισμός δεν προτείνει εναλλακτικές λύσεις, απλώς απορρίπτει. Γι αυτό και είναι συνώνυμος με τον συντηρητισμό. Εχθρεύεται την συνοδοιπορία με την πραγματικότητα – που δεν είναι ποτέ στάσιμη – για αυτό και δεν αισθάνεται άνετα με την επιστήμη που είναι ο κύριος οδηγός της κοινωνίας  σ’ αυτήν την συνοδοιπορία.

Έχουν γραφεί, πρόσφατα, πολλά για τα αίτια του αρνητισμού. Το θέμα ξεπερνά τον σκοπό αυτού του σημειώματος. Το γεγονός ότι μεταξύ των αρνητιστών του εμβολιασμού συμπεριλαμβάνονται και άτομα με μεγάλη, και πολλές φορές εξειδικευμένη επί του θέματος, γνώση ερμηνεύτηκε ως ένδειξη ότι ο αρνητισμός είναι μια εγγενής ιδιότητα, μια γενετική επιταγή την οποία το άτομο δεν μπορεί να ξεπεράσει, ό,τι και αν κάνει, όσα και αν μάθει. Υπάρχει μια δόση υπερβολής σε αυτό το συμπέρασμα που απορρέει από τη σύγχυση μεταξύ του «είδους και του ποσού» της γνώσης και της «χρήσης» της γνώσης.

Το πρώτο είναι εργαλείο, το δεύτερο είναι τέχνη. Η τέχνη απαιτεί κανόνες και όραμα. Επί πλέον μαθαίνεται από νωρίς. Το παιδί πολύ νωρίς θα βρεθεί μπροστά στο δίλημμα της «πακεταρισμένης» βεβαιότητας και της κριτικής αξιολόγησης. Σ’ αυτή τη χρονική στιγμή η αγωγή μπορεί να αποδειχθεί ανώτερη της γενετικής προδιάθεσης. Το παιδί ή θα μάθει να σκέπτεται πιθανολογικά από το νηπιαγωγείο ή θα είναι δια ζωής επιρρεπές στον δογματισμό και τον αρνητισμό.

Αν δούμε τον αρνητισμό από αυτή τη σκοπιά μπορούμε να ελπίζουμε ότι ο αντι-εμβολιασμός είναι ανατρέψιμος, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό. Το όραμα στο οποίο αναφέρθηκα λίγο πιο πάνω δεν μπορεί να είναι άλλο από την υπηρέτηση του ανθρώπου, μάλιστα (και εμφανέστατα για το θέμα για το οποίο μιλούμε) σε πανανθρώπινο επίπεδο. Η πανδημία ανέδειξε κάτι που η ανθρωπότητα έζησε μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις. Παρά τον εθνικισμό, τον ρατσισμό, τις θρησκευτικές και ιδεολογικές διαιρέσεις, την κραυγαλέα ανισοκατανομή του πλούτου, τις ανισότητες στην αντιμετώπιση των βασικών αναγκών της ζωής και την αδιαφορία για το περιβάλλον, οι «θεσμοί» δούλεψαν σε διεθνές επίπεδο, ο αριθμός των θανάτων συγκρατήθηκε σε χαμηλά επίπεδα και η ελπίδα ότι ο ιός θα χαλιναγωγηθεί είναι δικαιολογημένη.

Σ’ αυτό το παγκόσμιο πανηγύρι της ένωσης των δυνάμεων της επιστήμης, του «κεφαλαίου» (με το οτιδήποτε αυτό σημαίνει) και των κρατικών μηχανισμών (αυτό που κάποιοι θα ονόμαζαν «κατεστημένο»), οι ανεμβολίαστοι αποτελούν μια εξαίρεση την οποία μπορούν – και πρέπει να πειστούν ότι μπορούν – να ξεπεράσουν. Αντί να μένουν προσηλωμένοι στην «ατομιστική» όψη του νομίσματος που τους εμποδίζει να υπηρετήσουν το προσωπικό τους συμφέρον, ας δουν και την άλλη όψη, αυτή που τοποθετεί το δίλημμα σε πανανθρώπινη κλίμακα.

Είμαστε όλοι στρατευμένοι έναντι ενός εχθρού που δεν κάνει διακρίσεις, που αλλάζει συνεχώς απειλώντας όχι μόνο την παρούσα αλλά και τις επόμενες γενιές, έναν κίνδυνο που δεν πρόκειται να εξαλειφθεί τελείως.  Σ’ αυτόν τον αγώνα δρόμου το μόνο μας εφόδιο είναι η επιστήμη και το ισχυρότερο όπλο με το οποίο μας έχει εφοδιάσει μέχρι στιγμής είναι το εμβόλιο. Ο εμβολιασμός δεν είναι προσωπική υπόθεση, ούτε καν εθνική, είναι πανανθρώπινη.

Οι ανεμβολίαστοι δεν έχουν παρά να αντικαταστήσουν την ψυχρή γκριμάτσα του αρνητισμού με το ζεστό χαμόγελο της συμμετοχής στον εμβολιασμό. Θα είναι ένα δώρο στον εαυτό τους και στην ανθρωπότητα.

 

* Ο Λευτέρης Ζούρος είναι ομότιμος καθηγητής Παν/μίου Κρήτης, αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών