Σίγουρα οι παλιότεροι δημοσιογράφοι, σατιρικοί, ποιητές αλλά και εκδότες εφημερίδων ή περιοδικών, γράφοντας τα κείμενά τους, εμπνέονταν από γενικότερες αντιλήψεις.
Οδηγούνταν από μία ανώτερη ηθική για ανόρθωση και βελτίωση της χώρας μας, τόσο από πολιτικής, όσο και από κοινωνικής πλευράς και επειδή ακριβώς γνώριζαν την ελληνική ψυχή, όσο κανείς άλλος, κατόρθωσαν πολλά από τα έργα τους, ευτράπελα και πειρακτικά, να παραμείνουν αναντικατάστατες εικόνες ζωής, μνημεία πολύτιμα μίας ολόκληρης εποχής, συγχρόνως δε μία χρήσιμη ανατομία, μίας σημαντικής περιόδου του εθνικού μας βίου.
Διαβάζουμε καθημερινά στις εφημερίδες και ιδιαίτερα στον τοπικό Τύπο για την άθλια κατάσταση στον χώρο της υγείας, για καταιγισμό παραιτήσεων των εργαζομένων, που έχουν εξαντλητικά ωράρια εργασίας και δεν αμείβονται ικανοποιητικά. Αποτέλεσμα, το κύμα αποχωρήσεων, που ολοένα και συνεχίζεται.
Διαβάζουμε για τον εγκλωβισμό των ανθρώπων του πρωτογενούς τομέα, αγροτών, κτηνοτρόφων, μελισσοκόμων ανάμεσα σε σκάνδαλα, σε φυσικές καταστροφές, σε ασθένειες, που σίγουρα δημιουργούν και θα οδηγήσουν σε μία αβεβαιότητα.
Διαβάζουμε για την κατάσταση και την εικόνα, που έχει σχέση με την καθαριότητα στην πόλη μας, με την έλλειψη του νερού και γενικά με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι δημότες.
Για τις περιπτώσεις φοροδιαφυγής, που κάποιοι αποφεύγουν να διαβιβάσουν αποδείξεις στην πλατφόρμα και φυσικά για το μόνιμο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, που όσο περνά ο καιρός φαίνεται ολοένα και μεγαλύτερη εμπλοκή πολλών, που «άδικα εμπλέκονται τα ονόματά τους και θα απαντήσουν με μηνύσεις»! Η διαφθορά σε όλο της το μεγαλείο…! Να δούμε πού θα φθάσει το πράγμα.
Ένα παγερό πρωινό του Νοέμβρη στα 1844, μια ομάδα αγνώστων έξω από το καφενείο «Η Ωραία Ελλάς» στην Αθήνα πήρε πέτρες και άρχισε να λιθοβολεί τον Αλέξανδρο Σούτσο, ο οποίος έβγαζε μια πολιτικοσατιρική εφημερίδα, την «Τρίτη Σεπτεμβρίου». Το περιεχόμενό της ερχόταν σε αντίθεση περισσότερο με την κοινή γνώμη, παρά με την εξουσία.
Ο Σούτσος είχε πικρή πείρα από διωγμούς και είχε δεχθεί πολλές επιθέσεις, πράγμα που τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την Αθήνα και να καταφύγει στην Ερμούπολη της Σύρου.
Την εποχή των Βαυαρών και της Αντιβασιλείας έδωσε σκληρούς αγώνες, αλλά και επικίνδυνους, αφού ερχόταν καθημερινά αντιμέτωπος με την άρχουσα τάξη. Ο Σούτσος είναι περισσότερο γνωστός από έναν στίχο του που περιλαμβάνεται σε συλλογή ποιημάτων του, εκδοθείσης το 1833.
Το ποίημα αυτό είναι γραμμένο με Κωνσταντινοπολίτικους ιδιωματισμούς, με τη γλώσσα που χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες της πόλης και ο στίχος αυτός έμεινε ιστορικός. Φυσικά, ο Αλέξανδρος Σούτσος γεννήθηκε στην Πόλη το 1803.
Σας παραθέτω μερικούς στίχους από το ποίημα αυτό:
«Ένας γερουσιαστής μας, με το στόμα γελαστό,
Σούτσε, ελεύθερε με είπε, συχαρίκια σε ζητώ.
Πρόβαλα υπέρ του Τύπου, δέκα πέντε άρθρα νόμου
κατ’ αυτό το σχέδιό μου.
Είν’ ελεύθερος ο Τύπος, φθάνει μόνο να μη βλάψεις
της Αρχής τους υπαλλήλους,
τους Κριτάς, τους Υπουργούς μας και των υπουργών
τους φίλους.
Είν’ ελεύθερος ο Τύπος, φθάνει μόνο να μη γράψεις!
Έχω έναν αδελφό μου, Έκτακτον Διοικητήν
κι έναν πρωτεξάδελφόν μου στο Πρωτόκλητον Κριτήν
κι εγώ ένα κοκκαλάκι σε μια κώχη γλυκογλείφω
πλην τον Τύπον τον λατρεύω, κατ’ αυτού δεν δίδω ψήφο.
Είναι ελεύθερος ο Τύπος, φθάνει μόνο να μη βλάψεις»!
Ο Σούτσος μίλησε και έγραψε αρκετά για τις πολιτικές διαφορές των Ελλήνων με στίχους σατιρικούς, δίνοντας την εικόνα της εποχής του, μια εικόνα που δυστυχώς δεν άλλαξε με το πέρασμα των χρόνων, μία εικόνα που εξακολουθεί σχεδόν μέχρι σήμερα να είναι πανομοιότυπη και ίσως και χειρότερη από ποτέ:
«Εμείς προτού τι είχαμε; Τους θησαυρούς του Κροίσου
και τα καλά χαιρόμαστε αυτού του Παραδείσου.
Ετρώγαμε, επίναμε σταις ψάθαις απλωμένοι,
με ξένους κόπους είμασταν, κουκουναροθρεμμένοι».
Φανταστείτε όλα αυτά να γίνονται πριν από δύο περίπου αιώνες και ας μην υπήρχε ο ΟΠΕΚΕΠΕ και η όλη ρεμούλα της σημερινής εποχής!
Ο Αλέξανδρος Σούτσος, επιστρέφοντας στην Ελλάδα μέσω Σμύρνης, αρρώστησε και πέθανε το 1863. Πίστευε ο ίδιος ότι η σάτιρα είναι ένα ισχυρότατο όπλο, αρκεί να περιέχει αποδείξεις και επιχειρήματα. Την θεωρούσε «κεραυνό της δημοσιογραφίας».
Πίστευε πραγματικά ότι όλα πρέπει να λέγονται και να γράφονται με το όνομά τους, ανεξάρτητα από πρόσωπα, αξιώματα.
Ανεξαρτήτου κόστους… και διαφόρων συμφερόντων.