Η ιστορία της διάκρισης των εξουσιών (Νομοθετική, Εκτελεστική, Δικαστική) έχει τις ρίζες της στην αρχαία Ελλάδα. Η εκτελεστική εξουσία καλούμενη και διοικητική εξουσία είναι η δεύτερη κατά σειρά διακριτή λειτουργία της ενιαίας κρατικής εξουσίας μετά την νομοθετική και πριν την δικαστική εξουσία που εκδηλώνονται σε κάθε δημοκρατικά ευνομούμενη Πολιτεία, σύμφωνα με την τριχοτόμηση της εξουσίας που προέβη ο Γάλλος φιλόσοφος  Μοντεσκιέ.

Οι αποφάσεις της Εκτελεστικής εξουσίας μπορούν να αμφισβητηθούν ενώπιον των δικαστηρίων.

Κατά κανόνα, η δικαστική εξουσία έχει την εξουσία να ανατρέψει αποφάσεις της Εκτελεστικής κατά περίπτωση, ενώ η Νομοθετική εξουσία επιβλέπει την Εκτελεστική σε ένα πιο γενικό (και πολιτικό) επίπεδο.

Το Συμβούλιο της Επικρατείας, που ιδρύθηκε από τον Ελευθέριο Βενιζέλο έχει το δικαίωμα να καταργήσει νόμους ως Αντισυνταγματικούς. Στις περισσότερες χώρες υπάρχουν ασφαλιστικές δικλείδες που διασφαλίζουν την ανεξαρτησία της Δικαστικής εξουσίας από την Εκτελεστική.

  1. H νομοθετική λειτουργία ασκείται από τη Bουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
  2. H εκτελεστική λειτουργία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την κυβέρνηση.
  3. H Δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια˙ και οι αποφάσεις τους εκτελούνται στο όνομα του λαού.

Πρόσφατα, βέβαια, η κοινή γνώμη αιφνιδιάστηκε δυσάρεστα όταν εκδόθηκε δικαστική απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ευνοώντας τους εαυτούς τους τους ίδιους, με την οποία επαναφέροντο οι συντάξεις των δικαστών στα υψηλά επίπεδα του 2012, ενώ οι υπόλοιποι πολίτες υποφέρουν απο την ραγδαία απομείωση των εισοδημάτων τους.

Η κυβέρνηση παρεμβαίνοντας υποσχέθηκε ακύρωση της πράξης αυτής με Νομοθετική παρέμβαση.

Επίσης στον περιβόητο νόμο Κατρούγκαλου, ενώ οι αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις πρέπει να εφαρμόζονται, προστέθηκε μία παράγραφος που τονίζει ότι θα εφαρμοστούν μεν αλλά μετά από από έκδοση υπουργικής εγκυκλίου, που θα καθοριζει τον τρόπο εφαρμογής. Εγκύκλιος όμως δεν εκδίδεται για 12 χρόνια, εις δόξαν της διάκρισης των εξουσιών και οι αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις παραμένουν κενό γράμμα.

-Υπάρχουν, βέβαια, δύο ακόμη  ισχυρές Εξουσίες: ο  τύπος (γραπτός και ηλεκτρονικός) και η οικονομική εξουσία.

Οι πέντε αυτές εξουσίες  συνυπάρχουν  σε ένα ευνομούμενο κράτος, αλληλοελέγχονται και μέσα από την ισορροπημένη αλληλεπίδραση τους εξασφαλίζουν την ευνομία  και την δημοκρατική λειτουργία των θεσμών της πολιτείας. Η οποιαδήποτε προσπάθεια φαλκίδευσης της διάκριτης των εξουσιών αυτών και η ποδηγέτηση κάποιων από αυτές οδηγεί σε αντιδημοκρατικές ατραπούς, με ανυπολόγιστες δυσμενείς συνέπειες.  Είναι γνωστό ότι η πολιτική ορίζεται ως «Η συλλογική δράση για την οργάνωση της ελευθερίας και της δημοκρατίας».

Είναι γεγονός, όμως, ότι σήμερα οι  κοινοβουλευτικοί θεσμοί, από μοιραία λάθη και παραλείψεις των κύριων  εκφραστών τους, αλλά και από την ανηλεή επίθεση που δέχονται από ισχυρά οικονομικά κέντρα   έχουν επιμελώς απαξιωθεί.

Μια από τις κυριότερες αιτίες της απαξίωσης της πολιτικής, είναι σαφώς η εμφάνιση φαινομένων διαφθοράς  και διαπλοκής, στον πολιτικό βίο της χώρας. Φαινόμενα νοσηρά που πρέπει άμεσα να καταπολεμηθούν, όχι βέβαια με ευχολόγια αλλά με συγκεκριμένες πράξεις.

Η Πολιτεία βέβαια έχει θεσπίσει θεσμούς φρουρούς της νομιμότητας.

-Το «Συμβούλιο της Επικρατείας», το «Ελεγκτικό Συνέδριο», το «πόθεν έσχες», η «Διαρκής Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής», ο «Συνήγορος του Πολίτη», ο  «νόμος περί δημοσίων έργων», ο «νόμος Πεπονή», οι «ελεγκτές Δημόσιας Διοίκησης», «το ΣΔΟΕ», η «Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της Αστυνομίας»   η  «ΔΙΑΥΓΕΙΑ», η «μηχανοργάνωση ΤΑΧΙS» κ.λπ., είναι από τους πιο  χαρακτηριστικούς αλλά σαφώς δεν επαρκούν αν δεν υπάρχει διάκριση εξουσιών, να μην μπλοκάρει η μια εξουσία τις αποφάσεις της άλλης η κατοχύρωση, λοιπόν, των διακριτών ρόλων των 5 εξουσιών, αποτελεί  το βάθρο της δημοκρατίας, αφενός  με  το ξεκαθάρισμα των ρόλων της κάθε πλευράς, καθώς και των μεταξύ τους σχέσεων  και αφ’ ετέρου τη  θέσπιση, κοινώς παραδεδειγμένων κανόνων δεοντολογίας.

*Ο Δημήτρης Κων. Σαρρής είναι πρώην υφυπουργός, ΓΓΑ, νομάρχης Ηρακλείου