Υγιής οικονομία με κοινωνική συνοχή, υψηλού επιπέδου δημόσια εκπαίδευση και εθνική ασφάλεια με σύγχρονα μέσα είναι τα απαραίτητα υλικά για τη θωράκιση μιας χώρας, όπως η δική μας, στο  συγκεκριμένο γεωπολιτικό περιβάλλον της. Η Ελλάδα και στα τρία αυτά πεδία πάσχει τις τελευταίες δεκαετίες ως γνωστόν.

Όμως, μια χώρα με στοιχειωδώς σοβαρές πολιτικές ελίτ, δεν είναι δυνατόν  να  δέχεται επί σειράν ετών  αμφισβήτηση κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων της και ευθείες πολεμικές απειλές από γείτoνα χώρα και να μην προετοιμάζεται καταλλήλως, από ένα χρονικό σημείο και πέρα, για την αντιμετώπισή της. Αν  αυτό συμβεί, αν η αδράνεια νικήσει την κοινή πολιτική λογική, τότε η επιτιθέμενη πλευρά ενθαρρύνεται  για τη συνέχιση της δικής της, επεκτατικής, πολιτικής, και συσσωρεύει προβλήματα στον νωθρό αμυνόμενο. Αυτή είναι η περίπτωση της Τουρκίας.

Η  ελληνική πλευρά, σε λάθος πορεία επί 30ετία, με πλαδαρές πολιτικές άνευρων κυβερνήσεων, με λάθη, ανοησίες και βολικές φαντασιώσεις, έφτασε τελικά στα «μη περαιτέρω», με την πλάτη στον τοίχο. Όμως, στην πολιτική η παρατεταμένη ανοησία κάποτε  πληρώνεται-ενίοτε και πολύ ακριβά. «Αλαφιασμένη», τώρα, η Αθήνα μετά το νέο, ακραίο πλέον, «κόλπο» του Ερντογάν με τη Λιβύη, «τρέχει» -και καλά  κάνει βεβαίως- στη διεθνή σκηνή και ζητά στήριξη από εταίρους και συμμάχους και έμπρακτη «καταδίκη» του  εκτός έννομης διεθνούς τάξεως, μεγαλομανούς  «Σουλτάνου».

Και για πρώτη φορά, μετά από δεκαετίες μίας φοβικής πολιτικής «κατευνασμού» της Άγκυρας, η ελληνική πλευρά φαίνεται  να είναι έτοιμη  και για την αντιμετώπιση της τουρκικής  πρόκλησης με τις ένοπλες δυνάμεις της, αν δεν «φρενάρει» ο Ερντογάν. Πρόκειται για μια σοβαρή αλλαγή στάσης, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση. Ουδείς  συνετός άνθρωπος εύχεται τον πόλεμο, αλλά αν δηλώνει πως δεν προτίθεται να πολεμήσει όταν απειληθεί, τότε πόλεμος αναπόφυκτα θα γίνει.

Δεν είναι δυνατόν, πλέον, να μπει η Αθήνα σε «συζήτηση» με την Αγκυρα για «διαφορές» στο Αιγαίο και στην Αν. Μεσόγειο, υπό τις παρούσες  απαράδεκτες συνθήκες,  που δημιουργεί ο ισλαμιστής Ερντογάν. Δεν νοούνται «διαπραγματεύσεις» με μία χώρα, που εκβιαστικά στρέφει τα όπλα της εναντίον μιας άλλης.

Η Τουρκία κινείται πλέον  εκτός διεθνούς έννομης τάξης,  και γενικότερα εκτός του πολιτικού πολιτισμού, στον οποίον ήθελε – υποτίθεται, τουλάχιστον –  να συμμετέχει μεταπολεμικά η Αγκυρα, ως χώρα του «ευρωπαϊκού» κόσμου. Επιπλέον, σήμερα η άθλια, «πειρατική» συμπεριφορά του «τρελαμένου» Τούρκου προέδρου στις θάλασσες της Μεσογείου  έως και έξω απ’τα νερά της Κρήτης φέρνει την Ευρώπη και το σύστημα ασφαλείας της μπροστά σ’ ένα νέο δεδομένο:

Η Τουρκία του ισλαμιστή Ερντογάν επιχειρεί να οδηγήσει μέσω θαλασσίων οδών τις δυνάμεις της Τζιχάντπρο των πυλών της Ευρώπης.

Υποστηρικτής θερμός των τζιχαντιστών της Εγγύς Ανατολής, με οικονομικούς πόρους και όπλα, «αρχηγός»των Αδελφών Μουσουλμάνων, φίλος και σύμμαχος με τους τζιχαντιστές της Λιβύης, που κυβερνούν στην Τρίπολη, δοκιμάζει τώρα τις δυνάμεις και τις αντοχές όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και των Ευρωπαίων.

Όσο γα τις ΗΠΑ, οι  τελευταίες επιλογές του προέδρου Τραμπ, μόνο τις επικίνδυνες φαντασιώσεις του  πολιτικά παρανοϊκού Ερντογάν  ενισχύουν. Και η περίφημη  «στρατηγική συμμαχία» Ελλάδας-ΗΠΑ δεν φαίνεται να παράγει απτά αποτελέσματα. Το παιχνίδι  είναι σκληρό και η ώρα των μεγάλων αποφάσεων και των αντιπαραθέσεων πλησιάζει. Η Ελλάδα, «με το δάκτυλο στη σκανδάλη», τούτη τη φορά, περιμένει την αντίδραση των Ευρωπαίων. Ο πολιτικός χρόνος είναι πλέον πυκνός.

Ο κ. Αγγελόπουλος είναι πολιτικός αναλυτής