Παρακολουθούμε εδώ και αρκετό καιρό τη διελκυστίνδα ανάμεσα στους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Μεγάλης Βρετανίας. Αφορμή μια ατυχής και αφελής όπως αποδείχτηκε παγίδα που έστησε ο τότε πρωθυπουργός Κάμερον, για να πέσει εν τέλει ο ίδιος μέσα.
Σίγουρα μπορεί να κατηγορηθεί για απειρία, δεδομένου ότι τέτοια ζητήματα που απαιτούν γνώση σε βάθος των πολιτικών, οικονομικών και διεθνών πολιτικών συνθηκών, απαιτούν ενδελεχή έλεγχο και μελέτη προκειμένου να επαναπροσδιοριστούν και ως εκ τούτου δεν οδηγούνται σε δημοψήφισμα.
Αλλά αυτό τώρα πια είναι άποψη χωρίς νόημα, δεδομένου ότι το ατόπημα έγινε και οι Άγγλοι αποφάνθηκαν για ένα ζήτημα που δεν γνώριζαν. Εξάλλου, όπως συνήθως συμβαίνει σε τέτοιες «ηλιθίου» εμπνεύσεως επιλογές, για άλλο ζήτημα εκλήθησαν να πουν τη γνώμη τους και άλλο ψήφισαν.
Οπότε αυτό περιπλέκει ακόμη χειρότερα τα πράγματα. Επίσης δεν αφορά το σκεπτικό του παρόντος άρθρου το ζήτημα της πορείας της Ε.Ε. και της σχέσης της με όρους όπως δημοκρατικότητα, κυβερνησιμότητα, ρόλος των κρατών –μελών, σχέση των οργάνων της με τις ανάγκες και τα προβλήματα των λαών, ακόμη χειρότερα, θέση των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων και οι πολιτικές εφαρμογές των τελευταίων δεκαετιών.
Η κριτική μας και ο σκεπτικισμός μας είναι δεδομένα και ευνόητα προϊόντα. Εδώ θα σταθούμε σε ό,τι έχουμε δει και βλέπουμε να διαδραματίζεται το διάστημα αυτό, οπότε και η συζήτηση για την άτακτη (χωρίς συμφωνία) έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας από την Ε.Ε, βρίσκεται προ των πυλών, καθώς επίσης στη στάση των ηγετών της στο θέμα αυτό.
Να ξεκινήσω με μια διαπίστωση. Στη σύγκρουση αυτή έχουμε: από τη μια τη μεγαλύτερη πολιτική σχολή της Ευρώπης, εννοώ την αγγλική, απέναντι σε μια ανύπαρκτη πολιτική σχολή της Ε.Ε.. Επιτρέψτε μου λοιπόν μια πρόβλεψη! Νικητής θα είναι η αγγλική πλευρά γιατί γνωρίζει να ασκεί πολιτική και σε αυτό το επίπεδο της διεθνούς σκηνής έχει μακράν τη μεγαλύτερη πολιτική εμπειρία στην Ευρώπη.
Από την άλλη, έχουμε μια παιδική ομάδα (αυτή της Ε.Ε.) η οποία χωρίς γνώση και εμπειρία κινείται με τη λογική που μπορεί να χαρακτηρίσει ένα μικρό παιδί που παίζει στην παραλία και κάποιος του πήρε το κουβαδάκι του. Μεγάλη αδικία! Τι κατάφερε ως τώρα η Αγγλία; Να πάρει μια συμφωνία που σαφέστατα την ευνοεί.
Περιλαμβάνει τους περισσότερους από τους όρους που η ίδια επιθυμούσε να ενταχθούν σε μια τέτοια συνθήκη αποχώρησης. Όμως αυτό δεν είναι αρκετό. Απαιτεί και θα πάρει ως το τέλος κάθε τι που θεωρεί σκόπιμο και χρήσιμο ή κρίσιμο για την περαιτέρω πορεία της. Σαφώς θα διατηρήσει και θα κατοχυρώσει τις προνομιακές και a la carte σχέσεις της με την Ευρώπη.
Από την άλλη η Ε.Ε. δείχνει τόσο καιρό τα δόντια της, παραμένει αδιάλλακτη και αδιαπραγμάτευτη, προκειμένου να αποτρέψει άλλες χώρες ή περιοχές χωρών από ανάλογες αποφάσεις αποχώρησης και απόσχισης. Τι έχει καταφέρει ως τώρα η Ε.Ε.;
Απολύτως τίποτε ή καλύτερα έχει χάσει τα πάντα. Δηλαδή ελάχιστοι είναι πια εκείνοι στην Αγγλία που θέλουν να μείνουν στην Ευρώπη. Έθιξε με το χειρότερο τρόπο τον «εγωισμό» και τον πατριωτισμό των πολιτών μιας χώρας που έχει αποδείξει πως διαθέτει πολύ πείσμα όταν χρειαστεί, και που δεν έχουν μάθει να τους μεταχειρίζονται ως τους φτωχούς συγγενείς.
Έθιξε το δημοκρατικό τους δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, και ζητά να τους τιμωρήσει γι` αυτό. Κινδυνεύει επίσης να οδηγήσει την παγκόσμια οικονομία σε μια ακόμη κρίση της οποίας οι συνέπειες δεν μπορούν να υπολογιστούν. Εξάλλου ως τώρα οι οικονομολόγοι δεν μας έχουν συνηθίσει σε εύστοχες εκτιμήσεις συνεπειών, αστοχιών, πολύ μικρότερης εμβέλειας.
Πόσο μάλλον μιας τέτοιας εξέλιξης. Επίσης, είναι σίγουρο πως οι συνέπειες, οι άμεσες, που αφορούν χιλιάδες επιχειρήσεις μεγάλες αλλά και μικρές, θα είναι ανυπολόγιστες. Όχι μόνο της Αγγλίας, αλλά και της Ευρώπης.
Αυτά βεβαίως είναι φυσικό να συμβαίνουν όταν στις διεθνείς σχέσεις και συμφωνίες, επικρατεί ο θυμός, η λογική της εκμηδένισης του «αντιπάλου», το πείσμα και η τυφλή και μονόπλευρη προσέγγιση.
Τα ιστορικά παραδείγματα ανάλογων τακτικών είναι πολλά. Σήμερα όμως ένας μηχανισμός που διεκδικεί να κατευθύνει την πολιτική των χωρών της Ευρώπης και να την οδηγήσει στο μέλλον, το να κινείται με αυτόν τον παιδαριώδη τρόπο, μας κάνει να αμφισβητούμε ακόμη περισσότερο τη σοβαρότητα του, την ωριμότητα του και βεβαίως να βλέπουμε να αυξάνονται οι πιθανότητες της αποτυχίας του.
Μιας λοιπόν και πλησιάζουν οι ευρωεκλογές αξίζει να ξαναδούμε με σοβαρότητα, ο προοδευτικός τουλάχιστον χώρος, την περίπτωση μεγάλων και δομικών αλλαγών σε όλα τα όργανα της Ε.Ε. Τόσο στο επίπεδο της σύνθεσης τους, όσο και σε εκείνο του ρόλου και της λειτουργίας τους, της δημοκρατικής νομιμοποίησης τους. Διαφορετικά θα διαπιστώνουμε όλο και συχνότερα, όλο και σε περισσότερα επίπεδα την αδυναμία και την ανικανότητα της Ε.Ε. να διαχειριστεί και να σχεδιάσει στοιχειωδώς τις πολιτικές πρωτοβουλίες που απαιτούνται.