Ο Παπαφλέσσας κατέχει κορυφαία θέση μεταξύ των μεγάλων πρωταγωνιστών του αγώνα. Έφερε στο Μοριά τη φλόγα του ξεσηκωμού, έδρασε για πέντε χρόνια στην παλαίστρα της στρατιωτικής και πολιτικής ζωής της χώρας και τελικά έπεσε ηρωικώς υπέρ της απελευθέρωσης της Ελλάδας.
Ο κατά κόσμον Γεώργιος Δικαίος – Φλέσσας, γεννήθηκε στο χωριό Πολιανή της Μεσσηνίας τον Απρίλιο του 1788 και σπούδασε στη φημισμένη σχολή της Δημητσάνας. Από αγάπη για την πατρίδα και από πόθο για την απελευθέρωσή της, φόρεσε το ράσο σε νεαρή ηλικία, γιατί πίστευε πως ως κληρικός θα βοηθούσε καλύτερα το υπόδουλο γένος. Κυνηγημένος από τους Τούρκους κατέφυγε στη Ζάκυνθο, όπου γνώρισε τον Κολοκοτρώνη. Το 1817 έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, όπου γνώρισε τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄. Εκείνος, εντυπωσιασμένος από το παράστημα και τον δυναμισμό του, τον χειροτόνησε Αρχιμανδρίτη. Τον Ιούνιο του 1818 σε ηλικία 32 ετών μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και την ίδια χρονιά ο Παπαφλέσσας συμμετέχει στην ανώτατη αρχή της Φιλικής Εταιρείας. Έκτοτε άφησε τα εκκλησιαστικά και αφοσιώθηκε εξολοκλήρου στον ιερό αγώνα για την απελευθέρωση της πατρίδας. Στις παραδουνάβιες Ηγεμονίες όπου τον έστειλαν οι Φιλικοί για να μεταφέρει το σάλπισμα για τον αγώνα υπέρ της ελευθερίας, ξεσηκώνει τους πάντες, ανάβει φωτιές στις ψυχές, σπέρνει παντού το σπόρο της Παλιγγενεσίας. Για τις δραστηριότητες του αυτές φυλακίστηκε από τους Τούρκους αλλά με τη μεσολάβηση των Φιλικών αποφυλακίστηκε.
Από φοβερή διαίσθηση ο Παπαφλέσσας ήταν πεπεισμένος ότι η επανάσταση έπρεπε να αρχίσει από το Μοριά και μάλιστα άμεσα. Την πεποίθηση του αυτή είχε την ευκαιρία να την εκθέσει σε συνάντηση Φιλικών, υπό τον νεοεκλεγέντα αρχηγό της Αλέξανδρο Υψηλάντη (Σεπτέμβριος 1820). Οι συντηρητικοί, με προεξάρχοντα τον Περραιβό, προσπάθησαν να αντικρούσουν τις προτάσεις του Παπαφλέσσα. Τελικά επικράτησε η γνώμη του πως η Επανάσταση έπρεπε να αρχίσει, όσο πιο γρήγορα γινόταν, από το Μοριά. Αυτό προτιμούσε και ο Υψηλάντης. Στο πνεύμα των αποφάσεων της συνάντησης αυτής ο Υψηλάντης εφοδίασε τον Παπαφλέσσα με συστατική επιστολή προς τους Μοραΐτες και τον έστειλε για να ξεσηκώσει τους Έλληνες. Με ενδιάμεσους σταθμούς τη Μυτιλήνη, το Αϊβαλί, την Ύδρα και τις Σπέτσες αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο, στις αρχές Ιανουαρίου 1821 Παντού οι Φιλικοί τον υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό, απεναντίας οι προεστοί τον αντιμετώπισαν με επιφυλάξεις. Από 26 έως 29 Ιανουαρίου 1821 συναντήθηκε με προεστούς και Αρχιερείς στη Βοστίτσα (σημερινό Αίγιο), στους οποίους εξέθεσε το σκοπό της άφιξής του στο Μοριά. Αντιμετώπισε επιφύλαξη, ειρωνεία και εχθρότητα. Αδιαφορώντας για τις ειρωνείες, δήλωσε πως είτε το θέλουν είτε όχι, αυτός θα κάμει το χρέος του, δηλαδή θα κηρύξει την επανάσταση για την απελευθέρωση της πατρίδας. Η εξέλιξη των γεγονότων δικαίωσε τελικά την επιμονή του Παπαφλέσσα και αυτός αναδείχθηκε αναμφισβήτητα ο πρωτεργάτης της Επανάστασης στο Μοριά.
Στη Βοστίτσα έγινε σαφής η διάσταση απόψεων μεταξύ Παπαφλέσσα και Προεστών και αυτός εγκατέλειψε τελικά την Βοστίτσα αποφασισμένος να κηρύξει την επανάσταση. Πορεύτηκε προς τη Νότιο Πελοπόννησο ξεσηκώνοντας τους πάντες. Δίκαια ονομάστηκε μπουρλοτιέρης και πυρπολητής των ψυχών. Τα γεγονότα που ακολούθησαν υπήρξαν καταιγιστικά. Στις 23 Μαρτίου 1821 η Καλαμάτα ελευθερώθηκε. Η επανάσταση είναι πλέον γεγονός. Με την έναρξη της επανάστασης ο Παπαφλέσσας δεν έμεινε ούτε ένα λεπτό αργός. Άλλοτε επικεφαλής στρατιωτικών αποσπασμάτων, άλλοτε πλάι στον Κολοκοτρώνη ή στον Υψηλάντη πολεμούσε παράτολμα. Μια στιγμή αδυναμίας των Ελλήνων όμως επέτρεψε στον
Ιμπραήμ να αποβιβαστεί στο Μοριά τον Φεβρουάριο του 1825,
με σκοπό να καταπνίξει την επανάσταση. Οι επιτυχίες του Ιμπραήμ προκάλεσαν σύγχυση και ανησυχία. Το Εκτελεστικό, η τότε Κυβέρνηση, απελπισμένο από την έκβαση των γεγονότων δέχτηκε την πρόταση του Παπαφλέσσα να αναλάβει ο ίδιος εκστρατεία κατά του Ιμπραήμ. Στους πολεμιστές που αυτός συγκέντρωσε έσμιξαν και άλλοι οπλαρχηγοί με τους άνδρες τους. Όταν έφτασε στο Μανιάκι, στις 17 Μαΐου 1820, οι πολεμιστές του ήταν περίπου 1000. Στη θέα όμως των ανδρών του Ιμπραήμ αρκετοί αποχώρησαν. Φορώντας την περικεφαλαία του προσπάθησε να εμψυχώσει τους άνδρες που του απέμειναν, οι οποίοι κατά άλλους ήταν 600 και κατά άλλους 300. Αφού τους ασπάστηκε, όρισε τις θέσεις τους στα προχώματα. Ο Παπαφλέσσας προφανώς καταλάβαινε ποια θα ήταν η έκβαση της μάχης αυτής αλλά το παράδειγμα του Λεωνίδα του έδειχνε το δρόμο. Η μάχη στο Μανιάκι υπήρξε καταφανώς άνιση. Ο Ιμπραήμ διέθετε 6000 άνδρες, καλά οπλισμένους και εκπαιδευμένους από εμπειροπόλεμους Γάλλους αξιωματικούς, καθώς και αξιόλογο ιππικό 300 ιππέων. Η μάχη άρχισε το πρωί 20 Μαΐου 1825 και κράτησε πολλές ώρες. Το θέαμα μετά τη σιγή των όπλων ήταν φρικτό. Τα σώματα όλων των ηρώων κείτονταν το ένα δίπλα στο άλλο, μέσα στα προχώματα. Ανάμεσα τους και ο Παπαφλέσσας και ένας Γάλλος Φιλέλληνας.
Στο Μανιάκι διεξήχθη η ηρωικότερη μάχη της νεότερης ιστορίας μας. Η στάση του Παπαφλέσσα θεωρείται ισάξια εκείνης του Λεωνίδα. Υπάρχει όμως μια ειδοποιός διαφορά στη στάση των δύο αυτών αθανάτων ηρώων. Ενώ ο Λεωνίδας θυσιάστηκε για την πατρίδα διατελώντας ΄εν διατεταγμένη υπηρεσία΄, ο Παπαφλέσσας ‘ΟΛΩΣ αυτοβούλως’ προσφέρθηκε να χύσει το αίμα του ‘εις την ανάγκην της πατρίδας’. Δηλαδή, στην περίπτωση του Λεωνίδα πρόκειται για Θυσία, ενώ στην περίπτωση του Παπαφλέσσα πρόκειται για ΑΥΤΟθυσία. Η αυτοθυσία του Παπαφλέσσα όμως συνήθως επισκιάζεται από αυτή του Λεωνίδα για πολλούς λόγους. Ο Λεωνίδας υπήρξε βασιλιάς και γενικά υπάρχει η τάση να προβάλλονται ιδιαίτερα οι αρετές και τα κατορθώματά των βασιλιάδων και των αρχόντων στο λαό. Απεναντίας ο Παπαφλέσσας ήταν παπάς και το ράσο αποτελεί ‘κόκκινο πανί’ για κείνους που επιμένουν να αρνούνται τη συμβολή της Εκκλησίας στη διατήρηση της εθνικής ταυτότητας του Γένους και στον απελευθερωτικό αγώνα του. Αναμφισβήτητα ηθικός νικητής στο Μανιάκι είναι ο Παπαφλέσσας. Γιατί νίκη δεν σημαίνει μόνο να επικρατήσεις του αντιπάλου. Νίκη σημαίνει πρωτίστως να επιβληθείς ψυχολογικά επ΄αυτού, να τον αναγκάσεις να σε σεβαστεί, να σε αναγνωρίσει και να σε θεωρήσει ηθικά ανώτερο. Αυτό ακριβώς που, κατά την παράδοση, συνέβη στο Μανιάκι. Ο Ιμπραήμ αναγνώρισε το ήθος, το ψυχικό μεγαλείο και την απαράμιλλη ανδρεία του Παπαφλέσσα. Η θυσία αυτή του Παπαφλέσσα και των ηρώων ανδρών του, έγινε σημαία του αγώνα της ελευθερίας και ελπίδα για τους υπόδουλους Έλληνες.
Στο Μανιάκι οι αθάνατοι ήρωες με τον Παπαφλέσσα έπεσαν υπέρ της πατρίδας, για να μας την παραδώσουν ελεύθερη. Ο φετινός γιορτασμός της συμπλήρωσης 200 χρόνων από την έναρξη της Επανάστασης θα είχε σαφώς άλλο περιεχόμενο και αίγλη, αν η σημερινή Ελλάδα βρισκόταν σε καλλίτερη κατάσταση μέσα στο ευρωπαϊκό και το ευρύτερο διεθνές πλαίσιο. Στα χρόνια που μεσολάβησαν από την της επανάσταση του 1821, ως λαός δεν υπήρξαμε πάντοτε αντάξιοι των ηρωικών προγόνων μας που θυσιάστηκαν για την πατρίδα και την ελευθερία μας. Ο άκρατος ατομισμός, το συντεχνιακό συμφέρον επί μέρους ομάδων, η γενικευμένη ‘κλεπτοκρατία’ σε βάρος του κοινωνικού συνόλου αλλά και ανάξιες, κατά καιρούς, πολιτικές ηγεσίες του τόπου που έθεταν το κομματικό και πολιτικό τους συμφέρον πάνω από το εθνικό, έχουν στερήσει την Ελλάδα από τη θέση που τις αξίζει στο διεθνές στερέωμα. Η πρόσφατη οδυνηρή εμπειρία της χώρας μας και του λαού μας από τα διαβόητα μνημόνια, που έχουν ουσιαστικά οδηγήσει την πατρίδα μας σε ένα καθεστώς ομηρείας και ουσιαστικής υποτέλειας έναντι των δανειστών της, παρά την τυπική ανεξαρτησία της, αποτελεί ακριβώς το αποτέλεσμα της συμβολής τέτοιων παραγόντων. Ως εκ τούτου, το καλύτερο μνημόσυνο προς τους ήρωες της επανάστασης του 1821 θα ήταν μια συλλογική προσπάθεια περισυλλογής και αναστοχασμού, ως έκφραση συγνώμης απέναντι σ΄ εκείνους που θυσιάστηκαν για τη δική μας ελευθερία, συνοδευόμενη από την υπόσχεση ότι διδασκόμενοι από την ιστορία και τα λάθη μας θα προσπαθήσουμε να αποκαταστήσουμε την αξιοπρέπεια της πατρίδας μας.
* Ο Μιχάλης Καναβάκης είναι πρώην Καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων