Το σχολείο, ως θεσμικό στοιχείο της κοινωνίας, αντανακλά την ίδια την ιδεολογία της, και είναι ένα σύστημα ανοικτό, το οποίο βρίσκεται σε μια σχέση αλληλεπίδρασης μεταξύ των επιμέρους υποσυστημάτων (διευθυντής, διδακτικό προσωπικό, μαθητές, γονείς) και εν συνέχεια ασκεί τη δική του επίδραση πάνω σε αυτό.

Η αποτελεσματικότητα της εκπαίδευσης σχετίζεται με το έργο που παράγεται μέσα στο χώρο του σχολείου και ενισχύεται όταν ακολουθούνται οι κανόνες λειτουργίας που προβλέπονται και πραγματώνονται οι συγκεκριμένοι στόχοι που έχει θέσει η πολιτεία. Για την πραγμάτωση των στόχων βασικό χαρακτηριστικό ενός σχολείου είναι η οργανωτική αποτελεσματικότητα και η ποιότητα του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου.

Αν και ο όρος αποτελεσματικότητα προέρχεται κυρίως από το χώρο των οικονομικών επιστημών και των παραγωγικών μονάδων, τα τελευταία χρόνια γίνεται μια προσπάθεια να επεκταθεί και στους εκπαιδευτικούς οργανισμούς. Βέβαια με την επικρατούσα τεχνοκρατική αντίληψη πρέπει να υπάρχει σύστημα έλεγχου και μέτρηση της απόδοσης μιας εκπαιδευτικής μονάδας.

Πώς όμως είναι δυνατόν να αποτιμώνται και να αξιολογούνται νοητικές ικανότητες όπως είναι η συμπεριφορά, οι ιδέες, η φαντασία, η ικανότητα επικοινωνίας καθώς και η προσωπικότητα ενός μαθητή; Επειδή λοιπόν αυτό δεν είναι εφικτό καταλήγουμε τις περισσότερες φορές να αξιολογούμε την επίδοση μόνο στο γνωστικό τομέα.

Παράγοντες οι οποίοι μπορούν να θεωρηθούν ότι επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα μιας σχολικής μονάδας είναι η ισχυρή εκπαιδευτική ηγεσία, οι υψηλές προσδοκίες για τις επιδόσεις των μαθητών, η έμφαση στις βασικές δεξιότητες, το ασφαλές και ομαλό κλίμα και η συχνή αξιολόγηση της προόδου των μαθητών.

Πολλές βέβαια έρευνες στο παρελθόν επικεντρώθηκαν στο γεγονός ότι η αύξηση των δαπανών ανά μαθητή στη σχολική μονάδα θα μπορούσε να βελτιώσει την απόδοση των μαθητών, όπως και παράγοντες που σχετίζονται με επίκτητα κοινωνικά χαρακτηριστικά. Μοντέλα της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης που έχουν παρουσιαστεί στο παρελθόν αναφέρουν ότι έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα στην αποτελεσματικότητα της εκπαίδευσης, ο χρόνος που διατίθεται, η ποιότητα και η ποσότητα της διδασκαλίας.

Επίσης ο ρόλος των εκπαιδευτικών είναι σημαντικός για τη δυνατότητα επιρροής του χρόνου και της δυνατότητας μάθησης. Εξίσου σημαντικός είναι και ο ρόλος των μαθητών που αποφασίζουν πόσο χρόνο θα αφιερώσουν για τη μελέτη κάθε μαθήματος. Τον κυριότερο ρόλο στην αποτελεσματικότητα της εκπαίδευσης μπορούμε να θεωρήσουμε ότι έχει η αξιολόγηση, η οποία θεωρείται αναπόσπαστο κομμάτι της διδασκαλίας. Αφορά στην αξιολόγηση των αναγκών των μαθητών, των μαθησιακών αποτελεσμάτων και των εκπαιδευτικών πρακτικών.

Οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται χρησιμοποιούνται στον προσδιορισμό των εκπαιδευτικών αναγκών των μαθητών, μέτρησης, καταγραφής και κοινοποίησης των αποτελεσμάτων, δίνοντας έτσι ανατροφοδότηση στους μαθητές.

Από τη πλευρά της πολιτείας γίνεται μια προσπάθεια τα τελευταία χρόνια, να αξιολογήσει το έργο που παράγεται στη σχολική μονάδα, που πιθανόν να μην έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, διότι από τη μια δεν υπάρχει κουλτούρα αξιολόγησης και από την άλλη προσπαθεί να περάσει τα μέτρα με τρόπο που προκαλεί δυσπιστία για την εφαρμογή τους. Η αξιολόγηση γενικότερα είναι υγιές φαινόμενο σε κάθε οργανισμό, βοηθάει στην ανάπτυξη και βελτίωση του παρεχόμενου έργου και παράλληλα απελευθερώνει παραγωγικές δυνάμεις.

Ειδικά στη εκπαίδευση βοηθάει στην επαγγελματική αναβάθμιση του εκπαιδευτικού, αν βέβαια συνδυαστεί με τον συμβουλευτικό χαρακτήρα που αρμόζει στη διαδικασία. Από την άλλη πλευρά βέβαια η εκπαίδευση αποτελεί μια επένδυση της πολιτείας και δικαιολογημένα απαιτείται να είναι γνωστά τα αποτελέσματα αυτής της επένδυσης. Όμως είναι βέβαιο ότι το έργο που παράγεται στο σχολείο καθορίζει την εξέλιξη μιας κοινωνίας σε όλους τους τομείς και πρέπει να αντιμετωπίζεται από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς με τη δέουσα σοβαρότητα.

 

* Ο Εμμανουήλ Συριγωνάκης είναι μαθηματικός-ερευνητής