Κική Δημουλά, “έφυγες” και μείναμε φτωχότεροι εμείς «οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι» σ’ αυτόν τον Κόσμο!
Σε αποχαιρετώ με θλίψη, με μια εντελώς ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ μου ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ, που προκαλείται από τις ΘΕΜΑΤΙΚΕΣ του πλούσιου επίγειου ποιητικού Έργου Σου, αυτού του πνευματικού δημιουργήματος, που κληροδότησες στους επιζώντες, ως μια ευκαιρία διαλογισμού και αναστοχασμού, και που οδηγεί μακρύτερα και ψηλότερα σε μια ανάπτυξη και καταξίωση της επίγειας ζωής. Γι’ αυτή την προσφορά Σου βραβεύτηκες εξαιρετικά πολλές φορές εν ζωή και εύχομαι η ευγνωμοσύνη όλων να συνοδεύει την Ψυχή Σου στο ταξίδι της προς την Αιωνιότητα!
Αναδιφώντας τις διαστάσεις του «Ερέβους (1956)», προχώρησες Ερήμην (1958)», «Επί τα ίχνη (1963)» της διανόησής Σου ανάμεσα στο Χάος και τη Γαία, ενώ «Το λίγο του κόσμου» (1971) έφερε στο προσκήνιο «Το τελευταίο σώμα μου (1981)», για να αναφωνήσεις «Χαίρε ποτέ (1988)», ενώ «Η εφηβεία της λήθης (1994)» αναζήτησε «Ενός λεπτού μαζί (1998)», καθώς ο «Ήχος απομακρύνσεων (2001)» και η «Χλόη θερμοκηπίου (2005)» προετοίμαζαν κάποιο άλλο σκηνικό, κι έτσι «Μεταφερθήκαμε παραπλεύρως (2007)», αλλά «Τα εύρετρα ( 2010)» … δεν ξέρω αν πληρώθηκαν!
Τώρα μόλις, με τον Θάνατο, τον «λοίσθιο ιατρό κακών», «αξιώθηκες» να αναδιφήσεις ολοκληρωτικά το Έρεβος, με την αδελφή του, τη Νύχτα, στον παγκόσμιο Αιθέρα μέσα στο άπειρο ΦΩΣ…, με τα «φτερά του ΕΡΩΤΑ», από μια άλλη, ασύλληπτη σκοπιά…
Ας είναι η Ψυχή Σου ευλογημένη και η Μνήμη Σου Αιωνία.
Κωνσταντίνος Ζαχαρενάκης