Τον αναζητούσα στην αγορά, συνήθιζε να απολαμβάνει τον καφέ του στο κεντρικό μαγαζάκι, δίπλα στον Κουμπέ, που έχει ακόμα τιμές λαϊκού  καφενείου.

Επειδή πλησίαζε το Πάσχα, τον έψαχνα και στο μικρό διαμερισματάκι του στο στενάκι του Υγειονομικού, σήμερα είδα πως έχει όνομα, οδός Παλιανής.

Συνήθως, τις μέρες αυτές, τού πηγαίναμε ένα μικρό, ασήμαντο πεσκέσι, ένα καλαθάκι με πασχαλινή κουλούρα, δυο τσουρέκια κι ένα καλιτσούνι- σπιτίσια παραδοσιακά, όχι γιατί κάτι θα είχε ανάγκη, μα γιατί η αγάπη και συμπάθεια χρειάζεται μια συμβολική χειρονομία.

Όμως προχτές, που συνάντησα τον φίλο μας Κώστα  Γιανναδάκη, η πρώτη κουβέντα, αφορούσε τον Κώστα Φανουρακη: «Ξέρεις, ο φίλος των ζώω  έφυγε (από τον μάταιο τούτο κόσμο)» είπε χαμηλόφωνα. Σαν να πέταξε μια μαύρη κατσαρίδα στο λαιμό μου,  μου φάνηκε,   δεν κατάλαβα καλά – μα ο ζωόφιλος που ήξερα, φαίνεται είχε εγκαταλήψει πια τα εγκόσμια.

Γύρισα αρκετά χρόνια πίσω, μιαν άνοιξη στα λιοντάρια χαζοβόλτα με τον αξέχαστο φίλο μου, τον σκιτσογράφο Γιάννη Ανδρεαδάκη, ενώ σχολιάζαμε και επικρίναμε τότε τους πάντες και τα πάντα, είδαμε έναν αγαθό μεσήλικα που καθόταν στις σκάλες του Αγίου Μάρκου (πλατεία Μοροζίνι) και τάιζε ένα μεγαλόσωμο αδέσποτο σκυλί, με πολλή προσοχή. Πλησιάσαμε διακριτικά. Μας εξήγησε ότι ήταν άρρωστο το ζώο και χρειαζόταν φάρμακα.

Τον έπαινεσαμε για την ευαισθησία του. Μας κοίταξε με κάποια έκπληξη: «Να ξέρατε τι ακούω από τους διάφορους γύρω» παρατήρησε. Η στάση του δεν είχε ως φαίνεται γενική αποδοχή.

Με τον Γ. Ανδρεαδάκη. Δύο Ηρακλειώτες ζωόφιλοι
Τεράστια οικονομικά οφέλη έχει η Ρωσία τους δύο μήνες πολέμου με την Ουκρανία

Από τότε είχαμε τακτική επαφή, αφού κι οι δυο μας περπατούσαμε κυρίως στο κέντρο   της Παλιάς μας Πόλης, διασταυρώνονταν οι διαδρομές μας, ανταλλάζαμε τυπικές κουβέντες, μα δεν βρεθήκαμε ποτέ στο ίδιο τραπεζάκι για μια μπύρα, που ίσως του άρεσε.

Όμως χαιρόμουν πάντα όταν  τον έβλεπα, ήταν από αυτούς που νόμιζα ότι έδειχναν την άδηλη, κρυμμένη, αλλά σημαντική πλευρά της μικρομεσαίας κοινωνίας, της μικρομέγαλης πόλης μας.

Κανείς δεν τον τίμησε ποτέ για την προσφορά του. Έμαθα μόλις χτες ότι είχε κάνει αρκετά για την πιο οργανωμένη βοήθεια στα πιο ταλαιπωρημένα ζωντανά πλάσματα, που η αναλγησία ή η επιπολαιότητά μας οδηγεί στους δρόμους και τον βασανισμό.

Καλύτερα, ίσως, έμεινε ανώνυμος κι ασήμαντος, χωρίς κάποιον δρόμο με το όνομά του, χωρίς λόγους τυπικούς από παράγοντες και οργανώσεις, αρκούσε το παράδειγμά του κι ότι ένοιωθε, όταν πρόσφερε από το υστέρημά του και τον εαυτό του, για ό,τι αγαπούσε, σ’όλα τα ζωντανά πλάσματα του Θεού.

Έφυγε διακριτικά όπως έζησε. Βρέθηκαν συμπολίτες να τον περιθάλψουν και να του γλυκάνουν τις τελευταίες στιγμές.

Η πόλη μας θα τον αναζητήσει, και τους ζωόφιλους, όσους  τον γνώρισαν, μας παρηγορεί η σκέψη, που ακολουθεί τις αρχαίες παραδόσεις μας: “Έφυγε τις μέρες της Σαρακοστής- όπως οι καλοί κι αγαθοί, οι αναμάρτητοι”.

Ας είναι καλοτάξιδος.