Θα ήθελα κι εγώ να συγχαρώ τον Δήμαρχο κ. Μενέλαο Μποκέα και τους συνεργάτες του, καθώς και την οργανωτική επιτροπή, για την έκδοση αυτού του τόμου, που είναι αφιερωμένος στην Επανάσταση του 1821 και στην ανεκτίμητη προσφορά της επαρχίας Μαλεβιζίου και σε αυτή την Επανάσταση και στους μετέπειτα ακατάπαυστους αγώνες της Κρήτης καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα.

Το βιβλίο αυτό έρχεται να συμπληρώσει τη μνημειώδη έκδοση του τόμου «Το Μαλεβίζι από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι σήμερα», που έγινε το 1998 από τον Οργανισμό Ανάπτυξης Μαλεβιζίου.

Μπορούμε να πούμε ότι το βιβλίο αυτό είναι το επιστέγασμα των επετειακών εκδηλώσεων του Δήμου Μαλεβιζίου για τη διακοσιοστή επέτειο της Μεγάλης Επανάστασης του 1821. Και όπως λέει ο αγαπητός μου φίλος Θεοχάρης Δετοράκης, που προλογίζει το βιβλίο, «στις επετειακές εκδηλώσεις αυτό που μένει και σημαδεύει τον χρόνο και τα γεγονότα στην αιωνιότητα, όταν παρέλθουν όλα τα άλλα, είναι το βιβλίο. Αυτό είναι το ωραιότερο, το ουσιαστικότερο και το αυθεντικότερο αφιέρωμα».

Τον ευχαριστούμε για την εύγλωττη επισήμανση και για τον εύστοχο και επάξιο για την επαρχία Μαλεβιζίου πρόλογό του. Τον ευχαριστούμε για όλη την τεράστια συγγραφική προσφορά του, για τα συγγράμματα που αφορούν στην ιστορία της Κρήτης και ειδικά για τα κείμενα που αναφέρονται στην επαρχία Μαλεβιζίου.

Θα αναφερθώ εν ολίγοις στη δική μου συμμετοχή στη συγγραφή του βιβλίου. Το κείμενο που έγραψα αναφέρεται σε όλη τη μακροχρόνια περίοδο μετά την Επανάσταση του 1821 μέχρι την Αυτονομία της Κρήτης το 1898. Ομολογώ ότι με δέος ανταποκρίθηκα σε αυτή την πρόσκληση. Πώς να χωρέσουν μέσα σε λίγες σελίδες τόσα γεγονότα, τόσοι αγώνες, επαναστάσεις, μάχες πολύνεκρες, καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα!

Ωστόσο, θεώρησα χρέος επιτακτικό να γράψουμε γι’ αυτή τη ζοφερή περίοδο. Όταν, μετά την Επανάσταση του 1821, το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, με όλες τις παθογένειες και τις διενέξεις, έμπαινε στον δρόμο της ανασυγκρότησης, η Κρήτη ήταν καταδικασμένη να παραμείνει στα σκοτάδια μιας αδυσώπητης δουλείας. Ήταν μια φρικτή περίοδος απερίγραπτης δυστυχίας, γεμάτη από βιαιοπραγίες, ωμότητες, εκπατρισμούς, καταπάτηση κάθε ιερού και ηθικού νόμου.

Με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου ( 22 Ιαν. 1830), η Κρήτη παρέμενε υπό την κυριαρχία του Σουλτάνου. Η μοίρα της Κρήτης θα καθορίζεται πλέον από την ευρωπαϊκή διπλωματία και από την εξέλιξη των γεγονότων στον χώρο της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων ήταν πλέον δραστικότερος, πάντοτε βέβαια ανάλογα με τα συμφέροντά τους.

Οι Κρητικοί πάντως, σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα δεν έπαψαν να ελπίζουν και να αγωνίζονται, με θυσίες απερίγραπτες, για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού. Είναι χαρακτηριστική η διακήρυξη του «Κρητικού Συμβουλίου» στις 22 Απριλίου 1830: «…ημείς δεν ευρίσκομεν αλλού την σωτηρίαν μας παρά εις τα όπλα μας και εις αυτόν τον έντιμον θάνατον». Ήταν ένα προσκλητήριο που προμήνυε τους ακατάπαυστους αγώνες που θα ακολουθούσαν.

Τα επαναστατικά κινήματα των Κρητικών και το διακαές αίτημά τους για την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα θα αποτελούν στο εξής το Κρητικό Ζήτημα, που θα είναι μέρος του Ανατολικού Ζητήματος.

Με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου οι Μ.Δ. παραχώρησαν την Κρήτη στον αντιβασιλέα της Αιγύπτου Μεχμέτ Αλή, ο οποίος είχε προσφέρει σημαντική στρατιωτική βοήθεια στον Σουλτάνο κατά την Επανάσταση του 1821.  Έτσι, αρχίζει μια νέα περίοδος, η αιγυπτιακή κατοχή στην Κρήτη, που θα διαρκέσει δέκα χρόνια, ως το 1840.  Ο Μεχμέτ Αλή διόρισε Γενικό Διοικητή Κρήτης τον Μουσταφά πασά, ένα ικανό πολιτικό, αλλά πανούργο, άπληστο και διεφθαρμένο.

Η Υψηλή Πύλη πάντως τον καλούσε κάθε φορά που έκρινε αναγκαίο, υπολογίζοντας στην εμπειρία του και στη γνώση των κρητικών πραγμάτων.

Ο Κρητικός λαός, εκτός από τα μαρτύρια, τις διώξεις και τους εξευτελισμούς, ήταν αναγκασμένος να υφίσταται επαχθέστατες φορολογίες. Η στυγνή φορολογία έθιγε περισσότερο τις επαρχίες με τα εύφορα χωριά, όπως την επαρχία Μαλεβιζίου, η οποία από την αρχή της τουρκικής εισβολής είχε δοκιμάσει ανηλεείς βιαιοπραγίες και λεηλασίες.

Συχνά, όταν χρειάζεται να μιλήσω ή να γράψω γι’ αυτές τις ζοφερές περιόδους, μου προκύπτει η εύλογη απορία, πώς άντεξε τελικά ο κρητικός λαός και δεν απώλεσε παντελώς την εθνική του ταυτότητα. Να αναφέρω μόνο τα 700 συνεχή χρόνια δουλείας, 450 χρόνια Βενετοκρατίας και 250 χρόνια Τουρκοκρατίας. Πρέπει ίσως να δεχτούμε ότι το θαύμα αυτό σε ένα μεγάλο βαθμό οφείλεται στις συνθήκες της εποχής και στη δυσχέρεια της επικοινωνίας.

Τόση μακροχρόνια υποδούλωση αιώνων, θα ήταν βέβαια αδιανόητη στην εποχή μας.  Στα δύσβατα ορεινά χωριά κυρίως, στη χώρα των Σφακίων, στις οροσειρές του Ψηλορείτη και του Λασιθίου, μπορούμε να πούμε ότι ο κρητικός λαός κατάφερε να διατηρήσει αναλλοίωτο το φρόνημά του, την εθνική του ταυτότητα, την πίστη στην ορθοδοξία, τη γλώσσα και τις παραδόσεις του.

Πολλοί περιηγητές που έρχονταν στην Κρήτη κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας ομιλούν για ένα λαό υπερήφανο και γενναιόψυχο που δεν τον λύγισε η σκλαβιά. Το αγωνιστικό φρόνημα χαλύβδωνε τους Κρητικούς και τους κρατούσε σε διαρκή εθνική εγρήγορση με διακαές το όραμα της απελευθέρωσης και της Ένωσης της Κρήτης με τη μητέρα Ελλάδα. Σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα οι Κρητικοί ζούσαν με το μυαλό διαρκώς στην επανάσταση, στην αποτίναξη του ζυγού, στην απελευθέρωση.

Μόλις τέλειωνε μια επανάσταση, ενώ ακόμη έβγαινε καπνός από τις κάννες των όπλων, έβαζαν στα σκαριά την επόμενη επανάσταση!

Γι’ αυτές τις μεγάλες επαναστάσεις, κυρίως του 1866, του 1878, του 1897, μπορεί κανείς να βρει ενδιαφέροντα στοιχεία στο αντίστοιχο κείμενο του βιβλίου.

Θα ήθελα μόνο να δώσω έμφαση στα παρακάτω σημεία:

α) Σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, σε όλες τις φάσεις του αγώνα των Κρητικών, καταλυτικό ρόλο έπαιζαν οι επεμβάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων, οι οποίοι άλλοτε τηρούσαν φιλοτουρκική στάση και άλλοτε αντιμετώπιζαν με δυσμένεια κάθε επαναστατικό κίνημα. Ακόμη και στις περιπτώσεις, κατά τις οποίες οι Κρητικοί επαναστάτες υπερτερούσαν και είχαν αναγκάσει τους Τούρκους να εγκλειστούν στις μεγάλες πόλεις, έβρισκαν δόλιους τρόπους να εξαναγκάζουν τους επαναστάτες να υποκύψουν.

β) Οι επαναστάσεις, ακόμη και όταν καταπνίγονταν, δεν γίνονταν μάταια. Ο διαρκής επαναστατικός αναβρασμός και ενίοτε οι πιέσεις των Μ.Δ. ανάγκαζαν τον Σουλτάνο συχνά να προβαίνει σε παραχωρήσεις προνομίων, όπως το Χάττι Χουμαγιούν (αυτοκρατορικό διάταγμα)

το 1856, τον Οργανικό Νόμο το 1866, τη Σύμβαση της Χαλέπας το 1878, με ευεργετικές διατάξεις που αφορούσαν κυρίως στη φορολόγηση, στην ανεξιθρησκία, στην προσωπική ελευθερία και στην εξασφάλιση της τιμής και της ιδιοκτησίας.

Βέβαια τα προνόμια αυτά συχνά ακυρώνονταν, κυρίως όταν δεν γίνονταν αποδεκτά  από τους Τουρκοκρητικούς.  Σε περιπτώσεις κρίσεων μάλιστα κυριαρχούσε το χάος και η τρομοκρατία, όπως συνέβη κυρίως στα χρόνια πριν και κατά την Επανάσταση του 1897, όταν πλέον όλα έδειχναν ότι επρόκειτο για ένα αγώνα μέχρι τελικής πτώσεως. Οι Τουρκοκρητικοί ήξεραν ότι αυτή η Επανάσταση θα κρίνει την τύχη της κυριαρχίας τους, και γι’ αυτό προέβαιναν σε τρομοκρατικές ενέργειες, σε σφαγές και θηριωδίες. Αλλά και οι Κρητικοί βέβαια ήξεραν ότι έδιναν τον υπέρ πάντων αγώνα για την αποτίναξη του τουρκικού  ζυγού και συχνά διάφορες ανταρτικές ομάδες  προέβαιναν σε αντεκδικήσεις.

γ) Οι διεθνείς συνθήκες και οι συγκυρίες διαφόρων γεγονότων στον βαλκανικό χώρο (π.χ. απελευθερωτικά κινήματα, οικονομική κρίση, διαφαινόμενη αποδυνάμωση της οθωμανικής αυτοκρατορίας) διαμορφώνουν ένα νέο τοπίο.

Στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη αρχίζουν να αναδύονται πολιτικές δυνάμεις, να δημιουργούνται πολιτικές παρατάξεις που διεκδικούν ρόλο στη διοίκηση. Πολλοί νέοι σπουδάζουν στο πανεπιστήμιο της Ελλάδας αλλά και σε ευρωπαϊκές πόλεις.

Είναι η νέα γενιά, η γενιά του Ελευθερίου Βενιζέλου, που θα πάρει στα χέρια της  τα ηνία και θα πρωτοστατήσει στις εξελίξεις μέχρι την επίτευξη της Αυτονομίας το 1898.

δ) Η επαρχία Μαλεβιζίου λόγω της στρατηγικής θέσης της, καθώς αποτελεί τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στην Ανατολική και στη Δυτική Κρήτη, αναπόφευκτα βρισκόταν πάντα στο επίκεντρο των εξελίξεων. Έτσι, κάθε φορά που άναβε η επαναστατική φλόγα, κυρίως οι επαρχίες Μαλεβιζίου και Μυλοποτάμου αναλάμβαναν τον ρόλο να αναχαιτίσουν ή να επιβραδύνουν τη διέλευση των εχθρικών στρατευμάτων.

Στις δυο μεγάλες επαναστάσεις του1866 και 1897 η επαρχία Μαλεβιζίου έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο. Σε αυτές τις επαναστάσεις αναδείχτηκαν σπουδαίοι οπλαρχηγοί και έγιναν πολύνεκρες μάχες, στον Άγιο Μύρωνα, στον Κρουσώνα, στις Ασίτες, στον Αλμυρό, στο Σερβιλή, στην περιοχή Γαζίου, στην περιοχή της Τυλίσου, παντού σε όλα τα χωριά της επαρχίας. Μπορούμε να πούμε ότι η επαναστατική φλόγα κατά την Επανάσταση του 1866 άναψε στην επαρχία Μαλεβιζίου με την ύψωση της επαναστατικής σημαίας στον Άγιο Μύρωνα.

Τελειώνω, διαβάζοντας ένα απόσπασμα από έγγραφο που αναφέρεται στην ύψωση της σημαίας στον Άγιο Μύρωνα, όπου συγκεντρώθηκαν οι άξιοι οπλαρχηγοί, ο καπετάν Μιχάλης Κόρακας, ο Μιχ. Σκουλάς, ο Μαλικούτης, ο Ρωμάνος, ο Καλημεράκης, ο Κοκκινίδης, οι ηγούμενοι των Μονών Γοργολαήνη, Ιερουσαλήμ,  Σαββατιανών, ο ιεροδιάκονος Ευμένιος Βουρεξάκης και πολλοί άλλοι…  «και αφού εψάλη κατανυκτικώς η δοξολογία, λαβών την σημαίαν ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ηγούμενος Μελέτιος, ο θερμότατος πρόμαχος της ελευθερίας έστη εν μέσω της εκκλησίας και παραδίδων το ιερόν της ελευθερίας σύμβολον εις τον ανδρείον οπλαρχηγόν Παύλον Χατζή Ντεντιδάκην, λάβε, είπε, την σημαίαν ταύτην, ην η πατρίς σοι προσφέρει, και υπερασπίζου αυτήν δια της ανδρείας και αυτού του αίματός σου, ίνα εξέλθη νικήτρια και τροπαιούχος εκ του παρόντος ιερού αγώνος των Κρητών».

Ο Παύλος Ντεντιδάκης τήρησε στο ακέραιον τον όρκο του. Λίγους μήνες αργότερα, στις πολύνεκρες μάχες στα στενά της Τυλίσου και του Καμαριώτη άφησε την τελευταία πνοή του, πιστός στο χρέος του.

Αιώνια ευγνωμοσύνη οφείλουμε στον ήρωα Παύλο Ντεντιδάκη, στον ήρωα Ηρακλή Κοκκινίδη, στον ήρωα ιεροδιάκονο Ευμένιο Βουρεξάκη, που θυσιάστηκαν στον βωμό της πατρίδας και της πίστης,  και στους χιλιάδες ήρωες, αγωνιστές, υπέρμαχους της ελευθερίας.

Είθε οι αγώνες τους να είναι φωτεινό παράδειγμα στις νεότερες γενιές, για να έχουν πυξίδα ασφαλή στους δύσκολους καιρούς.