Η διαχείριση της πανδημίας στην πρώτη έξαρση εδραίωσε ένα κλίμα ασφάλειαςστους πολίτες. Προκάλεσε και ικανοποίηση το γεγονός ότι με τα μέσα που διαθέτουμε πετύχαμε καλύτερες επιδόσεις από πιο οργανωμένες και πλούσιες χώρες με τις οποίες συμπορευόμαστε. Δε μπορεί να ισχυριστεί κανείς το ίδιο για την αντιμετώπιση του νέου κύματος που είναι σε εξέλιξη. Με κριτήριο τους θανάτους ανά 1000 κατοίκους η Ελλάδα κατατάσσεται στις χειρότερες θέσεις.
Στη δεύτερη φάση της πανδημίας έγινε πολύς λόγος για αστοχίες εξαιτίας ατόμων που αντιμετωπίζουν το πρόβλημα με δυσπιστία και κάνουν του κεφαλιού τους. Η διεθνοποίηση όμως της ενημέρωσης για τη διαχείριση της πανδημίας επιβεβαιώνει, πως δύσπιστα άτομα ζουν σε όλες τις χώρες και δεν αντιπροσωπεύουν ελληνική αποκλειστικότητα.
Με δημόσια στοιχεία καταρρίπτεται και η αντίληψη ότι το άνοιγμα του τουρισμού ευθύνεται για το δεύτερο κύμα της πανδημίας: Η Ελλάδα έχει πτώση του τουρισμού πάνω από 70%, ενώ όλη η νότια Ευρώπη 60%. Άρα η χώρα μας δεν αξιοποίησε το πλεονέκτημα της καλής διαχείρισης του πρώτου κύματος. Οι θλιβερές επιδόσεις Ιταλίας, Γαλλίας και Ισπανίας του πρώτου κύματος αντιστράφηκαν σε βάρος της Ελλάδας στο δεύτερο, που δίδει ως τώρα το 80% του συνόλου των θανάτων μας. Τι φταίει και κλώτσησε το κράτος μας την καρδάρα της αρχικής επιτυχίας;
Το καθεστώς καραντίνας που επιβλήθηκε στην πρώτη φάση περιλάμβανε λίγες απλές και κατανοητές από όλους εντολές γενικής εφαρμογής, τις οποίες υιοθέτησαν τα κόμματα και ακολούθησαν οι πολίτες.Τι άλλαξε στη δεύτερη φάση της πανδημίας; Τα ευρωπαϊκά κράτη μελετούν πάντα την πορεία τους για να βγάζουν συμπεράσματα και να βελτιώνουν τις επιδόσεις τους, ακόμη και για τα πιο μικρά θέματα.
Δυστυχώς το κράτος μας δεν ακολουθεί αυτή την πρακτική, ούτε στα μεγαλύτερα ζητήματα που το ταλανίζουν: Τις συχνές δικτατορίες, τις συχνές πτωχεύσεις. Ακόμη και μεγαλόσχημες διακηρύξεις αυτής της κατεύθυνσης ‘μπαίνουν κάτω από το χαλί’, όπως ο διαβόητος φάκελος της Κύπρου. Ποιoν ενδιαφέρει σήμερα και ποιος θα προσπαθήσει να βγάλει συμπεράσματα, εκεί που το ίδιο το κράτος ‘τα κουκουλώνει’; Συχνά αποδίδεται αυτή η στάση στο χαρακτήρα μας, αλλά το αίτιο είναι αμεσότερο και διόλου ψυχολογικό.
Οφείλεται στο γεγονός ότι το κράτος μας δεν είναι αυτεξούσιο, ενώ το πολιτικό προσωπικό αφήνει το ζήτημα αξιοποίησης της δημόσιας εμπειρίας, ιδιαίτερα στα κομβικά θέματα να το χειρίζεται ο μπάρμπας απ’την Κορώνη. Σαν συγκροτημένο κρατικό μόρφωμα δεν αξιοποιούμε την εμπειρία από τα λάθη μας, ούτε και τις καλές στιγμές, όπως η πρώτη φάση της πανδημίας.
Η διαχείριση του δεύτερου κύματος της πανδημίας εξελίχθηκε σε μια κονιορτοποίηση του βασικού προβλήματος σε δεκάδες επιμέρους περιπτώσεις. Αυτή είναι η πάγια στάση της πολιτικής εξουσίας που εξυπηρετεί τις πελατειακές σχέσεις των εκάστοτε κρατούντων, αντί το γενικό καλό που είναι η θεωρητική αποστολή της. Απεριόριστη υπομονή έδειξε το κράτος και επιδόθηκε σε ατέρμονες διαβουλεύσεις με αθλητικούς και εκκλησιαστικούς κύκλους, ενώ έδειξε την πυγμή και το σκληρό του πρόσωπο στην κατάθεση στεφανιών τη μέρα του Πολυτεχνείου. Με τους εορτασμούς της πρώ-της κατηγορίας γέμισαν τα νεκροτομεία στη Μακεδονία.
Σε αντίθεση με τη στάση των κομμάτων εξουσίας που αρκούνται να διαχειρίζονται την καθημερινότητα, οι πολίτες έχουν δικαίωμα να εντοπίζουν τις πραγματικές συνθήκες που επηρεάζουν τις τύχες τους και την πορεία του κράτους. Κύριο αίτιο της κακής πορείας στην παρούσα έξαρση του κορωνοιού είναι πως στην Ελλάδα δεν επιβλήθηκε γενικευμένη χρήση της μάσκας. Το μέτρο είχε εντοπιστεί από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα ήδη από το Μάη που πάρθηκαν στις προηγμένες χώρες σχετικές αποφάσεις. Σ’εμάς η μάσκα είχε δυστυχώς δυσφημιστεί.
Ο πιθανότερος λόγος της δυσφήμισης, είναι ένα άλλο ζήτημα στο οποίο πάσχει η Ελλάδα. Πρόκειται για τη στρέβ-λωση της συμμετοχής των επιστημονικών οργάνων στις αποφάσεις. Ενώ η διακηρυγ-μένη θέση είναι η τήρηση των υποδείξεων των ειδικών, σ’ εμάς το όργανο αυτό περι-λαμβάνει σε όλα τα στάδια πολιτικούς εκπροσώπους, όπως του Υπουργείου Πολιτικής Προστασίας. Για να δει κανείς τη σημασία αυτού του παράγοντα μπορεί να συγκρίνει με κράτη για τα οποία έγινε λόγος αυτό το διάστημα, όπως τα Σκανδιναβικά με προεξάρχουσα τη Σουηδία.
Κανείς πρωθυπουργός εκεί ή άλλος πολιτικός δε βγάζει διαγγέλματα ορθής υγειονομικής συμπεριφοράς. Διότι τα θέματα υγείας διαχειρίζονται αυτόνομες Υγειονομικές Αρχές. Στις συγκεκριμένες χώρες ελάχιστα διακόπηκε η ομαλή οικονομική ζωή, ενώ ο αρχικά αυξημένος αριθμός θανάτων στη Σουηδία δεν οφείλεται στη μη επιβολή καραντίνας, αλλά σε άλλες κοινωνικές ιδιομορφίες που μπορούσαν να θωρακιστούν διαφορετικά.
Έτσι, η αποτυχία διαχείρισης του δεύτερου κύματος, σε χρονική συγκυρία που η Ελ-λάδα συγκεντρώνει νέα δυσβάστακτα οικονομικά βάρη, επιπρόσθετα στη διαπιστωμένη οικονομική της πτώχευση, είναι μια αποτυχία που θα έχει βαθιές μακροχρόνιες επιπτώσεις. Οφείλεται στη διαιώνιση πρακτικών, όπως οι πελατειακές πολιτικές και η άρνηση κρατικού εκσυγχρονισμού που συνοδεύουν το σύστημα κηδεμονίας υπό το οποίο ζούμε.
Όσο πιο βαθειά η πτώχευση, τόσο μεγαλύτερη η εξάρτηση. Ήδη κάθε κάτοικος της χώρας επιβαρύνεται με σχεδόν 50 χλ. ευρώ χρέος, σημαντικά ανώτερο από του 2019, που μόνο αύξηση θα έχει στο άμεσο μέλλον. Η θεωρία πως τα επόμενα χρό-νια θα έχουμε παρόμοια μοίρα με άλλων ευρωπαϊκών λαών εξαιτίας της πανδημίας δημιουργεί ψεύτικες ελπίδες. Άλλες χώρες παρά την πανδημία μπήκαν ήδη σε φάση ανάκαμψης, προοπτική που σ’ εμάς θα αργήσει εξαιρετικά.
*Ο Νίκος Λεβεντάκης είναι μηχανικός