Στους ανιστόρητους και όχι μόνο σχετικά με τον συνωστισμό των Ελλήνων πρόσφυγων στη προκυμαία της Σμύρνης το 1922 και τις αγριότητες των Τούρκων.
(Από άγνωστο αρχείο της Μικράς Ασίας του Νίκου Καζαντζάκη).
“Στις 13 Αυγούστου 1922 σείεται από τα θεμέλια ο φράχτης του μετώπου. Ο κεμαλικός στρατός σε άγρια κύματα σπρώχνει με μανία και σε λίγες ώρες μας γκρεμνά, έξι μέρες ήτανε αρκετές. Πότε οι στρατιωτικοί μας θρίαμβοι και οι δόξες, οι αλογάριαστες θυσίες, ο πολιτισμός 3 χιλιάδων χρόνων, τα εθνικά όνειρα και οι ελπίδες τόσων γενεών να γίνουν στάχτη.
Φαντάροι τσολιάδες που φέρανε νίκες στα βάθη της Ανατολής και αξιωματικοί στρατηγοί Έλληνες των Σπαρτιατών και των μαραθωνομάχων πετούνε τα τουφέκια τους και φεύγουν για τη Σμύρνη ή σηκώνουν τα χέρια ψηλά και παραδίδοντα στους ξυπόλυτους Τούρκους Τσαούσηδες και δεκανείς. Το τουρκικό σώμα προχωρεί, πανικός με το που έρχονται οι Τούρκοι, αδειάζουν τα χωριά και οι πολιτείες.
Οι Χριστιανοί γυναίκες παιδιά άρρωστοι τρέχουν προς τη Σμύρνη. Περνούν λαγκάδια και βουνά να φτάσουν στα λιμάνια να βρούνε πλοία βάρκες η κολυμπώντας να σωθούν.
Όσοι προφτάσανε φύγανε με τραίνα, άλλοι με άλογα και γαϊδούρια και με κάρρα. Οι πιότεροι όμως πήραν τον δρόμο της αγωνίας και του μαρτυρίου με τα πόδια.
Από αυτούς πεθάνανε από την εξάντληση πριν προφτάσουν καβαλάρηδες οι Τούρκοι που το μαχαίρι τους δεν σταμάτησε ούτε στα 10 χρονών παιδάκια που σήκωναν με τρυφερή στοργή τα πιο μικρά τους αδελφάκια”.
Συνημμένα παρουσιάζομε τμήμα του πρωτότυπου κείμενου του Ν. Καζαντζάκη.