Μπορείτε να τον βρείτε καινούριο ή μεταχειρισμένο από 40 έως 600 ευρώ. Ο λόγος για τον σάκο πυγμαχίας. Αν η μετεμψύχωση συμπεριελάμβανε και άψυχα αντικείμενα, το χειρότερο που θα μπορούσε να μου συμβεί μετά θάνατον θα ήταν να μετεμψυχωθώ σε σάκο πυγμαχίας. Να δέχομαι τα ανελέητα χτυπήματα των επίδοξων πυγμάχων χωρίς να έχω φταίξει σε τίποτε και χωρίς να μπορώ να αντιδράσω.

Φανταστείτε τώρα έναν πυγμάχο που μπαίνει στο γυμναστήριο έτοιμος με τα γάντια της πυγμαχίας και διαπιστώνει ότι δεν υπάρχει σάκος. Οργή, αγανάκτηση, απελπισία ότι έχει περιέλθει σε αχρηστία, θα είναι ίσως τα συναισθήματα που θα τον καταλάβουν. Έχω τελευταίως την εντύπωση ότι το πολιτικό σκηνικό στη χώρα μοιάζει με γυμναστήριο με πυγμάχους χωρίς σάκο πυγμαχίας.  Να ανησυχήσω ή να αισιοδοξήσω;

Προς στιγμήν σκέφτηκα να χρησιμοποιήσω ως τίτλο αυτού του σημειώματος κάτι σαν «η απο-κομματοποίηση ή η απο-φανατικοποίηση της χώρας». Προτίμησα την πυγμαχία – η  παρομοίωση είναι πολλές φορές προτιμότερη της κυριολεξίας. Άλλωστε, η κυριολεξία θα ήταν πρόωρη στην προκειμένη περίπτωση – είμαστε ακόμα μακριά από την απο-κομματοποίηση και την απο-φανατικοποίηση.

Όμως, για να μην αφήσω το ερώτημα να εκκρεμεί, δηλώνω ότι χαίρομαι. Θυμάμαι την πρώτη μου εμπειρία από μια συνέλευση του πανεπιστημίου όπου ο προεδρεύων άνοιξε τη συζήτηση με τη φράση «ας διασταυρώσουμε τα ξίφη μας». Πόσο αντίθετο με το πνεύμα συνεννόησης και συνεργασίας που ήμουν συνηθισμένος στο ξένο πανεπιστήμιο!

Ήρθε μετά ο ιδιοκτήτης του διαμερίσματος που νοίκιαζα. Ύστερα από μια περίοδο εξοικείωσης, μου το πέταξε πάνω στο τραπέζι με τη ρακή: εσύ (ο καθηγητής) και εγώ (ο υδραυλικός) ανήκουμε σε αντίθετα στρατόπεδα! Οι διαφορές, οι αντιθέσεις και τελικά οι αντιπαλότητες κυριαρχούσαν (άλλοτε φανερά και άλλοτε ως υπονοούμενο) στην προσωπική, κοινωνική και κυρίως στην πολιτική ζωή της χώρας. Ήταν κάτι σαν αυτονόητο, κάτι χωρίς το οποίο δεν μπορούσαμε να λειτουργήσουμε.

Αν δεν υπήρχε αντικείμενο διαφωνίας, έπρεπε να το εφεύρουμε. Βέβαια, τις αντιθέσεις τις βρίσκουμε παντού, σε κάθε χώρα ακόμα και στην πιο πολιτισμένη. Είναι σαν το θετικό και αρνητικό φορτίο της Φυσικής, που πάντα πάνε μαζί. Δεν έχει σημασία αν στην θέση του θετικού φορτίου βάλετε την συναίνεση και στη θέση του αρνητικού φορτίου την διαφωνία – ή το αντίστροφο. Σημασία έχει, όπως στη Φυσική, η ισορρόπηση.

Αναφέρθηκα πιο πάνω στην κυριαρχία της διαφωνίας και της αντιπαλότητας  στην κοινωνική ζωή της χώρας ως να ήταν κάτι που ανήκει στο παρελθόν. Πρόκειται για μια έκφραση ευχής παρά πεποίθησης.

Η αντιπαράθεση εξακολουθεί να μας θέλγει και να μας εξουσιάζει. Αλλά διαισθάνομαι μια τάση για το μετριασμό της διαφωνίας και την ενίσχυση της συμφωνίας.  Υπάρχει ένα κύμα, ας μην το πούμε τσουνάμι, για την ενίσχυση των «συν» (συνεννόηση, συμφωνία, συνεργασία) και την υποβάθμιση των «αντί» (αντίθεση, αντιπαλότητα, αντίπραξη).

Το κυριότερο είναι ότι αρχίζει να ωριμάζει στην ελληνική κοινωνία ένα αίσθημα συνυπευθυνότητας. Δεν υπάρχει χειρότερο στοιχείο για ένα άτομο από τη δειλία της ανάληψης της ευθύνης και δεν υπάρχει ασφαλέστερο κριτήριο για την ωρίμανση μιας κοινωνίας από την αίσθηση της συνυπευθυνότητας.

Την χρειαζόμαστε αυτήν την αλλαγή νοοτροπίας από τα «αντί» στα «συν», καθώς στην πλάστιγγα τα πρώτα ήταν πολύ πιο βαριά για πολλά χρόνια. Καλό θα είναι να αντικαταστήσουμε, στο βαθμό και για όσο χρειαστεί, τον σάκο της πυγμαχίας με τα εργαλεία της δημιουργίας (όπως αυτά που βρίσκομε στα εργαστήρια και  τα σχεδιαστήρια) όπου ο καθένας έχει το ταλέντο του και τον ρόλο του.

 

*Ο Λευτέρης Ζούρος  είναι ομότιμος καθηγητής Παν/μίου Κρήτης και αντεπιστέλλον μέλος  της Ακαδημίας Αθηνών