΄”Αδέλφια σαν θα πάτε στης Βιάννου τα χωριά, μνήματα μην πατάτε μην πάρουνε φωτιά”

Λόγω των ειδικών υγειονομικών συνθηκών, καθώς και ένεκα των εθνικών γεγονότων που συμβαίνουν στη χώρα μας εδώ και οκτώ μήνες, η πολιτεία δυστυχώς δεν είναι σε θέση να αποδώσει τις οφειλόμενες τιμές στα 461 θύματα της Ναζιστικής θηριωδίας που πότισαν με το αίμα τους τα χώματα της ηρωοτόκου Βιάννου, γιατί δεν γονάτισαν και δεν συμβιβάστηκαν με τους βάρβαρους κατακτητές, αλλά αντιθέτως αντιστάθηκαν με κάθε τρόπο και κάθε μέσον υπερασπιζόμενοι τις αξίες, τα ιδανικά και τα οράματα της φυλής μας.

Από την πρώτη στιγμή της Γερμανικής κατοχής αλλά και καθ’ όλο το διάστημα του πανεθνικού ξεσηκωμού, ολόκληρη η περιοχή της υπερήφανης και αδούλωτης Βιάννου, πρωτοστάτησε και διαδραμάτισε ενεργό ρόλο.

Οι χαράδρες, τα φαράγγια και τα διάσελα γέμισαν από ζωή και από ανθρώπους κάθε ηλικίας, που απαιτούσαν δυναμικά την ελευθερία, την τιμή, την αξιοπρέπεια και το δικαίωμα στη ζωή. Στα χωριά, στους κάμπους και στα βουνά, στις πόλεις και στις κωμοπόλεις, κατά αξιοθαύμαστο τρόπο δημιουργήθηκαν ένοπλα αντιστασιακά τμήματα που είχαν ως αποστολή την προάσπιση της ζωής, της τιμής και της περιουσίας των ιδίων και των συμπολιτών τους.

Αυτά δεν άρεσαν καθόλου στους Γερμανούς και επεδίωκαν καθημερινώς και με κάθε τρόπο να διεκδικούν αλλά και να λαμβάνουν ό,τι τους ήταν αρεστό και μάλιστα χωρίς ίχνος σεβασμού και ανθρωπισμού. Κύριος στόχος και αντικειμενικός σκοπός αυτού του “Πολιτισμένου λαού” που καταπάτησε προκλητικά όλους τους διεθνείς νόμους, που σκόρπισε παντού τον φόβο και τον τρόμο κι εφόρτωσε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο με νεκρούς και αναπήρους, ήταν η δια της βίας κατάληψη, η καταστροφή, η εξαθλίωση και ο όλεθρος.

Στις κακουχίες, την πείνα, τη θλίψη για τον άδικο χαμό των δικών τους, τον εμπρησμό των φτωχόσπιτών τους και στις άθλιες συνθήκες διαβίωσης προστέθηκε επιτακτικά και το πρόβλημα της επιβίωσης. Η παντελής έλλειψη των βασικών ειδών διατροφής, ένδυσης και υπόδησης, καθώς και οι άθλιες συνθήκες υγιεινής (συμβίωση με τα ζώα αγκαλιά) και με καθημερινή τροφή ένα ξεροκόμματο κριθαρένιο παξιμάδι με λίγο λάδι, υπέσκαψαν σοβαρά την υγεία των κατοίκων της περιοχής, αποδεκάτισε πολλούς και έβλαψε την υγεία τους, όχι όμως το φρόνημα, την αγάπη και την πίστη τους προς την γενέτειρά τους και την ελευθερία τους.

Όλος ο ανδρικός πληθυσμός τυφεκίσθηκε πισώπλατα. Δεν έμεινε άνδρας που να μπορεί να σκάψει την άνυδρη, πετρώδη και σκληρή Βιαννίτικη γη, για να ενταφιάσει τα διαμελισμένα από τις ριπές των πολυβόλων και παραμορφωμένα από την τρομερή φθινοπωρινή ζέστη, πολυβασανισμένα κορμιά αθώων πολιτών που δεν χάρηκαν τις χαρές της ζωής, που έφυγαν πολύ νωρίς “φυλάσσοντας Θερμοπύλαις” και πιστοί απόγονοι γνήσιων προγόνων που είχαν όρκο της ζωής τους το περίφημο απόφθεγμα του Σιμωνίδη “τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι”.

Τα όμορφα γραφικά χωριουδάκια μας έπαψαν σχεδόν να αποτελούν ζωντανά κύταρα του κοινωνικού ιστού. Σαν σκιές από την κόλαση κυκλοφορούσαν μόνον οι μαυροφορεμένες χήρες, οι ελάχιστοι διασωθέντες γέροι και οι αποστεωμένες από την πείνα και τις κακουχίες μικρομάνες με τα ορφανά παιδιά στην άβολη αγκαλιά τους.

Τα σχολεία παρέμειναν για χρόνια κλειστά και ερειπωμένα και τα παιδιά της αντίστοιχης ηλικίας, νηστικά, ξυπόλυτα και ρακένδυτα με την απόγνωση στα μάτια και τον φόβο στα ισχνόσαρκα προσωπάκια τους γύριζαν “αδέσποτα” στους ερειπωμένους δρόμους σαν πλάσματα ενός κατώτερου θεού. Πέρασαν πολλά χρόνια θλίψης, ορφάνιας, πόνου, πείνας και καθολικής εξαθλίωσης έως ότου αυτές οι αετοφωλιές και τα ερειπωμένα αποκαΐδια να αποκτήσουν ξανά οικιστές. Όμως, η αγάπη προς την γενέθλια γη των όσων επέζησαν, οι έντονες αναμνήσεις του παρελθόντος, η βαθειά εκτίμηση και η συνεχώς επαυξανόμενη τιμή και λατρεία προς τους αδίκως εκτελεσθέντες, εδημιούργησαν την επιθυμία και την θέληση να παραμείνουν στα μαρτυρικά χωριά τους, να βελτιώσουν την καθημερινότητά τους και να μην ξεχάσουν ποτέ την θυσία των αδικοχαμένων νεκρών της 14ης Σεπτεμβρίου 1943 να τιμούν την μνήμη τους και να αποδίδουν πάντοτε δι’ έργων τις προς αυτούς οφειλόμενες τιμές.

Πανελλαδικά, 122 πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά έχουν χαρακτηριστεί ως Μαρτυρικοί τόποι και έχουν τα δικά τους ολοκαυτώματα, τα οποία μικρά ή μεγάλα σε αριθμούς θυμάτων δεν είναι απλά εγκλήματα πολέμου, αλλά θηριωδίες χωρίς προηγούμενο.

Τα πολεμικά μέσα που χρησιμοποίησαν οι Ναζί ήταν κατά κυριολεξία αθέμιτα και απάνθρωπα. Η ψυχολογική βία, τα φριχτά βασανιστήρια, οι αθρόες εκτελέσεις αμάχων, αδιακρίτως φύλου και ηλικίας, οι διωγμοί, οι φυλακίσεις, οι συλλήψεις, οι γενοκτονίες, τα κρεματόρια και τα στρατόπεδα συγκεντρώσεων, δικαίως έδωσαν στον Ναζισμό το χρίσμα της απανθρωπιάς και της θηριωδίας.

Οι εκάστοτε τελούμενες τελετές και εκδηλώσεις, αναμφιβόλως αποτελούν απόδοση Τιμής και Μνήμης προς όλους που έχασαν τη ζωή και την περιουσία τους από τις δυνάμεις κατοχής. Είναι απαράγραπτο χρέος και επιβεβλημένο καθήκον μας να θυμούμεθα πάντα τις θυσίες τους και να τους διατηρούμε πάντα ζωντανούς στη μνήμη μας. Το οφείλομε στις νεότερες γενιές καθώς και στις επερχόμενες. Είναι ο ελάχιστος φόρος τιμής σε όλους τους “αστράτευτους μαχητές” που με το αίμα τους πότισαν το αειθαλές και πολυαιωνόβιο δένδρο της ελευθερίας.

Οι εκτελεσθέντες χωριανοί και συνεπαρχιώτες μας, καθώς και όλοι οι άλλοι της Ελληνικής επικρατείας περιμένουν τη δικαίωσή τους για όλα τα ναζιστικά εγκλήματα πολέμου και τις θηριωδίες που διεπράχθηκαν στη χώρα μας, καθώς και την έμπρακτη συγγνώμη από τους θύτες. Κάποτε επιτέλους στους πολέμους πρέπει να πάψουν να υπάρχουν μόνο θύματα.  Είναι πλέον απαραίτητο τα μεν θύματα να δικαιώνονται, οι δε θύτες να πληρώνουν για τις πράξεις τους. Είναι ιερό καθήκον μας αλλά και δικαία η απαίτησή μας να απαιτούμε δυναμικά και διαρκώς την άμεση καταβολή των πολεμικών αποζημιώσεων που προβλέπονται διεθνώς, τις οποίες όφειλε και εξακολουθεί να οφείλει το σημερινό γερμανικό κράτος, προς όλα τα μαρτυρικά χωριά που πυρπόλησαν καθώς και στους συγγενείς όλων των αμάχων που εκτέλεσαν, χωρίς άλλες προφάσεις, προσχήματα, παραγραφές και άστατες δικαιολογίες που μόνο κακή διάθεση και υστεροβουλία αποδεικνύουν.

Οι αποζημιώσεις για τη ζωή των αμάχων, οι επανορθώσεις των ζημιών που προξένησαν τα στρατεύματα κατοχής στις περιουσίες και στα εισοδήματα των φτωχών ξωμάχων, είναι και θα είναι “ες αεί” νομικά ενεργείς, δικαστικά επιδιώξιμες, τεκμηριωμένα απαιτητές (και μάλιστα με τη σημερινή ισοτιμία) και δεν υπόκεινται σε παραγραφή, η δε ηθική και πολιτική ενοχή της Γερμανίας ούτε μπορεί να λησμονηθεί, αλλά και ούτε να παραβλεφθεί. Επιβάλλεται, λοιπόν, το γερμανικό κράτος, το ταχύτερον να αποδώσει τις πολεμικές αποζημιώσεις που το βαρύνουν και να αποκαταστήσει την τήρηση των νόμων και την τάξη των πραγμάτων. Στην αντίθετη περίπτωση, που συνεχίζει να επιμένει ότι το ζήτημα έχει διευθετηθεί από το 1960, Ελλάδα και Γερμανία ας προσφύγουν από κοινού στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, ώστε να αρθεί οριστικά η νομική αβεβαιότητα και να επιτευχθεί νομική σαφήνεια.

Δεν θα πάψουμε ποτέ να διεκδικούμε τις οφειλόμενες πολεμικές αποζημιώσεις έως ότου αυτές αποδοθούν στους δικαιούχους τους. Για όλους εμάς, αυτό αποτελεί ζήτημα τιμής και αξιοπρέπειας. Είναι το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε για τους αδικοχαμένους νεκρούς μας. Η αναγνώριση  αυτού του δικαιώματός μας θα αποτελέσει τη δικαίωση της θυσίας των νεκρών μας και έκφραση συγγνώμης από τους θύτες τους, τόσο προς τους ίδιους όσον και προς τους επιζώντες συγγενείς και φίλους των εκτελεσθέντων.

Ο μεγάλος Θεός να αναπαύσει τις ψυχές όλων αυτών των αθώων θυμάτων του μαύρου Σεπτέμβρη του ’43 που μαρτύρησαν με φρικτό θάνατο, καθώς και όσων ακολούθησαν στη συνέχεια από την ορφάνια, την πείνα, τις κακουχίες και την ανέχεια.

Αθάνατοι νεκροί μας.

Η σκληρή μοίρα σας επεφύλαξε τραγικό – μαρτυρικό θάνατο. Χρόνια τώρα το εκφράζουν και το καταμαρτυρούν η ζωγραφισμένη θλίψη στα πρόσωπά μας, τα δακρυσμένα μάτια μας, ο πόνος στις καρδιές μας και το αιώνιο αναπάντητο ΓΙΑΤΙ;

Η μνήμη σας παραμένει νωπή και θα παραμείνει αιώνια στις επερχόμενες γενεές.

Θα ζείτε για πάντα στις καρδιές μας, θα συνοδεύετε πάντα τις σκέψεις μας και θα κατέχετε αιωνίως περίοπτη θέση στη ζεστή αγκαλιά της ιδιαιτέρας μας πατρίδος.

Ο τίτλος της αθανασίας δικαίως σας ανήκει.