Ας ξεκινήσουμε με ένα ερώτημα: γιατί είμαστε εδώ; Παράγουμε αγαθά, υπηρεσίες και γνώση. Προάγουμε έναν πολιτισμό και στη συνέχεια κινούμαστε με συνέπεια εντός του. Η ύπαρξή μας, η παρουσία μας εξ άλλου, αποτελεί από μόνη της ένα ισχυρό, όσο και ασθενές μήνυμα.
Ένα μήνυμα προς το ίδιο το Σύμπαν, του οποίου είμαστε παιδιά. Αποτελεί, όμως, κι ένα μήνυμα ταυτόχρονα προς τους ίδιους τους εαυτούς μας, προς εμάς: το ότι υπάρχουμε, απλά και μόνο υπάρχουμε. Και γι’ αυτή την ύπαρξη, τα προαπαιτούμενα είναι πολλά: τροφή και στέγη, στοργή και κατανόηση. Σχέσεις. Και ένα χρέος βαθύ: από τον καθένα προς τους υπόλοιπους, όσους. (Η εμβέλεια του όποιου μηνύματος δεν μας απασχολεί εδώ).
Έχουμε απόλυτη ευθύνη προς τον εαυτό μας -κατά τις δυνάμεις μας- καθώς και προς όλους τους άλλους. Από τη φορτισμένη έννοια του καθήκοντος περνάμε σε κείνη της προσφοράς. Όπως η Γη «δίνει» σ’ εμάς, όπως μας παρέχει ζωή, ανάπαυση και τροφή, έτσι οφείλουμε κι εμείς να παρέχουμε, γενιά στη γενιά, γενεές επί γενεών. Ο καθένας μας, συνεπώς, είναι κι ένας σπόρος.
Σπόρος του μέλλοντος, μια γόνιμη μέσα στον πολιτισμό μας, μικρή είτε μεγάλη, παρακαταθήκη. Αλλά ταυτόχρονα ζούμε μέσα σ’ ένα ολότελα διαρκές ασύλληπτο σχεδόν, παρόν. Είμαστε το παρόν μας αυτό. Και «είμαι» σημαίνει εργάζομαι, σκέφτομαι, προβλέπω, αγαπώ, πράττω. Και ελπίζω. Και εύχομαι. Προσέχουμε και επιθυμούμε, επιθυμούμε, αγαπούμε και προσέχουμε.
Ο Γάλλος ζωγράφος Πωλ Γκογκέν (Paul Gaugin, 1848-1903), σκιαγραφεί δίνοντας σαν τίτλο σε κάποιον πίνακά του (Ταϊτή, 1897-98), όπου παρουσιάζονται άνθρωποι, ζώα και φυτά άψογα εναρμονισμένα· σκιαγραφεί, λοιπόν, αναγράφοντάς τα πάνω στον καμβά, καθαρά τρία ερωτήματα, που ξεκινώντας με στοργή από τον άνθρωπο αφορούν όλα τα όντα: τι είμαστε, από πού ερχόμαστε και πού πάμε; Νομίζω ότι στην εποχή μας, είμαστε σε θέση πια να δώσουμε μια απάντηση. Μία απάντηση. Κι αυτή την απάντηση προσπαθώ να προσεγγίσω πάρα πολύ σύντομα, μέσα από αυτό το σημείωμα.
Τις απαντήσεις λοιπόν στα δύο πρώτα ερωτήματα, δίνουν και επεξηγούν με τον τρόπο τους η Βιολογία, η Αστροφυσική και η Προϊστορική Αρχαιολογία: ή ένας συνδυασμός των τριών αυτών επιστημών. Επίσης απάντηση επιχειρεί η Μεταφυσική, μια και το «πόθεν τα όντα» είναι και το κεντρικό της ερώτημα, αλλά και η Βίβλος, μέσω της Ιδέας της Δημιουργίας. Ας δώσει ο καθένας την απάντηση που του ταιριάζει καλύτερα.
Και τέλος, για το «πού πάμε»: εδώ θα πρέπει να προσεγγίσουμε το ερώτημα και την όποια απάντηση με ιδιαίτερο σεβασμό. Αλλά και με μεγάλη προσπάθεια, να φτάσουμε κάποτε στις τελικές διατυπώσεις της, τουλάχιστον από μεριάς μας.
Το Σύμπαν, είναι τόσο μεγάλο, που μονάχα κατ’ αναλογία μπορούμε κάπως να φανταστούμε το μέγεθός του. Αρκεί να φανταστούμε τη Γη μας σαν ένα κόκκο αλατιού μέσα στο Μέγαρο της Τράπεζας της Ελλάδος στην Αθήνα, μεταξύ των οδών Σταδίου και Πανεπιστημίου: αυτό, δίνει μία «τάξη μεγέθους» -όπως λέγεται- για τη σχέση των διαστάσεων της Γης με το υπόλοιπο Σύμπαν, το οποίο, είναι επιπλέον και τετραδιάστατο.
Από εδώ, αυτό που εκπηγάζει δεν είναι παρά ένα «θαυμάζειν», ένα «απορείν», ένα Σέβας. Και η αργή κυοφορία αυτού του αισθήματος εντός μας, σάμπως να πρόκειται για μια επιβράδυνση, μια ευγένεια στην αντιμετώπιση των πάντων, και σε τελευταία ανάλυση μια ευλάβεια εσωτερική, είναι και σηματοδοτεί τον δείκτη της πορείας μας. Μέχρι το τέλος.
Ο Μπάμπης Λάσκαρις είναι κοινωνικός ανθρωπολόγος, μέλος της Ελληνικής Φιλοσοφικής Εταιρείας