Κάθε φορά είναι ο ίδιος γλάρος, που κάθεται πάνω στον ίδιο βράχο, που εξέχει, στην είσοδο του μικρού λιμανιού. Αν δεν υπήρχε, στο χώρο της επικοινωνίας, το πρόβλημα της γλώσσας, κάποια στιγμή, θα είχαμε δημιουργήσει και κοινωνικές σχέσεις… Αυτή ήταν η εικόνα μπροστά μου, καθώς έριχνα το δόλωμα και κρατούσα το καλάμι με τις αισθήσεις μου σε υπερένταση, περιμένοντας «να τσιμπήσει»… Το λιμάνι μικρό, αλλά καλά οργανωμένο, καθαρό και με τάξη, με όλες τις θέσεις για άραγμα (δεν ξέρω πώς  το λένε στη ναυτική γλώσσα) κατειλημμένες.

Φτιαγμένο στο μυχό μιας μικρής φυσικής χερσονήσου, η οποία μάλλον ευθύνεται και για την ονομασία της πόλης και της ευρύτερης περιοχής. Σ’ αυτή τη χερσόνησο, μια εκκλησούλα, με την καμπάνα της στο προαύλιο, εποπτεύει από ψηλά την κίνηση στο λιμάνι κι ακόμα πιο μακριά. Εντελώς αδικαιολόγητα, παρά τις αρκετές επισκέψεις μου, δεν έμαθα σε ποιον άγιο είναι αφιερωμένη. Υπόσχομαι, όμως, να το πράξω, προσεχώς!

Η ιδέα της ενασχόλησής μου με το ψάρεμα, (ιδέα με την οποία φλέρταρα επί πολύ καιρό, σχεδόν χρόνια), βρήκε, τελικά, το δρόμο, για την υλοποίησή της. Ενδιαμέσως, υπήρχε η αμφιβολία, το πρόσχημα της άγνοιας, η αδυναμία εξεύρεσης χρόνου, το «περασμένα – ξεχασμένα», για τα εφηβικά και τα μετέπειτα σποραδικά και ανοργάνωτα ψαρέματα που είχα κάμει και τόσα άλλα. Τελικά, η μεγάλη απόφαση ελήφθη. Ψάρεμα από τη στεριά, με καλάμι ή «απίκο» στη γλώσσα των μελών της συνομοταξίας των ψαράδων, ερασιτεχνών και μη…

Ακολούθησε η επίσκεψη στο ειδικό κατάστημα και η προμήθεια του απαραίτητου εξοπλισμού… Με απλά λόγια, ένα πεντάμετρο τηλεσκοπικό καλάμι, κάμποσες εφεδρικές αρματωσιές με αγκιστράκια, μην τυχόν και μείνουμε … «μπακούρια» στη μέση της αλιευτικής εξόδου μας, μερικά μολυβένια βαρίδια για τη ρύθμιση της ευαισθησίας του φελλού και φυσικά, έτοιμος μπασμός ή μαλάγρα, όπως είναι ευρύτερα γνωστός.

Όπως μου εξήγησε ο Γιώργος, στο κατάστημα ειδών αλιείας, είναι αδιανόητο να γίνει ψάρεμα «απίκο», χωρίς τη χρήση του μπασμού. Ο σωστός ψαράς, με την εγκατάστασή του στη θέση που θα επιλέξει και πριν αρχίσει να ψαρεύει, μπασμώνει σε μια ακτίνα 10 – 15 μέτρων από τη θέση του, ώστε να «ειδοποιηθούν» τα ψάρια ότι το παιχνίδι (ή ο αγώνας) αρχίζει και να πλησιάσουν, από τη μυρωδιά που αναδίδει το παρασκεύασμα αυτό. Σκοπός του μπασμού (ή μαλάγρας) δεν είναι να δοθεί τροφή στα ψάρια, αλλά να τα ερεθίσει με την αναδιδόμενη οσμή και να αυξηθεί η συγκέντρωσή τους γύρω από το χώρο που επελέγη.

Ο κάθε χώρος, σε κάθε σπορ, είτε αυτό λέγεται αυτοκίνητο, ή σκάφος ή κυνήγι ή ψάρεμα κ.λπ. είναι ένας μεγάλος λαβύρινθος στον οποίο υπάρχουν μέσα, ήδη, κι άλλοι. Κανονικά, όσο παλιότερος είναι ο ασχολούμενος με το συγκεκριμένο άθλημα, τόσο μεγαλύτερη πρέπει να είναι η εμπειρία του σ’ αυτό και δικαιολογημένα θα επισύρει το σεβασμό ή/και το θαυμασμό των νεοτέρων του. Αυτονόητο είναι, λοιπόν, ο νεοεισερχόμενος στο χώρο, να βρίσκεται μπροστά σε μια πληθώρα «επαϊόντων», όπου ο καθένας τους έχει τις δικές του θέσεις, προτάσεις και εμπειρίες.

Και, φυσικά, καταιγίζεται από ένα σωρό ακαταλαβίστικους όρους και εκφράσεις, που είναι υποχρεωμένος να μάθει και να χρησιμοποιεί στο μέλλον. Επιπλέον, ο κάθε χώρος κατακλύζεται από εξειδικευμένα εξαρτήματα, που προορίζονται για τη βελτίωση των επιδόσεων στο άθλημα και που το καθένα έχει το δικό του όνομα, τη δική του χρησιμότητα και τον ιδιαίτερο τρόπο λειτουργίας του. Και όπως «ο εχθρός του καλού είναι το καλύτερο», αρχίζει μια κούρσα δίχως τέλος, όπου το κάθε εξάρτημα που προμηθεύεται ο νεοεισερχόμενος, θα είναι σε λίγο καιρό ανεπαρκές, «λίγο» και παρωχημένο…

ψαρεμα αλιευτικά
Νιώθοντας  ότι ήμουν ένας άπειρος «ψάρακας», μέσα στο χώρο του ψαρέματος, σκέφτηκα ότι πρέπει να πρυτανεύσει η λογική, να περιορίσω το κυνήγι των επιδόσεων, να σκεφτώ μινιμαλιστικά και να περιοριστώ στο βασικά. Έτσι, παρέλειψα  τις θήκες, τις πάμπολλες κασετίνες και τα περίτεχνα βαλιτσάκια και αρκέστηκα σε μια παλιά, μονόχωρη  τσάντα μπάνιου, που αρκούσε για τα απαραίτητα… Α!

Συγγνώμη· ανακάλυψα, στην πορεία, κάπου εγκαταλειμμένο και ένα μικρό ψάθινο κλασικό καλαθάκι, που είχα γι’ αυτό το σκοπό … από «αρχαιοτάτων χρόνων» και το επανένταξα στην «κυκλοφορία»! Αγνόησα απαγκιστρωτές, βαθυσκόπια, γάντζους ψαρέματος, βάσεις καλαμιών, καλαμαριέρες, πετονιές και νήματα… Σε μία άδεια γυάλα για αγγουράκια τουρσί (για να μπορώ να βλέπω το περιεχόμενο απ’ έξω) έβαλα τις αρματωσιές και τα βαρύδια, σε μια πλαστική τσάντα τον μπασμό με τα δολώματα, το απαραίτητο προσκοπικό μαχαιράκι, νερό και το αυτονόητο για πρωινά εγερτήρια, «νες»!

Η καλή ψυχολογία και οι περιορισμένες αλιευτικές φιλοδοξίες μου, στάθηκαν ικανές να μου φέρουν τις πρώτες επιτυχίες. Έτσι, «θεού θέλοντος και καιρού επιτρέποντος», οι πρώτες  αλιευτικές εξορμήσεις μου υπήρξαν ενθαρρυντικές. Οι «ψαριές» διαδέχονταν η μία την άλλη, οι πρωινές αϋπνίες μου είχαν βρει μια διέξοδο και –κυρίως- αντλούσα ικανοποίηση από το γεγονός, ότι η αλιευτική μου πορεία δεν ακολούθησε τη λαϊκή ρήση:

«Του κουμαρτζή, του κυνηγού και του ψαρά το πιάτο, εννιά φορές είν’ αδειανό και μια φορά γεμάτο»… και το κατόρθωσα, στηριζόμενος, κυρίως, στη συμβουλή ενός παλιού, καλού ερασιτέχνη ψαρά, που μου είχε συστήσει, να μην ψαρεύω, ποτέ,  σε … «θολά νερά»!!!

[email protected]