Ευχαριστώ από καρδιάς το Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο Κρήτης κ. Ευγένιο Β’ και τους Σεβασμιώτατους Αγίους Ιεράρχες της Μεγαλονήσου μας, μέλη της Ιεράς Επαρχιακής μας Συνόδου, που με ανακήρυξαν ομόφωνα άξιο να σηκώσω το Σταυρό των Αποστόλων Παύλου και Τίτου.

Θα ήθελα να βεβαιώσω τους αγαπημένους μου αδελφούς και φίλους θεολόγους της Κρήτης, τον κλήρο και το λαό της Μεγαλονήσου μας και τους έφεδρους αξιωματικούς του νομού Ηρακλείου τους οποίους υπηρέτησα ως πρόεδρος ότι ουδέποτε επεδίωξα διακρίσεις και αξιώματα. Πάντα απέρριπτα αυτές τις διακρίσεις.

Η σημερινή τιμή είχε συζητηθεί στη Σύνοδο προ της πανδημίας και την είχα απορρίψει. Η μακροχρόνια πανδημία και η αρρώστια του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Κρήτης κ. Ειρηναίου βοήθησε την αναβολή του θέματος.

Ο νέος Αρχιεπίσκοπος κ. Ευγένιος Β’ μου ανακοίνωσε τηλεφωνικά την ομόφωνη απόφαση της Συνόδου για την τιμητική μου διάκριση. Με πληροφόρησε ακόμα ότι αντιπροσωπεία της Συνόδου θα μου φέρει στο σπίτι μου την απόφαση (λόγω τραυματισμού μου είμαι κατάκοιτος).

Τη μεγάλη τιμή της Συνόδου στην ταπεινότητά μου, έφεραν στο σπίτι ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ευγένιος, ο Μητροπολίτης Γορτύνης και Αρκαδίας κ. Μακάριος και ο Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Πρόδρομος. Ακολούθησε σύντομη τελετή στο σπίτι μου το βράδυ της 17ης Μαρτίου όπου οι εκπρόσωποι της Συνόδου μου παρέδωσαν την τιμητική διάκριση της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης και το σχετικό Πιττάκιο με σεβασμό και όλη μου την αγάπη.