Στη δεκαετία του 1975 μια αθηναϊκή εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας έριξε μια βόμβα… «Το νερό του καματερού, θεράπευε πάσα νόσο και μαλάκια». Για να συμπληρώσει «μεγάλα συμφέροντα το πολεμούν». Οι γιατροί μας μπήκαν στο στόχο. Προς τιμήν του ο τοπικός τύπος στάθηκε στο ύψος του σε αυτήν την αθλιότητα, που μετέπειτα ο αθηναϊκός τύπος πλήρωσε πολύ ακριβά.

Όμως… Έβρε χίλια πώματα να φράξεις χίλια στόματα. Ένας αέρας κοπανιστός σκέπασε όλη την Ελλάδα, που δεν άργησε να ’ ρθεί και στην πόλη μας, μιας και είχε μεγάλη ζήτηση αυτό το θαυματουργό νερό.

Στο προαύλιο χώρο του Μιχαήλ Αρχαγγέλου,  στην Θέρισσο, δύο τεράστια βυτία, μοίραζαν σε κάθε πονεμένο, την θαυματουργή εκείνη φούσκα και ο κόσμος, ουρά, να συνωστίζεται και η αστυνομία να προσπαθεί μάταια να επιβάλει την τάξη, μεγάλη αναστάτωση, βαβουρανιά και θολούρα στο λαό μας.

Μετά από πολλά χρόνια, ένας άνθρωπος βρέθηκε με μετοχές, τύπου Τσολάκογλού, από παλαιοπωλείο στο Μοναστηράκι και αυτομάτως, διακόσια γραφεία ανοίχτηκαν, σε κάθε νομό και κωμόπολη, σε όλη την επικράτεια. Τα γραφεία εκείνα τα συντηρούσαν με εγγραφές και μηνιαίες συνδρομές, όλοι αυτοί που τα είχαν στελεχώσει. Έδινες ένα ευρώ και ξεπλήρωνες  ΟΤΕ, ΔΕΗ, εφορία, τα πάντα και όσο για το υπόλοιπο που έμενε, το αναλάμβανε, όπως σε διαβεβαίωναν, ότι θα πληρωνόταν από τα πλεονάσματα τρις-δισεκατομμυρίων, που έκανε να λαμβάνειν το έθνος των Ελλήνων από τις μετοχές τις τράπεζας  της Ανατολής, τόσο απλά. Αποδείχτηκε τελικά και αυτός, αέρας κοπανιστός. Δημοσιογράφοι, τοπικός  τύπος, στάθηκαν και πάλι στο ύψος τους.

Όλα τα παραπάνω τα ξεπεράσαμε, όμως… με τον Κοροναϊό, μου φαίνετε το πληρώνουμε και μάλιστα πολύ ακριβά, κι αυτό γιατί, η ίδια πάστα ανθρώπων ξεσηκώνεται και πάλι, για άλλη μια φορά, είναι η λεγόμενοι αρνητές. Εδώ το πρόβλημα είναι παγκόσμιο, ο λύχνος του πολιτισμού, έσβησε για όλη την ανθρωπότητα.

Τώρα έχουμε ίντερνετ και ότι βλακεία παγκοσμίως γράφεται, γίνετε αποδεκτή από όλους εκείνους που θέλουν να χαϊδεύουν τα αυτιά, παρασύροντας όμως και ανθρώπους που εγώ δεν περίμενα.

Οικονομίες καταστρέφονται, έχουμε καθημερινά πολλούς θανάτους, κάθε μέρα σβήνουν 10 μικρά χωριά, όπως είναι και το δικό μου, το Κρυονέρι.

Έλληνες πολιτικοί είναι και με τον χωροφύλακα και με τον αστυφύλακα, αλληθωρίζουμε προς το κίνημα των ανεμβολίαστων, γιατί σκέφτονται ατομικά, ποντάροντας στο ρητό: «Ο θάνατός σου, η ζωή μου».

Μάλιστα, ένα πολιτικός μας, που είναι και αρχηγός κόμματος,  έμπορος δυνατός, διαφημίζει από την «τιβι»,  μαντζούνια του Αγίου Όρους, ότι θεραπεύουν διάφορες παθήσεις,  είναι τα ίδια εκείνα μαντζούνια, που έχουν στείλει στον άλλο κόσμο πολλούς, όπως λένε οι κατηγορίες που αντιμετωπίζει και ο ψευτογιατρός που δικάζεται από την Ελληνική δικαιοσύνη.

Η πατρίδα μου είναι γεμάτη πληγές. Σε όλους αυτούς θέλω να δώσω μια απάντηση που μου την έδωσε ένας Αυστριακός,  όταν στην δεκαετία του 1970, μου ζήτησε να τον πάω στον τάφο του Νίκο Καζαντζάκη.  Μου είπε αυτολεξεί :

«Δεν μπορω να φανταστώ πως θα ήτανε σήμερα η ανθρωπότητα χωρίς την Ελλάδα».

Ο Νίκος Σκουραδάκης είναι από τους Ασσυρρώτους, το σημερινό Κρυονέρι.