Οι δύο ημερομηνίες του Οκτώβρη του 1944, η 12η και η 18η, αποτελούν δύο όψεις της ίδιας ιστορικής στιγμής: της μετάβασης από τη χαρά της ελευθερίας στη νηφαλιότητα της πολιτικής πραγματικότητας. Μέσα σε έξι μόλις ημέρες, η Ελλάδα γνώρισε τη μέγιστη ανάταση του λαού της και, σχεδόν αμέσως, την επάνοδο των παλαιών δομών εξουσίας.
12 Οκτωβρίου 1944 – Η ημέρα της Ελευθερίας και της Ελπίδας
Το πρωί της 12ης Οκτωβρίου 1944, οι τελευταίες γερμανικές δυνάμεις εγκαταλείπουν την Αθήνα. Από τις 9.45 το πρωί, η ελληνική σημαία κυματίζει ξανά στην Ακρόπολη· οι δρόμοι πλημμυρίζουν από κόσμο, χαμόγελα, δάκρυα, φωνές ενθουσιασμού. Είναι η πρώτη πραγματικά ελεύθερη ημέρα ύστερα από τριάμισι χρόνια σκλαβιάς, πείνας και τρόμου.
Ο λαός δεν γιόρταζε μόνο το τέλος της Κατοχής. Γιόρταζε κάτι βαθύτερο: την πεποίθηση ότι οι θυσίες και οι αγώνες της Αντίστασης θα έφερναν έναν νέο, δικαιότερο κόσμο. Οι άνθρωποι που πάλεψαν στα βουνά και στις πόλεις πίστευαν ότι η ελευθερία δεν θα ήταν απλώς πολιτική, αλλά και κοινωνική· ότι οι αγώνες του λαού θα γίνονταν το θεμέλιο μιας νέας πολιτείας, βασισμένης στην ισότητα, στη συμμετοχή και στην αξιοπρέπεια.
Η 12η Οκτωβρίου υπήρξε, πράγματι, ημέρα του λαού – ημέρα αυθεντικής χαράς και βαθιάς πίστης σε ένα νέο ξεκίνημα. Στην ατμόσφαιρα της απελευθέρωσης κυριαρχούσε η αίσθηση πως μια άλλη Ελλάδα μπορούσε να γεννηθεί μέσα από τα ερείπια του πολέμου.
18 Οκτωβρίου 1944 – Η ημέρα της Πολιτικής Επαναφοράς
Έξι ημέρες αργότερα, στις 18 Οκτωβρίου, η Αθήνα υποδέχθηκε τον Γεώργιο Παπανδρέου και την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας που επέστρεψε από το Κάιρο. Παρότι συμμετείχαν και εκπρόσωποι του ΕΑΜ, η δομή και η νοοτροπία της Κυβέρνησης αντανακλούσε τη συνέχεια του παλαιού πολιτικού κόσμου: τους πολιτικούς που είχαν κυβερνήσει τη χώρα πριν από τη δικτατορία του 1936, με την υποστήριξη της μοναρχίας και πλέον με την παρουσία των Βρετανών ως εγγυητών της «νομιμότητας».
Την Κυβέρνηση συνόδευαν ο Βρετανός πρεσβευτής R. Leeper και ο αντιστράτηγος R. Scobie, αρχηγός των Συμμαχικών Δυνάμεων στην Ελλάδα. Η υποδοχή ήταν πανηγυρική· τα πλήθη πλημμύρισαν τους δρόμους, οι σημαίες ανέμιζαν, και ο Παπανδρέου, από το μπαλκόνι της πλατείας Συντάγματος, αναφώνησε: «Σήμερον η Ελλάς αναπνέει ελευθέραν πνοήν και πάλιν!».
Πίσω όμως από τους ενθουσιώδεις λόγους και τους εθνικούς συμβολισμούς, η πολιτική πραγματικότητα ήταν ήδη σύνθετη και, ίσως, προδιαγεγραμμένη. Η Κυβέρνηση, αν και ονομαζόταν «Εθνικής Ενότητας», στηριζόταν κυρίως σε δυνάμεις του παλαιού πολιτικού κόσμου, εκείνου που είχε οδηγήσει τη χώρα στην κρίση και τελικά στην κατάρρευση του 1941.
Η παρουσία των Βρετανών, η στρατιωτική τους επιρροή και η απουσία ενός σαφούς σχεδίου κοινωνικής ανασυγκρότησης, έδειχναν πως η εξουσία ετοιμαζόταν να επιστρέψει στους γνώριμους διαχειριστές της.
Η Αντίσταση, που μέσα από τις κακουχίες είχε ωριμάσει νέες κοινωνικές αξίες και πολιτική συνείδηση, ένιωθε ήδη να περιθωριοποιείται. Η αντίθεση ανάμεσα στη λαϊκή ελπίδα και στην πολιτική «κανονικότητα» της παλιάς ελίτ, δεν άργησε να φανεί. Ήταν η αρχή ενός νέου, βαθύτερου αγώνα – όχι πια εναντίον ξένων κατακτητών, αλλά για την ψυχή και τον προσανατολισμό της ίδιας της χώρας.
Η Απελευθέρωση του 1944 υπήρξε, έτσι, όχι μόνο το τέλος της Κατοχής, αλλά και η αρχή μιας άλλης περιόδου, όπου το ερώτημα δεν ήταν πλέον αν η Ελλάδα θα είναι ελεύθερη, αλλά ποια Ελλάδα θα οικοδομηθεί πάνω στα ερείπια του πολέμου: η Ελλάδα της Αντίστασης και της κοινωνικής αναγέννησης – ή η Ελλάδα της παλαιάς εξουσίας και των εξαρτήσεων;
Στις δύο αυτές όψεις, της ελπίδας και της επανόρθωσης, αντανακλάται όλη η ελληνική περιπέτεια: η διαρκής πάλη ανάμεσα στο όραμα και στην πράξη, στο λαϊκό αίσθημα και στους μηχανισμούς της πολιτικής.
Η μνήμη των ημερών αυτών μάς υπενθυμίζει πως η ελευθερία δεν χαρίζεται ποτέ οριστικά· χρειάζεται καθημερινά να την επιβεβαιώνουμε με ήθος, ευθύνη και αυτογνωσία.
Στόχος του σημειώματος αυτού, στο βαθμό που το πέτυχε, δεν είναι απλώς μια επισκόπηση της Ιστορίας· είναι μια πρόσκληση σε στοχασμό για την ελευθερία, την ευθύνη και την πολιτική ωριμότητα, αξίες που παραμένουν πάντοτε επίκαιρες.
Ο Μανώλης Κουφάκης είναι δρ. μηχανικός, τ. δ/ντής ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε.