ΣΠΑΣΜΕΝΗ ΦΛΕΒΑ
Σκηνοθεσία: Γιάννης Οικονομίδης
Πρωταγωνιστές: Βασίλης Μπισμπίκης, Μαρία Κεχαγιόγλου, Μπέτυ Αρβανίτη, Στάθης Σταμουλακάτος
Ένας επιχειρηματίας προσπαθεί απεγνωσμένα να συγκεντρώσει τα χρήματα που χρειάζεται για να αποπληρώσει το τοκογλυφικό του χρέος και να γλιτώσει το οικογενειακό του σπίτι.
Κοινωνικό δράμα που αποτελεί την έκτη μεγάλου μήκους ταινία του ελληνοκύπριου Οικονομίδη, ο οποίος για πάνω από 20 χρόνια παραμένει ο καλύτερος δημιουργός που εργάζεται μέσα στα ελληνικά σύνορα.
Είναι ξεκάθαρο πλέον ότι η φιλμογραφία του Οικονομίδη χωρίζεται σε δύο φάσεις, αποτελούμενες από τις τρεις πρώτες ταινίες του και τις τρεις επόμενες. Στη φετινή υπάρχει μια στιγμή που νομίζω είναι ενδεικτική της διαφοράς ανάμεσα στις δύο αυτές περιόδους. Είναι η συγγνώμη της Στέλλας στον Θωμά μετά την αποδέσμευση από τους τοκογλύφους. Μια υπερβολικά ευγενική κίνηση για τα μέτρα του Οικονομίδη, δεδομένου ότι η αποπληρωμή του χρέους δεν αναιρεί την απερισκεψία του Θωμά, τον υλικό κίνδυνο και την ψυχολογική φθορά που διέτρεξε η οικογένεια, αλλά και τις απιστίες του, που συναποτελούν πολύ σοβαρούς λόγους για να συνεχίζει να είναι θυμωμένη η Στέλλα μαζί του. Παρόλα αυτά, εκείνη του ζητάει και συγγνώμη. Για ποιο πράγμα; Που τον αδίκησε ή που αμφέβαλε ότι θα τα καταφέρει; Το πρώτο δεν ισχύει και το δεύτερο είναι ασήμαντο δεδομένης της σοβαρότητας της κατάστασης για την οποία εκείνος ευθύνεται εξ ολοκλήρου.
Αυτό που θέλω να πω με το παράδειγμα, είναι ότι το σινεμά του σκηνοθέτη έχει μαλακώσει σε σύγκριση με την πρώτη φάση του. Αρκεί να συγκρίνει κανείς τη Μαρία Κεχαγιόγλου ως σύζυγο του Τάκη, Ειρήνη, στην «Ψυχή στο στόμα» (2006) για να καταλάβει τη διαφορά.
Το σύμπαν του σκηνοθέτη είναι πλέον πιο φωτεινό, πιο προσιτό στον θεατή, με πιο γρήγορο ρυθμό και τις ιδιομορφίες του (την οργή και τη βωμολοχία) αμβλυμένες. Ακόμα κι έτσι, συνεχίζει να προσφέρει μια χαρακτηριστική οπτική στη σύγχρονη ελληνική σήψη και παθογένεια, που οι περισσότεροι από εμάς υποφέρουμε κυρίως στις απολήξεις της ως γενικευμένες συμπεριφορές.
Εδώ βασίζει την πλοκή στην προσπάθεια του Θωμά να συγκεντρώσει τα χρήματα και τα διάφορα εμπόδια που συναντά μπροστά του. Όπως πάντα, η δουλειά που γίνεται στους χαρακτήρες είναι σχολαστική, η αφήγηση γρήγορη κι η ανατροπή αντάξια τραγική για έναν άνθρωπο χωρίς ηθικό και συναισθηματικό φραγμό.
ΖΩΟΥΠΟΛΗ 2 (ZOOTROPOLIS 2)
Σκηνοθεσία: Τζάρεντ Μπους, Μπάιρον Χάουαρντ
Με τις φωνές των: Τζένιφερ Γκούντγουιν, Τζέισον Μπέιτμαν, Κε Χούι Κουάν, Ίντρις Έλμπα
Οι δαιμόνιοι αστυνομικοί, η λαγουδίνα Τζούντι κι ο αλεπούδος Νικ, ξεκινούν να διαλευκάνουν τη μυστηριώδη επανεμφάνιση ενός φιδιού στη Ζωούπολη μετά από πολλά χρόνια αποκλεισμού όλων των ερπετών. Αυτό που ανακαλύπτουν ανατρέπει όλα όσα πίστευαν για τη χώρα τους.
Κωμική περιπέτεια κινουμένων σχεδίων που συνεχίζει την τεράστια επιτυχία του 2016 από τους ίδιους σκηνοθέτες, η οποία είχε κερδίσει το Όσκαρ animation κι είχε ξεπεράσει το 1 δισεκατομμύριο σε παγκόσμιες εισπράξεις.
Η φετινή συνέχεια θα καταφέρει τα ίδια και περισσότερα, αφού και μεγαλύτερες εισπράξεις προβλέπεται ν’ αποφέρει, αλλά και σχεδόν σίγουρα θα επαναλάβει την οσκαρική νίκη του πρώτου μέρους. Δικαίως μάλιστα, αφού μιλάει έξυπνα, γρήγορα κι αστεία για τη διαφορετικότητα, τη συμπερίληψη και την αυτοχθονία, μέσα από μια πλοκή υφαρπαγής της γης κι αποβολής του πληθυσμού, παραπέμποντας σε πολυάριθμα παραδείγματα αποικιοκρατίας κι εθνοκαθάρσεων.
ΠΕΘΑΝΕ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ (DIE MY LOVE)
Σκηνοθεσία: Λιν Ράμζι
Πρωταγωνιστές: Τζένιφερ Λώρενς, Ρόμπερτ Πάτινσον, Σίσι Σπέισεκ, Νικ Νόλτε
Ένα ζευγάρι ξεκινάει την κοινή του ζωή στο επαρχιακό σπίτι που ο άντρας κληρονομεί από τον θείο του. Με τον ερχομό όμως του μωρού τους κι όσο πιο συμβατική γίνεται η καθημερινότητά τους, η γυναίκα αρχίζει ν’ ασφυκτιά όλο και πιο πολύ.
Ψυχολογικό κι αισθηματικό δράμα βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Αργεντίνας Αριάνα Χάργουιτς, που κυκλοφόρησε το 2017.
Η οικογενειακή ζωή ως συνθήκη καταπίεσης της γυναικείας σεξουαλικότητας: ιδέα η οποία εξαρχής δεν είναι ιδιαιτέρως πρωτότυπη, εδώ αποδίδεται με πολύ ισχυρές ερμηνείες από όλους, αλλά με μια πλατειασμένη και συγκεχυμένη πλοκή. Από τη μία δηλαδή, η δυσφορία της Γκρέις ξεκινάει πριν γίνουν γνωστές οι απιστίες του Τζάκσον, οι οποίες παρέχουν ένα επιπλέον κίνητρο συμπάθειας προς την ηρωίδα – συμπάθεια που όμως υπονομεύεται από την παθολογικοποίηση της κατάστασης της Γκρέις σ’ ένα σεναριακό κλισέ αταίριαστα αναχρονιστικό για μια ταινία που φτιάχνεται στο σημερινό φεμινιστικό πλαίσιο από γυναίκα σκηνοθέτρια και θέλει να υπερασπιστεί τις γυναίκες.
