ΟΙ ΧΗΡΕΣ (WIDOWS)

Κινηματογραφή

Μία και καλή, αυτή την εβδομάδα.

ΟΙ ΧΗΡΕΣ (WIDOWS)

Σκην.: Στιβ Μακουίν

Πρωτ.: Βαϊόλα Ντέιβις, Μισέλ Ροντρίγκεζ, Ελίζαμπεθ Ντεμπίκι, Σίνθια Ερίβο, Λίαμ Νίσον, Κόλιν Φάρελ, Ντάνιελ Καλούγια, Ρόμπερτ Ντιβάλ

ΟΙ ΧΗΡΕΣ (WIDOWS)

Όταν μια διαβόητη συμμορία ληστών σκοτώνεται κατά την τελευταία της ‘δουλειά’, οι χήρες των μελών της αναγκάζονται να εκτελέσουν αυτό που προοριζόταν ως επόμενο σχέδιό τους, προκειμένου να εξοφλήσουν χρέη προς τον αρχηγό μιας συμμορίας, ο οποίος τους απειλεί με τίμημα τις ζωές τους.

Πέντε χρόνια μετά τον οσκαρικό θρίαμβο του «12 χρόνια σκλάβος» («12 years a slave»), ο Μακουίν επιστρέφει με την κινηματογραφική μεταφορά της ομώνυμης βρετανικής τηλεοπτικής σειράς εγκλήματος που προβαλλόταν το 1983 και το 1985, και ξαναγυρίστηκε το 2002 για την αμερικανική τηλεόραση χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία.

Ξαναγυρνώντας στις πολιτικές ρίζες του μεγάλου μήκους ντεμπούτου του, «Hunger» (2008), ο Μακουίν εδώ δε στήνει μια αστυνομική περιπέτεια όπως ίσως περιμένει κανείς, αλλά ένα πολιτικό δράμα εγκλήματος. Ό,τι στερείται σε διακυμάνσεις, η ταινία κερδίζει σε δυναμισμό χαρακτήρων, μελαγχολική ατμόσφαιρα και πολιτική αιχμηρότητα. Μια κοινωνικο-πολιτική παραβολή για τις σημερινές Η.Π.Α., που ξεκινάει από τον πεσιμιστικό πραγματισμό για να καταλήξει στη μαχητική αισιοδοξία.

Αντανακλώντας τον κοινωνικό αναβρασμό που έχει προκαλέσει η περίοδος της προεδρίας Τραμπ, το σενάριο χτίζεται κυρίως πάνω στις σχέσεις εξουσίας, αλληλεξάρτησης κι αλληλομεταχείρισης μεταξύ των χαρακτήρων, τους οποίους αντιπαραθέτει ανά κατηγορίες σε συνεχώς διαφορετικούς συνδυασμούς μεταξύ τους: πλούσιοι και φτωχοί, λευκοί και μαύροι, άντρες και γυναίκες. Η πληθυσμιακά μαύρη περιφέρεια του Σικάγο που μέχρι σήμερα παραμένει παραδοσιακό εκλογικό προπύργιο της λευκής οικογένειας των Μάλιγκαν.

Η οικονομική εκμετάλλευση που κρύβεται πίσω από πολιτικά προγράμματα ευεργεσίας. Η φαλλοκρατία κι η γυναικεία παθητικότητα που την κολακεύει, όπως ενσαρκώνεται από τη μητέρα της Άλις. Ενάντια σ’ αυτά επαναστατεί η Βερόνικα σε μια φεμινιστική αντεπίθεση, καθώς καλεί τις υπόλοιπες γυναίκες να συμμαχήσουν μαζί της, επειδή ακριβώς όπως λέει “κανείς δεν πιστεύει ότι μπορούν να τα καταφέρουν” σ’ έναν ανδροκρατούμενο κόσμο.

Ο -επίσης μαύρος- Μακουίν ενισχύει τη ρητορική του ενάντια στον λευκό πλούσιο αρσενικό ως ανώτατο καταπιεστή, αποφεύγοντας τους απλοϊκούς διαχωρισμούς.

Χωρίς δηλαδή να παραβλέπει το έγκλημα στις μαύρες κοινότητες και κυρίως χωρίς να εξιδανικεύει την περίοδο Ομπάμα: ένα από τα κομβικότερα περιστατικά της πλοκής συμβαίνει το 2008 με φόντο το σύνθημα “Hope” στις αφίσες του νεοεκλεγέντος τότε προέδρου, εκφράζοντας έτσι τη διάψευση της ελπίδας και των προσδοκιών, υπονοώντας ότι η κατάσταση ουσιαστικά δεν άλλαξε ποτέ σχετικά με την εξάλειψη της αστυνομικής βίας κατά των μαύρων και γενικότερα του ρατσιστικού εγκλήματος στη χώρα.