Η πολιτική ασκείται επωνύμως

Η απένταξη της Α’φάσης κατασκευής του Πολιτιστικού και Συνεδριακού Κέντρου Ηρακλείου από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα χρηματοδότησης οριστικοποιήθηκε από την ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου και προφανώς το ωστικό κύμα αυτής μόλις έχει αρχίσει να φθάνει στον Δήμο Ηρακλείου. Ήταν ασφαλώς μια προδιαγεγραμμένη εξέλιξη για τους “παροικούντες την Ιερουσαλήμ”, ουδείς έπεσε από τα σύννεφα.

Ο δήμος ήδη από δυόμιση ετών έχει εξαντλήσει ουσιαστικά τα ένδικα μέσα και τα νομικά του επιχειρήματα, τα οποία δεν ήσαν αρκετά να πείσουν τους δικαστές. Η απόφαση της Λίνας Μενδώνη ως Γενικής Γραμματέως του Υπουργείου Πολιτισμού της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου να υπογράψει τον Μάρτιο του 2014 την απένταξη, καθίσταται πλέον εκτελεστή.

Το ένα ζήτημα είναι πώς ο Δήμος Ηρακλείου θα διαχειριστεί πλέον το τετελεσμένο. Πολιτικά είναι η απάντηση, προφανώς, και ορθώς κατά την άποψή μου. Πρέπει να δοθεί μια πολιτική λύση στο πρόβλημα που κανείς, νομίζω, δεν διαφωνεί ότι θα είναι άδικο να το επωμιστούν οι δημότες, εφόσον μάλιστα εν τέλει το έργο έγινε, όπως έγινε.

Το έτερο ζήτημα είναι πώς θα αποτιμηθεί πλέον η πορεία που οδήγησε σε αυτό το αποτέλεσμα, την απόφαση δηλαδή του Μαρτίου 2014. Πώς θα επιμεριστούν οι πάσης φύσεως ευθύνες, που δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχουν εξ αντικειμένου. Οποιαδήποτε προσπάθεια να συγχωνευθούν αυτά τα δύο ζητήματα, με μοιραία συνέπεια να συσκοτιστεί το δεύτερο λόγω της πίεσης για το πρώτο, είναι a priori άστοχη. Αυτά είχαν ίσως νόημα όταν δινόταν ο δικαστικός αγώνας, τώρα δεν προσφέρουν κάτι.

Η “Π” μέσα από τις σελίδες της και τα ρεπορτάζ της Λίλιαν Δαφερμάκη χαρτογράφησε βήμα προς βήμα την πορεία προς τον εκτροχιασμό του έργου και την απένταξη, μεταξύ άλλων μέσα από τα τρία πορίσματα του Σώματος Ελεγκτών Δημοσίων Έργων. Είναι απολύτως σαφές λοιπόν ότι σήμερα, μιλώντας για ευθύνες, ουδείς μπορεί να κάνει τα στραβά μάτια και να επιλέγει τη γενίκευση. Η πολιτική είναι μια πράξη που ασκείται επωνύμως -και ευτυχώς.

Η τελεσίδικη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι αναμφίβολα μια κακή στιγμή για τον δήμο, η ανακοίνωση του Δημάρχου Ηρακλείου, Αλέξη Καλοκαιρινού, είναι μια μάλλον ατυχής στιγμή για τον ίδιο. Η Δημοτική Αρχή δικαιούται -οφείλει ίσως κιόλας- να μην μπει σε συζήτηση για τις ευθύνες, σε αυτή τη φάση τουλάχιστον. Δεν δικαιούται όμως για οποιονδήποτε λόγο να δημιουργεί ασάφεια για αυτές, όταν όλα είναι ξεκάθαρα. Πολύ περισσότερο, να κουνάει το δάχτυλο κάνοντας υποδείξεις (προς ποιους αναρωτιέται κανείς αλήθεια) για το τι θα πει ή όχι οποιοσδήποτε άλλος.

Κανένας πολίτης δεν οφείλει να αυτολογοκρίνεται ούτε να βάζει φίλτρα στη δημοκρατική του υποχρέωση για πληροφόρηση, κριτική και γνώμη. Η πόλη αυτή, στο πέρασμα της εξαιρετικά μακραίωνης ιστορίας της επιβίωσε από πολύ χειρότερα, θα επιβιώσει και από την βαριά συνέπεια της κακοδιοίκησης. Το αν θα επιβιώσει και η οιαδήποτε υπερήμερη πολιτική σταδιοδρομία ποσώς απασχολεί κάθε δημότη. Η σιωπή δεν είναι πάντα χρυσός.

Ο λογαριασμός των 12 εκατομμυρίων ευρώ έχει υπογραφή. Και είναι ευανάγνωστη. Η απένταξη δεν είναι ένα “λογιστικό λάθος”, η δικαιοσύνη έκρινε οριστικά επ’ αυτού. Και ολόκληρη η πίτα της ευθύνης βαραίνει τις δημοτικές αρχές του Γιάννη Κουράκη, που ασφαλώς δρομολόγησε και ξεκίνησε το σημαντικό αυτό έργο, δεν κατάφερε όμως να το κρατήσει στις σωστές ράγες, με τα γνωστά και τεκμηριωμένα πλέον αποτελέσματα.

Ο δήμος δικαιούται ασφαλώς και οφείλει να πασχίσει για την άρση του οδυνηρού αυτού καταλογισμού. Εξίσου όμως δικαιούμαστε και οφείλουμε οι πολίτες να κρίνουμε και να μιλήσουμε ελεύθερα για τα ζητήματα της πολιτείας και δεν θα αποστούμε αυτής της ευθύνης. Η δημοκρατική πράξη τελείται στο φως της δημόσιας συζήτησης, η ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης ανεμίζει ως σημαία. Αν τη διπλώσεις και τη βάλεις στην τσέπη γίνεται μαντήλι για πάσα άλλη χρήση.