Πριν λίγες ημέρες εστιάσαμε στις αγκυλώσεις και αδυναμίες στην εφαρμογή της εξωτερικής μας πολιτικής, ιδίως σε μια αντιδιαστολή με τη μεθοδολογία με την οποία πολιτεύεται διεθνώς η Τουρκία. Γιατί, όσο κι αν τα μεγέθη και η εν γένει τοποθέτηση κάθε χώρας είναι σαφώς διαφορετικά, ωστόσο, σε αντίθεση με αρκετούς, πιστεύουμε ότι η Ελλάδα δεν είναι ένα αμελητέο διεθνές μέγεθος και οφείλει να πράττει τα μέγιστα στην κατεύθυνση της αξιοποίησης των δυνατοτήτων της.
Θα είναι παράλειψη, όμως, αν δεν εντοπίζουμε και δεν αναφερόμαστε και στα θετικά σημεία της διεθνούς μας παρέμβασης, έστω κι αν αυτά συχνά εκλαμβάνονται ως δεδομένα, στην πολιτική πράξη τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο και όλα έχουν τη σημασία τους.
Στη διάρκεια ραδιοφωνικής του συνέντευξης ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης επεσήμανε την ανάγκη επίσημης απόσυρσης του τουρκικού casus belli σε ό,τι αφορά την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Αιγαίο, προκειμένου η Τουρκία να μπορέσει να συμμετάσχει στην ευρωπαϊκή πλατφόρμα ανάπτυξης της αμυντικής βιομηχανίας.
Ξεπερνώντας την κατ’αρχήν εδραία επιφύλαξη για το αν και κατά πόσο είναι δυνατόν να αποδεχθεί η Ελλάδα κάτι τέτοιο και με δεδομένο ότι ένα ισχυρό μπλοκ εταίρων μας επιθυμεί την συμπερίληψη της Τουρκίας, εύλογα προκύπτει ότι η χώρα μας οφείλει να “πουλήσει πολύ ακριβά” μια αποδοχή αυτού του ενδεχομένου. Καθώς μάλιστα, όπως ευθέως υπονόησε ο πρωθυπουργός, θα απαιτηθεί ομοφωνία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, είναι προφανές ότι η ψήφος της Ελλάδας, όπως και της Κύπρου έχουν ζωτική σημασία για την προώθηση αυτής της προοπτικής.
Επομένως, ασφαλώς και πολύ ορθά προετοιμάζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης το έδαφος για μια ελληνική αρνησικυρία, σε περίπτωση που η Τουρκία δεν άρει ευθέως το casus belli σε βάρος της χώρας μας. Αυτό το πλαίσιο απαιτήσεων όμως -και δεν πρέπει να μας φοβίζει η λέξη απαίτηση- πρέπει οπωσδήποτε να εμπλουτιστεί. Και να εμπλουτιστεί σε δύο κατευθύνσεις, τόσο προς την ίδια την γειτονική χώρα, όσο και προς τους Ευρωπαίους εταίρους μας.
Γιατί πολύ απλά η Ελλάδα δεν έχει απολύτως τίποτα να κερδίσει στην περίπτωση που υλοποιηθεί αυτό, ενώ αντίθετα θα αποδεχθεί την επαύξηση των υπαρξιακών κινδύνων που αντιμετωπίζει. Πρέπει λοιπόν ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που είναι σαφές ότι για μια σειρά από λόγους ενδιαφέρεται ζωηρά για τη συμμετοχή της τουρκικής βιομηχανίας στον ευρωπαϊκό “κουμπαρά”, να αποδεχθεί μια σειρά από κρίσιμα σημεία διαπραγμάτευσης.
Η απόσυρση του καταφανώς παράνομου casus belli είναι οπωσδήποτε το ένα, όμως δεν μπορεί να λείψει σε καμία περίπτωση και η πλήρης αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, χώρας-μέλους της ΕΕ, του εδάφους της οποίας η Τουρκία κατέχει παράνομα σημαντικό τμήμα. Προχωρώντας περαιτέρω θα μπορούσε κάλλιστα -και πολύ εύλογα- να τεθεί διμερώς η ανάγκη δρομολόγησης μιας κοινά παραδεκτής διαδικασίας επίλυσης των ελληνοτουρκικών ζητημάτων, με προσφυγή σε διεθνή δικαιοδοτικά όργανα, όπως προτάσσει κατά πάγιο τρόπο εδώ και πενήντα χρόνια η ελληνική εξωτερική πολιτική.
Πρέπει όμως να στρέψουμε τις απαιτήσεις μας και προς τη μεριά των εταίρων, που επείγονται και “καίγονται” να βάλουν την Τουρκία μέσα στο κάδρο της ευρωπαϊκής αμυντικής ανάπτυξης. Και είναι ανάγκη η Ελλάδα να εξασφαλίσει την απολαβή των μέγιστων δυνατών ωφελημάτων για την βιομηχανία της, αλλά και για τις δομές έρευνας και ανάπτυξης με σκοπό κυρίως να χρηματοδοτηθεί ένα ποιοτικό άλμα, ιδίως στην κατεύθυνση της “έξυπνης” αμυντικής τεχνολογίας που έστω κι εν μέρει θα καλύψει το δυσθεώρητο κενό που έχουμε αυτή τη στιγμή με την Τουρκία.
Συνοψίζοντας λοιπόν, ήταν πολύ θετικό σημάδι η ένδειξη για πίεση από τη μεριά Μητσοτάκη προς τον Ερντογάν για την άρση του casus belli, που δεν πρέπει σε καμία περίπτωση -και εδώ απαιτείται προσοχή- να συνδυαστεί με οιαδήποτε ελληνική δέσμευση περί μη επέκτασης των εθνικών χωρικών υδάτων, αλλά πρέπει να διευρυνθεί. Η συμπερίληψη της Τουρκίας στο πρόγραμμα Safe είναι πολύ σοβαρό και μεγάλο ζήτημα και τυχόν αποδοχή της από την Ελλάδα πρέπει να γίνει μόνο κατόπιν σοβαρών και εμπραγμάτων ανταλλαγμάτων από την Άγκυρα, αλλά και από τις Βρυξέλλες. Γιατί ο κύριος Ερντογάν είναι αλεπού της Ανατολής, αλλά κι εμείς πρέπει να δείξουμε ότι κάτι ξέρουμε από παζάρι…