Τον κίνδυνο δημιουργίας μιας νέας γενιάς κόκκινων δανείων προσπαθεί να αποφύγει η κυβέρνηση, η οποία διαπιστώνει μια τρομακτική αύξηση στα επιτόκια, αλλά και τις δόσεις των δανείων, την οποία έχουν διαπιστώσει ήδη βέβαια πρώτοι οι δανειολήπτες.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι μια δόση στεγαστικού δανείου αυξάνεται κατά 50 ευρώ για κάθε ποσοστιαία αύξηση του Euribor, ποσό το οποίο όμως δεν είναι καθόλου αμελητέο για την ελληνική πραγματικότητα. Όσο πιο πρόσφατο είναι το δάνειο, τόσο περισσότερο επιβαρύνεται ο οφειλέτης, αφού τα στεγαστικά δάνεια προτεραιοποιούν τις αποπληρωμές τόκων, με το κεφάλαιο να εξοφλείται τελευταίο.
Την ίδια ώρα, οι αποκλίσεις μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και των επιτοκίων χορηγήσεων παραμένουν χαοτικές, με στελέχη του τραπεζικού κλάδου να εκτιμούν ότι δεν πρόκειται να υπάρξει μια άμεση διόρθωση, αφού «δεν υφίσταται προς το παρόν ανάγκη ρευστότητας στο εγχώριο σύστημα».
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ένα στεγαστικό δάνειο σταθερού επιτοκίου διάρκειας 20 ετών έχει πλέον επιτόκιο της τάξης του 4,80%, ενώ το ίδιο δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο κυμαίνεται λίγο κάτω από 4%.
Σημειώνεται ότι η τιμολογιακή πολιτική των τραπεζών εμπίπτει στην εμπορική τους πολιτική -η οποία ουδόλως εξετάζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και, ειδικότερα, τον εποπτικό μηχανισμό SSM. Η αυξητική τάση των επιτοκίων αναμένεται να συνεχιστεί και, ενδεχομένως, να επιταχυνθεί τους επόμενους μήνες.
Όλα αυτά τα δεδομένα έχουν ενεργοποιήσει την ελληνική κυβέρνηση, η οποία βρίσκεται σε διαβούλευση με τις τράπεζες για την εξεύρεση μιας χρυσής τομής.
Ο υπουργός Οικονομικών μάλιστα Χρήστος Σταϊκούρας ζήτησε την επανεξέταση 12 προμηθειών που επιβάλλουν οι τράπεζες στους πολίτες από τις διοικήσεις του κλάδου, στο πλαίσιο της αναζήτησης μιας συνολικής λύσης υπέρ των δανειοληπτών που πλήττονται από την αύξηση των επιτοκίων.
Οι τραπεζικές συναλλαγές με προμήθειες που επιβαρύνουν σημαντικά την ελληνική κοινωνία αφορούν:
- Προμήθεια εισερχόμενου εμβάσματος.
- Προμήθεια εξερχόμενου εμβάσματος (χρέωση για μεταφορά χρημάτων από τον λογαριασμό μίας τράπεζας σε λογαριασμό άλλης τράπεζας εσωτερικού).
- Προμήθεια αποστολής χρημάτων (έμβασμα) σε τράπεζες εκτός ευρωζώνης.
- Προμήθεια ανάληψης μετρητών από ΑΤΜ άλλης τράπεζας.
- Συνδρομή πιστωτικής κάρτας.
- Προμήθεια επανέκδοσης χρεωστικής/πιστωτικής κάρτας λόγω λήξης και λόγω κλοπής, απώλειας ή φθοράς.
- Προμήθεια για πληρωμή λογαριασμών (ΔΕΚΟ, κινητής τηλεφωνίας κ.λπ.).
- Προμήθεια έκδοσης αντιγράφων κίνησης λογαριασμών/δανείων/πιστωτικών καρτών.
- Έξοδα αξιολόγησης αιτημάτων δανείων.
- Έξοδα νομικού και τεχνικού ελέγχου αιτημάτων δανείων.
- Έξοδα συναλλαγών με πιστωτικές κάρτες στο εξωτερικό (επιβάρυνση για τη μετατροπή συναλλαγών εξωτερικού σε ευρώ).
- Προμήθεια για αγορά χρεογράφων του Ελληνικού Δημοσίου.
Μετά από διαδοχικές διαβουλεύσεις και συζητήσεις, οι τράπεζες φαίνεται να συμφωνούν επί της αρχής σε ένα σχέδιο στήριξης των δανειοληπτών, ενώ έχουν συμφωνήσει ήδη για την περίμετρο των ωφελουμένων, όσο και για τη διάρκεια και το ποσοστό της επιδότησης που θα επωμιστούν αποκλειστικά οι ίδιες.
Σε συνάντηση με τον υπουργό Οικονομικών, οι τραπεζίτες παρουσίασαν την πρότασή τους που βασίζεται στη λογική του – επιτυχημένου κατά γενική ομολογία – προγράμματος «Γέφυρα» και, μεταξύ άλλων, προβλέπει τα εξής:
Επιδότηση του 50% του ποσού, με το οποίο έχουν επιβαρυνθεί οι δανειολήπτες λόγω της αύξησης των επιτοκίων. «Εάν, δηλαδή, κάποιος πλήρωνε τον περασμένο Ιούλιο 500 ευρώ/μήνα και σήμερα, μετά τις τρεις αυξήσεις που ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), πληρώνει 550, τότε οι τράπεζες θα καλύψουν τα 25 ευρώ», εξηγεί στο newmoney υψηλόβαθμο στέλεχος, με γνώση των σχετικών συζητήσεων, αποκαλύπτοντας πως το «κονδύλι» θα τοποθετηθεί σε έναν δημόσιο «κουμπαρά», προκειμένου η διαδικασία να κυλήσει ομαλά.
Πιο αναλυτικά, σε στεγαστικό δάνειο, ύψους 100.000 ευρώ, με αρχικό επιτόκιο 3,5% και διάρκεια αποπληρωμής τα 20 έτη, η δόση «άγγιζε» τον περασμένο Ιούλιο τα 511 ευρώ. Σήμερα, μετά από τρεις διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων, αυτή έχει εκτοξευτεί στα περίπου 626 ευρώ. Άρα, ο δανειολήπτης μέσα σε τέσσερις μήνες έχει δει το ποσό του δανείου του να έχει «φουσκώσει» κατά 115 ευρώ/μήνα. Η επιδότηση θα αφορά στο μισό αυτού του ποσού, ήτοι στα 57,5 ευρώ/μήνα.